Σε ένα κλίμα πόλωσης, μετά τις καταγγελίες του Ντόναλντ Τραμπ όπως και δεκάδων Ρεπουμπλικανών για νοθεία στις προεδρικές του 2020, οι Αμερικανοί προσέρχονται στις κάλπες. Αξιωματούχοι των ΗΠΑ διαμηνύουν, τις τελευταίες ώρεςότι δεν διακρίνουν καμία αξιόπιστη απειλή με στόχο ηλεκτρονικές κάλπες ή εκλογικά μηχανήματα στη χώρα κατά τη διεξαγωγή των ενδιάμεσων εκλογών στις ΗΠΑ.
«Δεν βλέπουμε καμία συγκεκριμένη ή αξιόπιστη απειλή για διατάραξη των εκλογικών υποδομών», δήλωσε σε δημοσιογράφους υψηλόβαθμος ομοσπονδιακός αξιωματούχος κυβερνοασφάλειας.
Ο αξιωματούχος, ο οποίος μίλησε υπό τον όρο να μην κατονομαστεί, σημείωσε ότι αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα προκύψουν μικροπροβλήματα. Αμερικανοί αξιωματούχοι στην κομητεία Μέρσερ του Νιου Τζέρσεϊ, για παράδειγμα, ανέφεραν στη σελίδα της κομητείας στο Facebook ότι υπήρχαν «προβλήματα με ηλεκτρονικές κάλπες» εκεί και ότι οι εργαζόμενοι στις κάλπες ήταν σε ετοιμότητα για να βοηθήσουν τους ψηφοφόρους.
«Βλέπουμε προβλήματα κάθε ημέρα εκλογών», είπε ο Αμερικανός αξιωματούχος. «Τέτοια περιστατικά δεν θα επηρεάσουν τη δυνατότητα ενός ατόμου να ψηφίσει ή να γνωρίζει ότι η ψήφος του καταμετρήθηκε επακριβώς».
Η ασφάλεια των εκλογών έχει αναδειχθεί ως βασικό ζήτημα στις ΗΠΑ, μετά την ρωσική ανάμιξη στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2016, όπως αποφάνθηκαν αμερικανικές υπηρεσίες.
Η Υπηρεσία Κυβερνοασφάλειας και Ασφάλειας Υποδομών (CISA) έχει δημιουργήσει ένα κέντρο επιχειρήσεων για την ημέρα των εκλογών με σύμπραξη του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα σε όλη τη χώρα για την παρακολούθηση των ενδιάμεσων εκλογών, ανέφερε σε ανακοίνωσή της χθες.
«Τα τελευταία χρόνια, εκλογικοί αξιωματούχοι χρειάστηκε να αντιμετωπίσουν την αυξανόμενη παραπληροφόρηση από ξένους αντιπάλους, η οποία μπορεί να προκαλέσει σύγχυση σχετικά με την εκλογική υποδομή και να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων στη διαδικασία», δήλωσε την περασμένη εβδομάδα η Κιμ Γουάιμαν, ανώτερη σύμβουλος εκλογικής ασφάλειας.
«Τώρα, όταν κάτι πάει στραβά – και με 8.800 περιοχές εκλογικής δικαιοδοσίας σε όλη τη χώρα, κάτι θα πάει στραβά κάπου – οι ακίνδυνοι μπορεί να φανούν δόλιοι».
Έξι πολιτείες στο επίκεντρο
Σε αυτές τις ενδιάμεσες εκλογές, έξι πολιτείες βρίσκονται στο επίκεντρο, με δύο από αυτές- τη Τζόρτζια και την Πενσιλβάνια να παρουσιάζουν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, όπως το 2020.
Τα πρώτα εκλογικά τμήματα άνοιξαν στις 06:00 (13:00 ώρα Ελλάδας) στις ανατολικές ακτές της χώρας.
Σύμφωνα πάντως με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις. αμφίρροπες προβλέπεται να είναι οι μάχες σε τουλάχιστον είκοσι εκλογικές περιφέρειες, πράγμα που σημαίνει ότι κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για το τι θα βγάλει η κάλπη.
Οι κάλπες ανοίγουν πρώτα στην Ιντιάνα, το Κεντάκι τη Νότια Καρολίνα, το Βερμόντ, την Φλόριντα και άλλες πολιτείες με τελευταία την Αλάσκα.
