Ο λόγος για τον Γιώργο Νίκα που κατάφερε να πορευτεί σε μεγάλο βαθμό μιλώντας μέσα από τις κατά καιρούς δουλειές του και τις πράξεις του, αλλά και προκαλώντας ακόμη και… θύελλες.
Ο γόνος της γνωστής και πλούσιας οικογένειας που ταύτισε το όνομά της με τον εγχώριο κλάδο της αλλαντοβιομηχανίας δεν φαίνεται να είχε ποτέ στο μυαλό του ότι ο προορισμός του θα ήταν να διαδεχθεί τον πατέρα του στον θώκο των family business. Πιστεύοντας, προφανώς, στο οργουελικό απόφθεγμα πως «κάθε γενιά φαντάζεται ότι είναι πιο έξυπνη από τη γενιά που πέρασε και πιο σοφή από τη γενιά που ακολουθεί» φρόντισε από νωρίς να ανοίξει τη δική του περπατησιά στον στίβο του επιχειρείν. Μια περπατησιά, πάντως, που χρόνια τώρα καλύπτεται και από μια σχετική αχλή μυστηρίου…
Ετσι, σε ηλικία μόλις 24 ετών, λίγο μετά την αποφοίτησή του από την ΑΣΟΕΕ, όταν το ημερολόγιο έγραφε 1989, με όπλο το βαρύ όνομα και φυσικά την άνεση της κεκτημένης, μεγάλης οικονομικής επιφάνειας, αποφάσισε να πειραματιστεί στον συγγενή χώρο της εστίασης φέρνοντας στην Ελλάδα την αλυσίδα fast food Wendy’s. Ενα εγχείρημα που ξεκίνησε με επιτυχία, κατάφερε να σταθεί για πάνω από μία δεκαετία απέναντι στον leader της αγοράς, την Goody’s, αλλά τελικά κατέρρευσε οδηγώντας στην αποχώρηση του brand από τη χώρα μας.
Το δεύτερο επιχειρηματικό του ορόσημο ήταν το 1994, καθώς πολλοί του αποδίδουν την έλευση στη χώρα μας της αλυσίδας Haagen Dazs με τα παγωτά που καθιερώθηκαν στις προτιμήσεις των Ελλήνων καταναλωτών. Η φίρμα, που λειτουργεί υπό τη σκέπη της General Mills Ελλάς, παρά τις αναταράξεις, τις περικοπές και τις αναπροσαρμογές στο δίκτυο των καταστημάτων, παραμένει εντός μάχης.
Το φιλόδοξο βλέμμα του Γιώργου Νίκα, όμως, δεν περιοριζόταν εντός συνόρων, αλλά ήταν στραμμένο και στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, όπου είχε χτίσει ήδη κάποιες πολύτιμες διασυνδέσεις. Οπως λέγεται μάλιστα, ήταν εκείνος που κόμισε την πρόταση Αμερικανών επενδυτών για την εξαγορά της οικογενειακής αλλαντοβιομηχανίας με τίμημα 150 εκατ. ευρώ, η οποία όμως προσέκρουσε στην άρνηση του Παναγιώτη Νίκα. Μια απόφαση για την οποία ο «πατριάρχης της αλλαντοβιομηχανίας» μάλλον μετάνιωσε, καθώς λίγο αργότερα, το 2003, αναγκάστηκε να πουλήσει την εταιρεία του αντί μόλις 60 εκατ. ευρώ στην Global Finance του Αγγελου Πλακόπητα.
Ο γάμος και το άνοιγμα στην Αμερική
Στο μεταξύ, ο Γιώργος Νίκας αποφάσισε να κάνει το μεγάλο βήμα και στην προσωπική του ζωή. Παντρεύτηκε τη Μιράντα Πατέρα, της γνωστής εφοπλιστικής οικογένειας, με την οποία απέκτησαν τρία παιδιά, αλλά μετά από αρκετά χρόνια έγγαμου βίου αποφάσισαν να βάλουν τίτλους τέλους στην κοινή τους πορεία.Το επόμενο επιχειρηματικό ορόσημο ήρθε το 2007 όταν μαζί με τον Νίκο Λούτσα προχώρησε στην ίδρυση της Μέγας Γύρος, που έστησε παραγωγικές μονάδες τόσο στην Ελλάδα όσο και στις ΗΠΑ. Η επιτυχία ήταν μεγάλη, η εταιρεία ισχυροποιήθηκε και διεθνοποιήθηκε ως Megas Yeeros, με αξιοσημείωτες επιδόσεις τόσο στα κανάλια της λιανικής (σούπερ μάρκετ) όσο και σε αυτό του HoReCa. Ο Γιώργος Νίκας, όμως, αποχώρησε και από αυτό το «παιδί» του, τραβώντας για μία ακόμη φορά τον δικό του δρόμο.