Στις αποφάσεις των κεντρικών τραπεζών σε ΗΠΑ και Ευρωζώνη στρέφεται το ενδιαφέρον των αναλυτών, με τις νομισματικές αρχές να συνεχίζουν την προσπάθεια αναχαίτισης του πληθωρισμού.
Ωστόσο, το περιβάλλον της αυξημένης χρηματοπιστωτικής αστάθειας και της κλιμακούμενης οικονομικής επιβράδυνσης φαίνεται ότι μας οδηγεί σιγά – σιγά προς το τέλος της «σφιχτής» πολιτικής.
Η Federal Reserve, απόψε στις 9.00 (ώρα Ελλάδος), εκτός απροόπτου θα ανακοινώσει μια νέα αύξηση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης, στο εύρος 5% – 5,25%. Δηλαδή στο υψηλότερο από το 2007.
Αυτή όμως, κατά πάσα πιθανότητα, θα είναι και η τελευταία παρέμβαση εκ μέρους της Fed, η οποία θα ρίξει τίτλους τέλους στον τρέχοντα κύκλο σύσφιγξης -έναν από τους πλέον επιθετικούς σ’ όλη την ιστορία της κεντρικής τράπεζας.
Η διαφαινόμενη «παύση», φυσικά, σχετίζεται με τις επίμονες πιέσεις στον χρηματοπιστωτικό κλάδο των ΗΠΑ, καθώς μετά τις Silicon Valley Bank και Signature Bank ήρθε και η σειρά της First Republic Bank να κηρύξει χρεοκοπία.
Δεν είναι τυχαίο ότι το βράδυ της Τρίτης οι μετοχές των περιφερειακών τραπεζών στη Wall Street υπέστησαν ένα ευρύ sell off, καθώς οι αναλυτές πιστεύουν ότι έπονται κι άλλες καταρρεύσεις στον τραπεζικό τομέα.
Υπό τον φόβο μιας ανεξέλεγκτης κατάστασης, λοιπόν, η Federal Reserve ετοιμάζεται να ανακρούει πρύμναν και να βάλει «φρένο» στις αυξήσεις επιτοκίων, οι οποίες ναι μεν αναχαιτίζουν τον πληθωρισμό, αλλά ταυτόχρονα προκαλούν πολλαπλά προβλήματα στην οικονομία και στο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
«Ακούμε ολοένα και περισσότερο για μια παύση των αυξήσεων. Έτσι φαίνεται ότι θα συμβεί, αλλά η Fed γνωρίζει ότι η δουλειά με τον πληθωρισμό δεν έχει τελειώσει» σχολιάζει στο Bloomberg o Μίκαελ Φερόλι, αναλυτής της JP Morgan.
Αρκετοί Αμερικανοί βουλευτές, κυρίως του Δημοκρατικού Κόμματος, έχουν επανειλημμένως ζητήσει από τη Fed να σταματήσει τις αυξήσεις επιτοκίων, προειδοποιώντας ότι η τραπεζική αναταραχή και τα υψηλότερα επιτόκια καθιστούν την οικονομία πιο ευάλωτη.
Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, ο πληθωρισμός (5% τον Μάρτιο) παραμένει σε επίπεδα αισθητά υψηλότερα του στόχου του 2%, γεγονός το οποίο υποδεικνύει ότι η δουλειά δεν έχει τελειώσει ακόμη.
«Η Fed θα πρέπει να παραμείνει εστιασμένη στον πληθωρισμό. Υπάρχουν τόσα πολλά εργαλεία για να αντιμετωπίσει τα τραπεζικά προβλήματα» εξηγεί η Βερόνικα Κλαρκ, οικονομολόγος της Citigroup.
Ας σημειωθεί, βέβαια, ότι το τελευταίο διάστημα υπάρχουν ορισμένα μακροοικονομικά στοιχεία, όπως οι καταναλωτικές δαπάνες και ο τραπεζικός δανεισμός, τα οποία δείχνουν ότι ο δείκτης τιμών καταναλωτή θα αποκλιμακωθεί περαιτέρω το επόμενο διάστημα.
Την Πέμπτη η απόφαση της ΕΚΤ