Σε εξέλιξη βρίσκεται η Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ που θα αποφασίσει τον οδικό χάρτη για την εκλογή νέου προέδρου αλλά και την στάση του κόμματος στις αυτοδιοικητικές εκλογές, ενώ θα υποβληθούν οι υποψηφιότητες για την ηγεσία.
Τις υποψηφιότητές τους κατέθεσαν πριν από λίγο για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ο Στέφανος Τζουμάκας, ο Νίκος Παππάς και ο Παύλος Πολάκης. Υπενθυμίζεται ότι ήδη έχουν ανακοινώσει δημοσίως τις υποψηφιότητές τους η Έφη Αχτσιόγλου και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος.
Η συνεδρίαση που χαρακτηρίζεται «ιστορική» είναι κλειστή για τα Μέσα Ενημέρωσης και αναμένεται να γίνει και μία πρώτη συζήτηση για το εκλογικό αποτέλεσμα. Παράλληλα αναμένεται να συζητηθούν οι εκλογές για την Τοπική Αυτοδιοίκηση και να εξουσιοδοτηθεί η Πολιτική Γραμματεία για τους περαιτέρω χειρισμούς και τις συγκεκριμένες υποψηφιότητες για της περιφέρειες και τους δήμους.
Στην συνεδρίαση δεν παραβρίσκεται ο απερχόμενος πρόεδρος του κόμματος, Αλέξης Τσίπρας.
Αχτσιόγλου: «Νέο σύγχρονο αριστερό κόμμα κορμός και βασικός εκφραστής του δημοκρατικού προοδευτικού κόσμου
Την πρότασή της για την ανασυγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στην κατεύθυνση ενός «νέου σύγχρονου αριστερού κόμματος που μπορεί να είναι ο κορμός, το κέντρο και ο βασικός εκφραστής του δημοκρατικού και προοδευτικού κόσμου», ανέπτυξε η Έφη Αχτσιόγλου καταθέτοντας επισήμως την υποψηφιότητά της για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
«Χρειαζόμαστε έναν νέο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Έναν ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ μεθοδικό, αποτελεσματικό, σύγχρονο», ανέφερε χαρακτηριστικά η κ. Αχτσιόγλου.
Αναφέρθηκε στο αποτέλεσμα των εκλογών λέγοντας ότι «συνιστά μια τομή, όχι μόνο για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, αλλά και για την ελληνική κοινωνία» ενώ υπογράμμισε ότι «οι αντιθέσεις που οξύνονται διαρκώς και στην παρούσα φάση ενισχύουν το δεξιό άκρο του πολιτικού φάσματος». Υπογράμμισε την ανάγκη πολιτικής αντεπίθεσης που σαν προυπόθεση έχει «να κατανοήσουμε τα αίτια της πολιτικής μας ήττας» και πρόσθεσε: «η κατανόηση της σημερινής μας συνθήκης οφείλει να συμβαδίσει με την ανασυγκρότηση του κόμματος».
Η κ. Αχτσιόγλου υποστήριξε ότι είναι απλουστευτικό και λανθασμένο το ερώτημα για το αν ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να κινηθεί προς τα αριστερά ή προς το Κέντρο. Αφού σημείωσε ότι «τα πολιτικά μου διαπιστευτήρια τα έδωσα εκεί που έπρεπε, στον κόσμο της εργασίας» ανέπτυξε την θέση της υπό μορφή ερωτημάτων: «Είναι αριστερή ή κεντρώα σήμερα η υπεράσπιση του κόσμου της εργασίας; Με στόχο την αύξηση των μισθών στο μερίδιο του ΑΕΠ, τη ρύθμιση της αγοράς εργασίας και την ενίσχυση της διαπραγματευτικής δύναμης των εργαζομένων;
Είναι αριστερή ή κεντρώα σήμερα η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης;
Είναι αριστερό ή κεντρώο σήμερα να προτάξουμε την ανθρωπιστική διαχείριση του μεταναστευτικού και του προσφυγικού, να υπερασπιζόμαστε τους κανόνες του διεθνούς δικαίου;
Είναι αριστερή ή κεντρώα πολιτική σήμερα να υπερασπιστούμε τον δημόσιο χαρακτήρα των υποδομών, το κοινωνικό κράτος, το δημόσιο πανεπιστήμιο, τα κοινά αγαθά;
Είναι αριστερή ή κεντρώα σήμερα μια πολιτική που θέτει στο επίκεντρο το θέμα της αναδιανομής, δεν μιλά γενικά και αόριστα για τις ανισότητες, αλλά προτάσσει συγκεκριμένες πολιτικές, ενάντια στη νόμιμη φοροαποφυγή ή την φοροδιαφυγή του ακραίου πλούτου και των κερδών;
Είναι αριστερή ή κεντρώα σήμερα μια πολιτική που διεκδικεί την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας ώστε να μην ανοίξει ένας νέος κύκλος λιτότητας στην Ευρώπη;
Είναι τελικά αριστερό ή κεντρώο να υπερασπιστούμε μια ενεργητική και πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, όπως αυτή που άσκησε ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση, και οδήγησε σε μια από τις κορυφαίες παρακαταθήκες του Αλέξη Τσίπρα, στη Συμφωνία των Πρεσπών;».