Σύμφωνα με τους δημοσκόπους η Πενσιλβάνια όπως και η Τζόρτζια αποτελούν πολιτείες- κλειδιά για τις σημερινές ενδιάμεσες εκλογές .
Από την πλευρά του, ο Τραμπ έχει στραμμένο το βλέμμα του κυρίως στον μεγαλύτερο εσωκομματικό του αντίπαλο, τον ιδιαίτερα δημοφιλή ντε Σάντις, που βάζει υποψηφιότητα για το αξίωμα του κυβερνήτη στη Φλόριντα.
Στην Πενσιλβάνια, ο Αμερικανός τουρκικής καταγωγής Μεχμέτ Οζ, βάζει πλώρη για τη Γερουσία δηλώνοντας λίγο πριν ανοίξουν οι κάλπες: «Αυτό που συμβαίνει σήμερα είναι ακόμα μεγαλύτερο και από την Πενσινβάνια».
Στο πλευρό του φιλότουρκου Ρεπουμπλικανού που στηρίζει με θέρμη ο Τραμπ βρισκόταν σήμερα η Νίκη Χάλεϊ, η οποία επί θητείας του Αμερικανού δισεκατομυριούχου,είχε διατελέσει μόνιμη αντιπρόσωπος των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής στα Ηνωμένα Έθνη.
Την ίδια ώρα ο «Δόκτωρ Οζ», τηλεστάρ Μεχμέτ Οζ, θεωρείται ανερχόμενο αστέρι των Ρεπουμπλικανών διεκδικώντας το αξίωμα του γερουσιαστή στην Πενσιλβάνια. Ο καρδιοχειρουργός σταρ της τηλεόρασης, στενός φίλος του Ντόναλντ Τραμπ και ακόμη πιο στενών δεσμών με την κυβέρνηση Ερντογάν στην Τουρκία, ο Τουρκο-αμερικανός Δρ Μεχμέτ Οζ, αναμετριέται με τον αντισυμβατικό Δημοκρατικό νυν αντικυβερνήτη της πολιτείας, Τζον Φέτερμαν.
Ο ίδιος, που ανήκει στην αριστερή πτέρυγα του Δημοκρατικού Κόμματος και εξαιρετικά δημοφιλής στην πολιτεία του λόγω του κοινωνικού και πολιτικού έργου, ήταν μέχρι πρότινος το μεγάλο φαβορί στις δημοσκοπήσεις.
Το γεγονός ότι παλεύει να αναρρώσει από ένα σοβαρό εγκεφαλικό, που υπέστη τον περασμένο Μάιο, δεν φάνηκε να επηρεάζει αρχικά τους ψηφοφόρους.
Αυτό ωστόσο άλλαξε ξαφνικά από τα τέλη Οκτωβρίου, μετά το πρώτο και μοναδικό ντιμπέιτ με τον Ρεπουμπλικανό αντίπαλό του.
Παρά τις ιατρικές διαβεβαιώσεις ότι είναι σε θέση να υπηρετήσει στη Γερουσία, η δυσκολία του Φέτερμαν στην εκφορά του λόγου κατά την τηλεοπτική αναμέτρηση ενέτεινε τον προβληματισμό.
«Αν ο Τζον Φέτερμαν είχε φάει ποτέ λαχανικά στη ζωή του, ίσως δεν θα είχε πάθει σοβαρό εγκεφαλικό», δήλωσε στο τέλος Αυγούστου ο Δρ Οζ, που πολλοί από την ιατρική κοινότητα τον έχουν χαρακτηρίσει «τσαρλατάνο».
Τζόρτζια: Το πιθανό απόλυτο ντέρμπι
Ο Δημοκρατικός γερουσιαστής και πάστορας Ράφαελ Γουόρνοκ υπερασπίζεται την έδρα του έναντι του «τραμπικού» πρώην παίκτη του αμερικανικού ποδοσφαίρου, Χέρσελ Γουόκερ.
Η κούρσα αυτή μπορεί να εξελιχθεί σε θρίλερ, σε μια πολιτεία που κράτησε το 2020 τις ΗΠΑ σε «αναμμένα κάρβουνα» με επανακαταμετρήσεις, μέχρι να επιβεβαιωθεί η οριακή επικράτηση του Τζο Μπάιντεν στην Τζόρτζια (η πρώτη Δημοκρατικού προεδρικού στα εδάφη της από το 1992).
