Η προεδρία των ΗΠΑ τόνισε χθες Κυριακή πως είναι «βαθιά ανήσυχη» για την κατάσταση στο Ισραήλ, όπου ο υπουργός Άμυνας αποπέμφθηκε διότι ζήτησε να υπάρξει παύση του σχεδίου μεταρρύθμισης της δικαιοσύνης, καλώντας ξανά τα μέρη να επιδιώξουν «συμβιβασμό».
«Είμαστε βαθιά ανήσυχοι για τις (…) εξελίξεις στο Ισραήλ, που υπογραμμίζουν περαιτέρω την επείγουσα ανάγκη να υπάρξει συμβιβασμός», επισήμανε η Έιντριεν Γουότσον, εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου, στο δελτίο Τύπου που δημοσιοποιήθηκε από την αμερικανική προεδρία.
«Οι δημοκρατικές αξίες ήταν πάντα, και πρέπει να παραμείνουν, χαρακτηριστικό γνώρισμα των σχέσεων μεταξύ των ΗΠΑ και του Ισραήλ», συνέχισε.
«Οι δημοκρατικές κοινωνίες γίνονται ισχυρότερες χάρη στη διάκριση των εξουσιών και τους μηχανισμούς ελέγχου, και κάθε θεμελιώδης αλλαγή πρέπει να έχει την ευρύτερη δυνατή λαϊκή υποστήριξη», πρόσθεσε η κυρία Γουότσον, επαναλαμβάνοντας διατυπώσεις που είχαν χρησιμοποιηθεί νωρίτερα αυτόν τον μήνα, έπειτα από συνδιάλεξη του Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου.
«Συνεχίζουμε να παροτρύνουμε σθεναρά τους ισραηλινούς ηγέτες να βρουν συμβιβασμό το συντομότερο δυνατόν. Θεωρούμε πως αυτή είναι η καλύτερη οδός που μπορεί να ακολουθηθεί για το Ισραήλ και όλους τους πολίτες του», συμπλήρωσε η εκπρόσωπος.
Ο πρωθυπουργός Νετανιάχου απέπεμψε χθες Κυριακή τον υπουργό Άμυνας της κυβέρνησής του, τον Γιοάβ Γκάλαντ, που κάλεσε μια ημέρα νωρίτερα να ανασταλεί για έναν μήνα η αμφιλεγόμενη διαδικασία μεταρρύθμισης του δικαστικού συστήματος που θέλει η συμπολίτευση. Η εξέλιξη έβγαλε αμέσως χιλιάδες διαδηλωτές στους δρόμους του Τελ Αβίβ.
Η σημερινή κυβέρνηση Νετανιάχου, από τις πιο δεξιές στην ιστορία του Ισραήλ, επιδιώκει με τη μεταρρύθμιση που προωθεί να αυξηθεί η εξουσία του κοινοβουλίου έναντι αυτής του δικαστικού συστήματος. Για τους επικριτές της μεταρρύθμισης, απειλεί τον δημοκρατικό χαρακτήρα του κράτους του Ισραήλ και μπορεί να επιτρέψει να ακυρωθεί η πιθανή καταδίκη του κ. Νετανιάχου, που δικάζεται για υποθέσεις διαφθοράς.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