Απαντώντας υπογράμμισε ότι «είναι αυτές τις αρχές και αυτούς τους πολιτικούς στόχους που θέλουμε να υπηρετήσουμε».
Αναφέρθηκε στη οικονομία λέγοντας «να επεξεργαστούμε και να μιλήσουμε συγκεκριμένα για το πώς θα διαμορφώσουμε ένα αναπτυξιακό μοντέλο και παραγωγικά καινοτόμο, ένα μοντέλο συμπεριληπτικής ανάπτυξης, να μιλήσουμε για μια προοδευτική φορολογική μεταρρύθμιση, για το επενδυτικό περιβάλλον, και την ανάγκη βαθέων τομών και μεταρρυθμίσεων στη δημόσια διοίκηση αλλά και στην ταχύτητα της απονομής της δικαιοσύνης, για στήριξη με συγκεκριμένες πολιτικές συνεργατικών εγχειρημάτων ΜμΕ που μπορούν να πρωταγωνιστήσουν στην οικονομία της γνώσης και της καινοτομίας».
Για την εργασία είπε ότι «Είναι φανερό ότι οι θέσεις μας δεν μπορούν να περιορίζονται στην αποκατάσταση θεσμών του παρελθόντος. Πρέπει να μιλήσουμε για τις σύγχρονες ανάγκες με προωθητικό τρόπο».
Ειδική αναφορά έκανε στις σχέσεις με την Τουρκία εξαπολύοντας ταυτόχρονα επίθεση στον Κυριάκο Μητσοτάκη: «Σε ό,τι αφορά τη σχέση μας με την Τουρκία, αποδείχθηκε τα προηγούμενα χρόνια ότι μόνο οι εξοπλισμοί και οι αμυντικές συμφωνίες δεν αρκούν για να αποκτήσει το αίσθημα ασφάλειας ο Έλληνας πολίτης. Επιπλέον αποδείχθηκε για μια ακόμη φορά μετά τις Πρέσπες ότι ο κ. Μητσοτάκης δεν διστάζει να επιτεθεί στους πολιτικούς του αντιπάλους με όρους πατριδοκαπηλίας, για να μας παρουσιάσει ως “εθνική εξαίρεση”. Αυτές είναι οι λογικές που συνέβαλλαν και στην άνοδο της ακροδεξιάς στην Ελλάδα. Η επανεκκίνηση του διαλόγου με την Τουρκία σε συνέχεια της δυναμικής που δημιουργήθηκε μετά τους σεισμούς είναι θετική εξέλιξη. Αλλά χρειαζόμαστε έναν συγκροτημένο διάλογο στη βάση του διεθνούς δικαίου. Που δεν θα περιορίζεται σε απλή ανταλλαγή επισκέψεων αλλά θα βασίζεται στην ανάπτυξη Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης. Που θα έχει σαφείς κόκκινες γραμμές, σαφή προοπτική την προσφυγή στη Χάγη για υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ και θα εντάσσει τα ελληνοτουρκικά στις ευρωτουρκικές σχέσεις. Αναμένουμε άμεσα ενημέρωση και ξεκάθαρες απαντήσεις από την κυβέρνηση για την συνάντηση με τον κ. Ερντογάν διότι οι δηλώσεις Μητσοτάκη δημιούργησαν σοβαρά ερωτηματικά».
Κλείνοντας η κ. Αχτσιόγλου εξέφρασε την πεποίθησή της ότι «η ηγεμονία της ΝΔ μπορεί να αντιστραφεί. Ο οικονομικός κύκλος λιτότητας που ανοίγει δεν αφήνει πολλά περιθώρια σε μια νεοφιλελεύθερη πολιτική να τις διατηρήσει. Το μεγάλο ερώτημα είναι ποιον θα βρει η Νέα Δημοκρατία απέναντι της. Ένα αδύναμο, εσωστρεφή και χωρίς κυβερνητική προοπτική ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ; Ή έναν ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ προγραμματικά, πολιτικά, και οργανωτικά έτοιμο;».
