Πιέσεις δέχτηκε και κατά τη σημερινή συνεδρίαση η Wall Street, καθώς οι φόβοι για επερχόμενη ύφεση, ως απόρροια των υψηλών επιτοκίων, επιδεινώνουν το κλίμα και πλήττουν τη διάθεση για την ανάληψη ρίσκου. Στο κλείσιμο οι δείκτες κατάφεραν να περιορίσουν τις απώλειες που κατέγραφαν ενδοσυνεδριακά.
Σε αυτό το κλίμα, ο βιομηχανικός δείκτης Dow Jones υποχώρησε 282 μονάδες ή 0,85% και διαμορφώθηκε στις 32.920 μονάδες. Ο δείκτης βαρόμετρο S&P 500 περιορίστηκε 1,12% στις 3.852 μονάδες. Ο τεχνολογικός Nasdaq, από την πλευρά του, διολίσθησε 0,97% στις 10.705 μονάδες.
Και οι τρεις βασικοί δείκτες του Χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης, βρέθηκαν για δεύτερη εβδομάδα σε αρνητικό έδαφος. Σε επίπεδο εβδομάδας ο S&P 500 έχει χάσει 2,09%, ενώ τον Δεκέμβριο έχει υποχωρήσει 5,59%.
Η βασική αιτία των ρευστοποιήσεων εδράζεται στις ανησυχίες για τον κίνδυνο ύφεσης της αμερικανικής οικονομίας, δεδομένου ότι η κεντρική τράπεζα εμφανίζεται πρόθυμη να αυξήσει περαιτέρω τα επιτόκια (ήδη βρίσκονται στο 4,25% – 4,5%).
Οι αναλυτές θεωρούν σχεδόν σίγουρο ότι το τελικό ύψος των αμερικανικών επιτοκίων θα υπερβεί το ψυχολογικό όριο του 5%, φθάνοντας έως το 5,1% κατά τη διάρκεια του 2023, ενώ οι πρώτες μειώσεις δεν αναμένονται πριν το 2024.
Και τα υψηλά επιτόκια, όπως είναι ευρέως γνωστό, ναι μεν συμβάλλουν στην αναχαίτιση του πληθωρισμού, αλλά ταυτόχρονα υπονομεύουν τις προοπτικές της οικονομίας και «φουσκώνουν» το κόστος δανεισμού. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις μετοχές.
Δεν είναι τυχαίο ότι τα χθεσινά μακροοικονομικά μεγέθη των ΗΠΑ αποδείχθηκαν εξαιρετικά αδύναμα, με τους επενδυτές να φοβούνται μια επιβράδυνση των καταναλωτικών δαπανών, κάτι το οποίο αποτελεί ξεκάθαρη ένδειξη εξασθένησης της οικονομικής ανάπτυξης.
Γι’ αυτό, εξάλλου, κατά τη διάρκεια της Πέμπτης, οι αμερικανικοί δείκτες εμφάνισαν μεγάλες απώλειες, οι οποίες για τον Dow Jones ξεπέρασαν τις 700 μονάδες. Ο Nasdaq έκλεισε με πτώση άνω του 3%, ενώ ο S&P 500 τερμάτισε στο -2,5%.
newmoney.gr