Οι δύο βασικοί υποψήφιοι γερουσιαστές είναι στήθος με στήθος στις δημοσκοπήσεις και η τοπική νομοθεσία προβλέπει τη διεξαγωγή δεύτερου γύρου έναν μήνα αργότερα, εάν κανείς δεν εξασφαλίσει το 50% των ψήφων.
Το γεγονός ότι η προεκλογική εκστρατεία του Ρεπουμπλικανού υποψηφίου έχει αμαυρωθεί από μία σωρεία σκανδάλων δεν δείχνει να πτοεί το βαθιά συντηρητικό κομμάτι του εκλογικού σώματος της Τζόρτζια.
Αντιθέτως οι ψηφοφόροι του δείχνουν να του συγχωρούν ακόμη και τον ξεδιάντροπο προεκλογικό φαρισαϊσμό του.
Παρουσιάστηκε ως «προστάτης των παραδοσιακών αξιών» και σφοδρός πολέμιος των αμβλώσεων. Ωστόσο καταγγέλλεται ότι ανάγκασε πρώην ερωμένες του να κάνουν άμβλωση. Έχει ιστορικό κακοποίησης γυναικών (η πρώτη σύζυγός του κατήγγειλε ότι της είχε βάλει όπλο στον κρόταφο). Επίσης αποδέχθηκε ότι έχει εξώγαμα παιδιά.
Όλα αυτά, την ώρα που ο Δημοκρατικός αντίπαλός του προσπαθεί να εστιάσει στα ουσιώδη.
Ένα δεύτερο είναι το δικαίωμα στην άμβλωση, που στην παραδοσιακά συντηρητική πολιτεία απαγορεύτηκε μετά την έκτη εβδομάδα της κύησης. Διάστημα κατά το οποίο πολλές γυναίκες δεν γνωρίζουν καν ότι κυοφορούν.
Πάντως, η διεθνής κοινότητα περιμένει με κομμένη την ανάσα το αποτέλεσμα της κάλπης που λαμβάνει τη μορφή δημοψηφίσματος για τον Αμερικανό πρόεδρο, Τζο Μπάιντεν, η θητεία του οποίου έχει πολλά σκαμπανεβάσματα, κυρίως όμως για τον Ντόναλντ Τραμπ.
Εκτός από την κατάσταση της υγείας του Μπάιντεν που έχει αναδειχθεί σε μέγα θέμα, καθώς οι απανωτές λεκτικές γκάφες του όπως επίσης και η αστάθεια στο βάδισμά του εγείρουν ερωτήματα για το αν θα μπορέσει να εξαντλήσει ακόμη και την θητεία του.
Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, υπάρχουν καλές πιθανότητες οι Ρεπουμπλικάνοι να κατακτήσουν την πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων και οι Δημοκρατικοί να διατηρήσουν την πλειοψηφία τους στη Γερουσία. Αυτό θα ήταν ένα ευχάριστο μαντάτο για τον Μπάιντεν, καθώς το κόμμα του προέδρου συνήθως χάνει στις ενδιάμεσες εκλογές.
Είθισται ο ενδιάμεσες εκλογές να αποκτούν τον χαρακτήρα δημοψηφίσματος απέναντι στην κυβέρνηση και η αμερικανική πολιτική εμπειρία έχει δείξει ότι οι ψηφοφόροι της αντιπολίτευσης είναι αυτοί που εμφανίζονται πιο δραστήριοι και πρόθυμοι να προσέλθουν στην κάλπη.
Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι στο πρόσφατο παρελθόν είδαμε προέδρους που απολάμβαναν πολύ υψηλότερη δημοτικότητα από τον Μπάιντεν, όπως για παράδειγμα τον Μπαράκ Ομπάμα και τον Τζορτζ Μπους το νεότερο, να οδηγούνται σε συντριπτικές ήττες κατά τη διάρκεια των ενδιάμεσων εκλογών.
