Η δράση της εγκληματικής οργάνωσης, που φέρεται να αριθμούσε συνολικά 29 μέλη, χρονολογείται από το 2018, ενώ η συνολική ζημιά που προκλήθηκε στις παθούσες επιχειρήσεις φέρεται να ανέρχεται σε 2,6 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με πληροφορίες, μετά τη δημοσιοποιήση των στοιχείων και των φωτογραφιών των «19» κατηγορουμένων, κατόπιν εισαγγελικής διάταξης, δεν αποκλείεται ο αριθμός των επιχειρηματιών που ενδεχομένως έχουν πέσει θύματα της εγκληματικής οργάνωσης να αυξηθεί και οι περισσότεροι να σπεύσουν στις αστυνομικές και τις δικαστικές αρχές.
Πώς δρούσε η εγκληματική οργάνωση
Σχετικά με τον τρόπο που η εγκληματική οργάνωση κατάφερνε να εξαπατά τα θύματά της και να αποσπά τεράστια χρηματικά πόσα, είχε αναφερθεί η ΕΛ.ΑΣ. σε ανακοίνωσή της, στις 24 Ιουνίου 2022.
Ειδικότερα, στο πλαίσιο διερεύνησης της υπόθεσης από την αστυνομική έρευνα προέκυψε ότι οι διευθύνοντες την εγκληματική οργάνωση ίδρυσαν συνολικά εννέα εταιρείες – μορφώματα (Μονοπρόσωπες Ιδιωτικές Κεφαλαιουχικές Εταιρείες – Μ.Ι.Κ.Ε.) σε ονόματα μελών της ή χρησιμοποίησαν τέσσερις προϋπάρχουσες εταιρείες και ενοικίαζαν αποθηκευτικούς χώρους και γραφεία προκειμένου να προσδίδουν κύρος και να δημιουργείται η εικόνα υγιών εταιρειών.
Στη συνέχεια, παρουσιάζονταν ψευδώς ως φερέγγυες στις οικονομικές τους συναλλαγές από μέλη της εγκληματικής οργάνωσης με άριστη γνώση της επικρατούσας κατάστασης στην αγορά και το χώρο του εμπορίου και με τον τρόπο αυτό δημιουργούσαν την πλασματική αίσθηση ύπαρξης ασφαλών συνθηκών και συναλλακτικών όρων και έπειθαν τις παθούσες επιχειρήσεις να έρθουν σε συναλλαγή μαζί τους.
Έπειτα, είτε με τη χρήση μεταχρονολογημένων επιταγών, που κατά την ημέρα πληρωμής τους αποδείχθηκαν ακάλυπτες, είτε με την κατάρτιση και χρήση πλαστών τραπεζικών αποδεικτικών κατάθεσης χρηματικών εμβασμάτων, είτε με τη διαβεβαίωση πληρωμής της αξίας των εμπορευμάτων που απέσπασαν σε επόμενες παραγγελίες – παραλαβές εμπορευμάτων που θα ακολουθούσαν, αποσπούσαν από έτερες επιχειρήσεις τα προϊόντα τους, χωρίς να καταβάλλουν το αντίτιμο, τα οποία στη συνέχεια πωλούσαν σε ελκυστικές – χαμηλότερες τιμές σε τρίτους, με σκοπό να αποκομίσουν άμεσα παράνομο περιουσιακό όφελος.
Όταν αποκαλύπτονταν η παράνομη δραστηριότητά τους, την περίοδο εμφάνισης των επιταγών προς πληρωμή, όπου αποδεικνυόταν ότι αυτές ήταν ακάλυπτες, οι δράστες εγκατέλειπαν τους χώρους – γραφεία που είχαν ενοικιάσει για την λειτουργία τους. Με την παραλαβή των εμπορευμάτων προερχόμενες από τις παθούσες εταιρείες, αυτά μεταφέρονταν σε άλλους αποθηκευτικούς χώρους ή προς πώληση σε τρίτους αγοραστές, με τη χρήση παραστατικών – δελτίων αποστολής άλλων εταιρειών Μ.Ι.Κ.Ε. που εξυπηρετούσαν τους σκοπούς της εν λόγω εγκληματικής οργάνωσης, με αποτέλεσμα να καθίσταται δυσχερής ο εντοπισμός των εμπορευμάτων που είχαν αποσπάσει.
Με την παραπάνω μεθοδολογία, προέκυψε ότι κατά το χρονικό διάστημα από το μήνα Φεβρουάριο του έτους 2018 έως και τουλάχιστον τον Νοέμβριο του έτους 2021 , η εγκληματική οργάνωση απέσπασε εμπορικά προϊόντα (κυρίως τρόφιμα και ποτά) από 33 επιχειρήσεις και χρηματικό ποσό από μία ακόμα επιχείρηση, με το συνολικό παράνομο περιουσιακό όφελος που έχει αποκομίσει να ανέρχεται στο ποσό των (2.653.163,42) ευρώ, προκαλώντας τους ισόποση οικονομική ζημία. Επιπλέον, σε δύο από τις παραπάνω παθούσες εταιρείες έγινε απόπειρα πρόκλησης συνολικής οικονομικής ζημίας ύψους (58.760) ευρώ.
Κατά το χρονικό διάστημα που διήρκεσε η αστυνομική έρευνα, πραγματοποιήθηκαν νομότυπες έρευνες συνολικά σε (3) αποθήκες, (4) γραφεία εταιρειών, (3) αυτοκίνητα, (5) οικίες, (18) καταστήματα σούπερ μάρκετ, καθώς και σωματικές έρευνες εμπλεκομένων ατόμων, κατά τις οποίες βρέθηκαν και κατασχέθηκαν:
(62) τόνοι και (575) κιλά πατατόσπορου,
(24.504) συσκευασίες προϊόντος οξοποιίας,