Την εποχή της παντοδυναμίας της, τα 1.700 στρέμματα της «Λιπασματοβιομηχανίας ΑΕΒΑΛ» έσφυζαν από ζωή. Πάνω από 1.000 εργαζόμενοι απασχολούνταν σε μία από τις πιο δυναμικές βιομηχανίες της χώρας, που μαζί με τα εργοστάσια της ΔΕΗ, έφεραν ανάπτυξη και ευημερία στην ευρύτερη περιοχή της Πτολεμαΐδας.
Η «Λιπασματοβιομηχανία ΑΕΒΑΛ» άνοιξε τις πύλες της το 1965, έπειτα από διετή περίοδο δοκιμών των επιβλητικών της εγκαταστάσεων, μοναδικών για την εποχή στην Ελλάδα, που ακόμα και σήμερα προκαλούν δέος στους επισκέπτες.
Για δεκαετίες, η ΑΕΒΑΛ υπήρξε ο βασικός τροφοδότης της ελληνικής αγροτικής παραγωγής, παρασκευάζοντας αζωτούχα λιπάσματα και αξιοποιώντας τον τοπικά παραγόμενο λιγνίτη µε την εξαέρωση του οποίου παραγόταν αµµωνία, η οποία αποτελούσε την κυριότερη ενδιάμεση πρώτη ύλη της λιπασµατοβιοµηχανίας λόγω της υψηλής περιεκτικότητάς της σε άζωτο.
Η ΑΕΒΑΛ έφτασε στο ζενίθ τις δεκαετίες του 1960 και 1970, όταν οι αυξημένες ανάγκες της αναπτυσσόμενης ελληνικής οικονομίας οδήγησαν σε επέκταση και εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεών της.
Όμως, μερικά χρόνια αργότερα ξεκίνησε η αντίστροφη μέτρηση. Το Μάιο του 1992 η αγορά των λιπασμάτων «άνοιξε» και μαζί ο «ασκός του Αιόλου» για την μέχρι τότε ισχυρή βιομηχανία, που δεν μπορούσε να αντεπεξέλθει στον αυξανόμενο ανταγωνισμό εντός και εκτός συνόρων. Σύντομα η εταιρεία «πνίγηκε» στα χρέη.
Το 1985 μπήκε σε πρόγραμμα «εξυγίανσης», χωρίς κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Το 1997 απολύθηκαν οι τελευταίοι 240 εργαζόμενοι και στην εταιρεία μπήκε οριστικά «λουκέτο».
Εγκατάλειψη και λεηλασία
Ο χρόνος μοιάζει να σταμάτησε την ημέρα που έφυγε και ο τελευταίος εργαζόμενος. Οι δίδυμοι πύργοι ψύξης, οι πολυεπίπεδες γραμμές παραγωγής, τα επιβλητικά γραφεία της διοίκησης, ακόμα και προσωπικά αντικείμενα των εργαζομένων έμειναν να θυμίζουν την άλλοτε κραταιά βιομηχανία, που -όπως μαρτυρούν οι κάτοικοι της περιοχής- έδωσε «ψωμί» σε εκατοντάδες οικογένειες.