Με το 69% των Αμερικανών να πιστεύει ότι η χώρα οδεύει προς την λάθος κατεύθυνση και τα ποσοστά δημοτικότητας του Τζο Μπάιντεν να βρίσκονται στα τάρταρα φθάνοντας ακόμη και στο 36%, οι προεκλογικοί οιωνοί δεν φάνταζαν ευνοϊκοί για τους Δημοκρατικούς.
Δεν είναι τυχαίο ότι, μέχρι και τα μέσα της προεκλογικής περιόδου πολλοί βουλευτές και γερουσιαστές είχαν φτάσει στο σημείο να αμφιβάλλουν για το εάν η παρουσία του Τζο Μπάιντεν στις περιφέρειες τους θα τους ωφελούσε. Το κερασάκι στην τούρτα ήταν η κοινωνική δυσαρέσκεια που συνέχισε να διογκώνεται από τον ανεξέλεγκτο καλπασμό του πληθωρισμού.
Αίφνης, όμως, μέσα στο καλοκαίρι η συντηρητική πλειοψηφία του Ανώτατου Δικαστηρίου προσέφερε άθελά της το «φιλί της ζωής» στους Δημοκρατικούς.
Η ανατροπή της απόφασης που καθόριζε το νομικό πλαίσιο των αμβλώσεων πυροδότησε κύμα αντιδράσεων και οδήγησε στην εγγραφή πολλών νέων γυναικών στους εκλογικούς καταλόγους.
Αυτή η κινητικότητα καταγράφηκε και στις δημοσκοπήσεις, ανυψώνοντας για πρώτη φορά τις ελπίδες των Δημοκρατικών, οι οποίοι εκτός από το φόβητρο των αμβλώσεων φάνηκαν να αποκτούν επιτέλους και ορισμένα πολεμοφόδια στην μάχη κατά του πληθωρισμού.
Οι επιτυχίες του πρόεδρου Μπάιντεν για τη μείωση στις τιμές των φαρμάκων, η διαγραφή μέρους του χρέους των φοιτητικών δανείων αλλά και η μείωση στην τιμή της βενζίνης ήταν μικρές αλλά ουσιαστικές νίκες στον αγώνα κατά της ακρίβειας.
Αντί όμως να εστιάσουν στην οικονομία, οι Δημοκρατικοί επένδυσαν υπέρμετρα στο «χαρτί» των αμβλώσεων.
Ήταν μια επένδυση που δεν τους βγήκε γιατί πολύ απλά το θέμα της οικονομίας συνέχισε να παραμένει το κύριο μέλημα των ψηφοφόρων.
Επιπλέον, στο δεύτερο σημαντικότερο θέμα που είναι η πάταξη της εγκληματικότητας, οι Δημοκρατικοί φάνηκαν αδρανείς και έδειξαν να ταυτίζονται με τα ακραία αριστερά κινήματα που ζητούσαν την υποχρηματοδότηση της αστυνομίας.
Οταν μιλάμε για το Κογκρέσο πρέπει να έχουμε υπόψη ότι τα νομοθετικά σώματα αποτελούν «ντε φάκτο» και όχι τυπικά βασικούς πυλώνες εξουσίας που συμμετέχουν στην συνδιαμόρφωση της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής.
Για παράδειγμα, στις ΗΠΑ κομματική πειθαρχία δεν υπάρχει. Και δεν είναι καθόλου σπάνιο βουλευτές και γερουσιαστές να κινούνται σε διαφορετική γραμμή ακόμα και από έναν πρόεδρο που προέρχεται από το δικό τους κόμμα.
Στα θέματα της Ανατολικής Μεσογείου έχουμε δει επανειλημμένα τους βουλευτές και τους γερουσιαστές να είναι περισσότεροι απελευθερωμένοι από τις αγκυλώσεις που περιορίζουν την γραφειοκρατία του Λευκού Οίκου και του Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Άλλωστε, το παράδειγμα του γερουσιαστή φιλέλληνα Ρόμπερτ Μενέντεζ που αντιστάθηκε σε βασικές επιλογές της κυβέρνησης Ομπάμα, οι οποίες είχαν να κάνουν με το Ιράν και την Σαουδική Αραβία, είναι χαρακτηριστικό.
Με αυτά τα δεδομένα, η σύνθεση του Κογκρέσου συνδέεται άμεσα με την πορεία της προώθησης των εθνικών θεμάτων στην Αμερική.