Απο τη συγκεκριμένη οικογένεια προέρχονταν τρεις γενικοί εισαγγελείς και δύο δικαστές. Ο 54χρόνος Αλεξ Μέρντοχ, όμως, αν και ξεκίνησε ως το επόμενο golden boy της οικογένειας, ακολουθώντας τα βήματα των προγόνων του, έμελλε να θέσει τέλος σε έναν αιώνα ηγεμονίας. Πρωταγωνίστησε σε ένα από τα μεγαλύτερα και πιο πολύπλοκα εγκλήματα του 21ου αιώνα, το οποίο άφησε πίσω του πέντε πτώματα και εκατοντάδες ερωτήματα!
Το δικηγορικό γραφείο που είχε ιδρύσει ο προπάππους του πήγαινε από το καλό στο καλύτερο υπό τον έλεγχό του, με τον ίδιο να μη χάνει δίκη. Ο Αλεξ είχε κληρονομήσει τις διασυνδέσεις της οικογένειάς του, αλλά και ένα δαιμόνιο μυαλό που τον είχε μετατρέψει σε έναν από τους πιο γνωστούς δικηγόρους αστικών διαφορών σε όλη την Πολιτεία. Οπως ο πατέρας, ο παππούς και ο προπάππους του, είχε πλούσιο φιλανθρωπικό έργο, ενώ η μελλοντική ενασχόλησή του με τα κοινά έμοιαζε μονόδρομος.
Εξάλλου, ήδη ο Αλεξ ασκούσε εξουσία στην περιοχή. «Ηταν πάνω από τους νόμους. Ηταν σαν βασιλιάς». Αυτός και η οικογένειά του αποτελούσαν μια κατηγορία από μόνοι τους. Επιπλέον, έχοντας κληρονομήσει από τους προγόνους του μια τεράστια περιουσία ζούσε ζωή χαρισάμενη με την επί 20 χρόνια σύζυγό του και τα δυο τους παιδιά. Ο μεγαλύτερος με το χαϊδευτικό Μπάστερ ήταν και ο διάδοχός του. Πολυτελή σκάφη, τεράστια εξοχικά σπίτια, φιλανθρωπικές οργανώσεις και δεξιώσεις στην έπαυλη της οικογένειας που κάθε Σαββατοκύριακο φιλοξενούσε δεκάδες φίλους, συνέθεταν ούτε λίγο ούτε πολύ μια αξιοζήλευτη ζωή.
Πώς έφτασε αυτή, όμως, να μετατραπεί σε εφιάλτη, με την οικογένεια να πρωταγωνιστεί σε ένα από τα δημοφιλέστερα ντοκιμαντέρ «Τrue crimes» της πλατφόρμας Netflix; Πράγματι, η εκκωφαντική πτώση της δυναστείας αποτυπώνεται στα τρία επεισόδια της σειράς «Murdaugh Murders: A Southern Scandal», που προβάλλεται από τη δημοφιλή πλατφόρμα. Ο 54χρονος δικηγόρος έφτασε να καταδικαστεί 60 χρόνια για τον φόνο της συζύγου και του μικρότερου γιου του! Αν και δήλωσε αθώος, χρειάστηκαν μόλις δύο ώρες στους ενόρκους για να βγάλουν ομόφωνα την καταδικαστική απόφασή τους και μια ολόκληρη χώρα να ξεσπάσει σε χειροκροτήματα ενθουσιασμού.
Ας πιάσουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή. Αποκαλύφθηκε ότι παρά την περιουσία του και το κερδοφόρο δικηγορικό γραφείο του, ο Μέρντοχ έκλεβε συστηματικά εδώ και χρόνια τους πελάτες του. Είχε καταχραστεί περισσότερα από 30.000.000 δολάρια. Κι αυτό για να ικανοποιεί τον εθισμό του στα ναρκωτικά που, ο οποίος κρατούσε πάνω από 20 χρόνια. Αναγκάστηκε να βγάλει μια ανακοίνωση όταν οι συνεργάτες του στο γραφείο το ανακάλυψαν και το διοικητικό συμβούλιο τον απομάκρυνε από την εταιρεία που είχε ιδρύσει ο προπάππους του.
Εκτοτε ξεκίνησε μια άνευ προηγούμενου πτώση. Λίγες ημέρες μετά την ντροπιαστική αποπομπή του ζήτησε από τη σύζυγο και τον μικρότερο γιο του να έρθουν στο κυνηγετικό καταφύγιο που διέθετε η οικογένεια. Η 52χρονη Μάγκι πυροβολήθηκε τέσσερις ή πέντε φορές με τουφέκι και ο γιος τους 22 ετών δύο φορές με κυνηγετικό όπλο εξ επαφής, σύμφωνα με τα όσα έγιναν γνωστά στη δίκη. Ηταν ο ίδιος ο Αλεξ που πήρε την Αστυνομία, υποστηρίζοντας ότι έλειπε όταν διαπράχθηκαν οι φόνοι. Είχε επισκεφθεί τον ετοιμοθάνατο πατέρα του. Ενα βίντεο, όμως, που δεν πρόλαβε ποτέ να στείλει ο γιος του τον τοποθετούσε στον τόπο και στον χρόνο του εγκλήματος.
Η Εισαγγελία επικεντρώθηκε στο ενοχοποιητικό βίντεο στο Snapchat που τραβήχτηκε από τον γιο του Μέρντοχ τρία λεπτά πριν από τις δολοφονίες. Σε αυτό ακούγεται η φωνή του 22χρονου Πολ, της μητέρας του, αλλά και του πατέρα του. Το επίμαχο αυτό στοιχείο, τα ρούχα που μυστηριωδώς άλλαξε τελευταία στιγμή ο πατέρας, αλλά και η περίεργη συμπεριφορά του μετά τους φόνους ήταν τα στοιχεία που συνέβαλαν στην καταδίκη του.
Μετά την ολοκλήρωση της δίκης, οι ένορκοι δήλωσαν ότι δεν πείστηκαν από την υπερασπιστική του γραμμή. «Ακόμα και όταν σκούπιζε τα δάκρυα του παρατήρησα ότι δεν έκλαιγε στην πραγματικότητα. Απλώς φύσαγε τη μύτη του», αναφέρθηκε χαρακτηριστικά. Εντέλει, ο ανώτατος εισαγγελέας της Νότιας Καρολίνας Αλαν Γουίλσον δήλωσε: «Η ετυμηγορία αποδεικνύει ότι κανένας, ανεξάρτητα από το ποιος είναι στην κοινωνία, δεν είναι υπεράνω του νόμου».
Προτού ακόμα ο Μέρντοχ βρεθεί στο κέντρο των ερευνών και ενώ αντιμετωπιζόταν ως τραγικός πατέρας και χήρος, επιχείρησε να βάλει τέλος στη ζωή του, ώστε ο άλλος του γιος να εισπράξει την ασφάλεια ζωής. Ευρισκόμενος υπό πίεση, ομολόγησε ότι είχε ζητήσει από έναν πρώην πελάτη του να τον σκοτώσει, ώστε ο γιος του να πάρει αποζημίωση ύψους 10 εκατ. δολαρίων. Ο αδέξιος δολοφόνος τον πυροβόλησε στο κεφάλι, αλλά προς μεγάλη ατυχία του Μέρντοχ επέζησε.