Τα τελευταία χρόνια είχε αποσυρθεί από κάθε κοινωνική εκδήλωση σφραγίζοντας με την απουσία του τον δημόσιο χώρο στον οποίο πρωταγωνιστούσε πολιτικά πάνω από τέσσερις δεκαετίες… Από την περίοδο της πανδημίας και μετά, με επιβαρυμένη υγεία, δεν βγήκε πότε ξανά από το σπίτι του στην πλατεία Κολωνακίου. Οι τακτικοί θαμώνες του καταξιωμένου καφέ ρεστοράν «Βιβλιοθήκη», στο ισόγειο της πολυκατοικίας όπου διέμενε, δεν τον ξαναντάμωσαν ούτε για μια βιαστική καλημέρα στο πεζοδρόμιο. Ο εξωστρεφής, χιουμορίστας και φίλος της καλής παρέας Θεόδωρος Πάγκαλος είχε απομονωθεί στο σχεδόν 75 τ.μ. διαμέρισμά του που έβλεπε στο πίσω μέρος της πλατείας προς την οδό Νεοφύτου Βάμβα. Αισθητά αδυνατισμένος και με έντονα κινητικά προβλήματα, περιστοιχιζόταν από υπερφορτωμένες βιβλιοθήκες που πιστοποιούσαν ένα ελάχιστο μέρος της ευρυμάθειάς του. Στους τοίχους δέσποζαν αναρτημένες κορνίζες με πορτρέτα, φωτογραφίες, διπλώματα και βραβεύσεις, καθώς και σπαθιά, τουφέκια και λοιπά κειμήλια των προγόνων του, τα οποία είχε μεταφέρει από το σπίτι του στα Καλύβια όπου κάποτε κατοικούσε. Δεχόταν αραιά και πού επισκέψεις από φίλους και παλιούς συνεργάτες.
Τακτικά τη βαριά μοναξιά του τη διέκοπταν, ανοίγοντας μια χαραμάδα ζωντάνιας, τα πέντε παιδιά του από τους τρεις γάμους του. Η μεγαλύτερη κόρη του η Αριάδνη, μέλος της Συμφωνικής Ορχήστρας του Δήμου Αθηναίων, ο Λύσανδρος, πρώην καθηγητής κολύμβησης στο Μάντσεστερ, οι δίδυμοι γιοι του, ο Θεόδωρος, φοιτητής Νομικής στην Κομοτηνή, και ο Ανδρέας, φοιτητής Ιστορίας στην Κέρκυρα, καθώς και η μικρή κόρη του Γεωργία, φοιτήτρια στο Πάντειο. Μαζί τους μοιραζόταν στιγμές χαράς, ζεστής επικοινωνίας και συναισθηματικής στοργής. Σχεδόν καθηλωμένος πια στους τέσσερις τοίχους, δεν είχε άλλη ευκαιρία διεξόδου στον υποχρεωτικό εγκλεισμό του. Οι αλλοτινές εξορμήσεις του στο γήπεδο «Γ. Καραϊσκάκης», οι περιστασιακές μετακινήσεις του στην αγαπημένη του Λίμνη της Βουλιαγμένης και στο Λαγονήσι για κολύμπι, καθώς και οι αποδράσεις του στην Τζια -όπου είχε αγοράσει προ αμνημονεύτων χρόνων μια αγροτική «καθοικιά», έχτισε μικρό εξοχικό και φύτευε το χωραφάκι του στην ερημική περιοχή του Προφήτη Ηλία που δεν έβλεπε ούτε με κιάλι τη θάλασσα- ήταν πλέον οριστικά παρελθόν.
Μαζί πήγαν αμετάκλητα περίπατο και οι κεφάτες γαστρονομικές περιηγήσεις του σε ταβέρνες και μεζεδοπωλεία της πρώην εκλογικής του περιφέρειες στο τέως Υπόλοιπο Αττικής. Δεν διένυε την καλύτερη περίοδο πλησιάζοντας το λυκόφως της ζωής του. Οι παλιές παρέες του αραίωναν και άδειαζαν βαθμιαία από μέλη.
«Δεν έκανες τα κουμάντα σου;»
Εν τω μεταξύ, από τον Μάιο του 2012, όταν αποφάσισε πριν από τις εθνικές εκλογές εκείνης της χρονιάς να αποσυρθεί από τη Βουλή -μετά από 32 χρόνια αδιάλειπτης παρουσίας στο Σωμα και θητείας 20 ετών σε κρίσιμα υπουργικά πόστα-, του προστεθήκαν απρόοπτα και οικονομικά βάσανα. Αλλιώς τα είχε υπολογίσει και αλλιώς του τα έφερε η ζωή. Το διαμέρισμα όπου έμενε του το είχε κληροδοτήσει η πρώτη ξαδέλφη του πατέρα του. Μαζί με την αποδοχή της κληρονομιάς φορτώθηκε και τα χρέη πάνω από 300.000 ευρώ στην Εφορία της θείας του Αγλαΐας.
Η σύνταξή του κατασχέθηκε από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους για την αποπληρωμή των οφειλών. Εκτοτε ζούσε λιτά με περιορισμένα, αν όχι μηδαμινά, έσοδα τον μήνα. Διαμαρτυρόταν, αλλά ποιος τον άκουγε; Γι’ αυτόν τον πνευματώδη, κοσμοπολίτη και κατεξοχήν εύστροφο κανείς δεν φανταζόταν ότι μπαίνοντας στην ένατη δεκαετία του βίου του δεν θα είχε την άνεση να ζει με αξιοπρέπεια. «Μα καλά, βρε Θόδωρε», τον ρωτούσαν οι φίλοι του, «τόσα χρόνια στη πολιτική και δεν έκανες τα κουμάντα σου;». Θύμωνε και αγρίευε για τους διόλου αφελείς υπαινιγμούς που άφηνε ένα τέτοιο ερώτημα. Αλλά δεν εκδηλωνόταν εριστικά και φωνακλάδικα. Η αυτοκυριαρχία του τον έκανε φλεγματικό αλλά ποτέ κυνικό. Σε ένα πολύ κοντινό προσωπικό του φίλο, άλλωστε, είχε εκμυστηρευτεί ότι «έκανα λάθη και γκάφες, αλλά το δάχτυλο στο μέλι δεν το βούτηξα ποτέ». Προτιμούσε να ενσαρκώνει με αυτογνωσία την έννοια του αδέσμευτου, χωρίς εξαρτήσεις, διανοούμενου που είχε επίγνωση του ρόλου του. Με το φλογερό ταμπεραμέντο του φρόντιζε ώστε ο δημόσιος διάλογος να μην είναι πληκτικός. Είχε το ταλέντο ενός πολιτικού πυροτεχνουργού που διέθετε την επιδεξιότητα να πυροδοτεί ή να απενεργοποιεί θορυβώδεις ρητορικές βόμβες.
Πολιτική αφύπνιση