Τον ρόλο του διαμεσολαβητή στον πόλεμο στην Ουκρανία επιχειρεί να πάρει το Πεκίνο, προχωρώντας σε ζυμώσεις, με τη Δύση ωστόσο να υιοθετεί στάση σκεπτικισμού όσον αφορά στις πραγματικές προθέσεις της Κίνας.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της Wall Street Journal, ο Κινέζος πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ, σχεδιάζει να συνομιλήσει με τον Ουκρανό ομόλογό του, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, αφότου συναντηθεί με τον Βλαντιμίρ Πούτιν την επόμενη βδομάδα.
Σημειώνεται ότι ο Σι σχεδιάζει να επισκεφθεί τη Ρωσία για να συναντηθεί με τον Ρώσο ομόλογό του σύντομα, ακόμη και την επόμενη εβδομάδα, δήλωσε πηγή που έχει γνώση του θέματος.
Το ρωσικό πρακτορείο TASS μετέδωσε στις 30 Ιανουαρίου ότι ο Πούτιν κάλεσε τον Σι να επισκεφθεί τη χώρα του την άνοιξη. Η αμερικανική εφημερίδα Wall Street Journal ανέφερε τον Φεβρουάριο ότι ο Κινέζος πρόεδρος θα μεταβεί στη Μόσχα τον Απρίλιο ή νωρίς τον Μάιο.
Προς το παρόν το κινεζικό υπουργείο Εξωτερικών δεν έχει σχολιάσει τις πληροφορίες.
Τον Φεβρουάριο ο Πούτιν συναντήθηκε με τον επικεφαλής της κινεζικής διπλωματίας Ουάνγκ Γι στη Μόσχα και δήλωσε ότι σύντομα θα επισκεφθεί τη ρωσική πρωτεύουσα και ο πρόεδρος Σι.
Η Κίνα και η Ρωσία συνήψαν μια «χωρίς όρια» εταιρική σχέση τον Φεβρουάριο του 2022, όταν ο Πούτιν επισκέφθηκε το Πεκίνο για την έναρξη των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων.
Οι δύο ηγέτες έχουν συναντηθεί 39 φορές, η πιο πρόσφατη από τις οποίες τον Σεπτέμβριο στη διάρκεια συνόδου κορυφής στην κεντρική Ασία.
Υπενθυμίζεται ότι σε προηγούμενο δημοσίευμά της, η Wall Street Journal έγραψε ότι σε αυτή τη φάση τα κινεζικά όπλα «θα μπορούσαν να στηρίξουν την πολεμική προσπάθεια της Ρωσίας στην Ουκρανία», καθώς οποιαδήποτε κίνηση του Πεκίνου προς αυτή την κατεύθυνση θα βοηθούσε καίρια τις ρωσικές δυνάμεις στην παρούσα χρονική συγκυρία, όπου και οι δύο πλευρές επιδιώκουν να ανοίξουν βηματισμό νίκης, δημιουργώντας νέα δεδομένα στο πεδίο της μάχης. Στην πραγματικότητα, οι στρατιωτικές προμήθειες από την Κίνα θα παρείχαν στη Ρωσία, όπως επεσήμανε η ίδια εφημερίδα, στρατηγικό πλεονέκτημα, αφενός «λόγω της συμβατότητας των κινεζικών και των ρωσικών οπλικών συστημάτων και αφετέρου λόγω της μεγάλης στρατιωτικής κατασκευαστικής βάσης του Πεκίνου».