Την πρότασή της για την ανασυγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στην κατεύθυνση ενός «νέου σύγχρονου αριστερού κόμματος που μπορεί να είναι ο κορμός, το κέντρο και ο βασικός εκφραστής του δημοκρατικού και προοδευτικού κόσμου», ανέπτυξε η Έφη Αχτσιόγλου καταθέτοντας επισήμως την υποψηφιότητά της για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
«Χρειαζόμαστε έναν νέο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Έναν ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ μεθοδικό, αποτελεσματικό, σύγχρονο», ανέφερε χαρακτηριστικά η κ. Αχτσιόγλου.
Αναφέρθηκε στο αποτέλεσμα των εκλογών λέγοντας ότι «συνιστά μια τομή, όχι μόνο για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, αλλά και για την ελληνική κοινωνία» ενώ υπογράμμισε ότι «οι αντιθέσεις που οξύνονται διαρκώς και στην παρούσα φάση ενισχύουν το δεξιό άκρο του πολιτικού φάσματος». Υπογράμμισε την ανάγκη πολιτικής αντεπίθεσης που σαν προυπόθεση έχει «να κατανοήσουμε τα αίτια της πολιτικής μας ήττας» και πρόσθεσε: «η κατανόηση της σημερινής μας συνθήκης οφείλει να συμβαδίσει με την ανασυγκρότηση του κόμματος».
Η κ. Αχτσιόγλου υποστήριξε ότι είναι απλουστευτικό και λανθασμένο το ερώτημα για το αν ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να κινηθεί προς τα αριστερά ή προς το Κέντρο. Αφού σημείωσε ότι «τα πολιτικά μου διαπιστευτήρια τα έδωσα εκεί που έπρεπε, στον κόσμο της εργασίας» ανέπτυξε την θέση της υπό μορφή ερωτημάτων: «Είναι αριστερή ή κεντρώα σήμερα η υπεράσπιση του κόσμου της εργασίας; Με στόχο την αύξηση των μισθών στο μερίδιο του ΑΕΠ, τη ρύθμιση της αγοράς εργασίας και την ενίσχυση της διαπραγματευτικής δύναμης των εργαζομένων;
Είναι αριστερή ή κεντρώα σήμερα η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης;
Είναι αριστερό ή κεντρώο σήμερα να προτάξουμε την ανθρωπιστική διαχείριση του μεταναστευτικού και του προσφυγικού, να υπερασπιζόμαστε τους κανόνες του διεθνούς δικαίου;
Είναι αριστερή ή κεντρώα πολιτική σήμερα να υπερασπιστούμε τον δημόσιο χαρακτήρα των υποδομών, το κοινωνικό κράτος, το δημόσιο πανεπιστήμιο, τα κοινά αγαθά;
Είναι αριστερή ή κεντρώα σήμερα μια πολιτική που θέτει στο επίκεντρο το θέμα της αναδιανομής, δεν μιλά γενικά και αόριστα για τις ανισότητες, αλλά προτάσσει συγκεκριμένες πολιτικές, ενάντια στη νόμιμη φοροαποφυγή ή την φοροδιαφυγή του ακραίου πλούτου και των κερδών;
Είναι αριστερή ή κεντρώα σήμερα μια πολιτική που διεκδικεί την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας ώστε να μην ανοίξει ένας νέος κύκλος λιτότητας στην Ευρώπη;
Είναι τελικά αριστερό ή κεντρώο να υπερασπιστούμε μια ενεργητική και πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, όπως αυτή που άσκησε ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση, και οδήγησε σε μια από τις κορυφαίες παρακαταθήκες του Αλέξη Τσίπρα, στη Συμφωνία των Πρεσπών;».
Απαντώντας υπογράμμισε ότι «είναι αυτές τις αρχές και αυτούς τους πολιτικούς στόχους που θέλουμε να υπηρετήσουμε».
Αναφέρθηκε στη οικονομία λέγοντας «να επεξεργαστούμε και να μιλήσουμε συγκεκριμένα για το πώς θα διαμορφώσουμε ένα αναπτυξιακό μοντέλο και παραγωγικά καινοτόμο, ένα μοντέλο συμπεριληπτικής ανάπτυξης, να μιλήσουμε για μια προοδευτική φορολογική μεταρρύθμιση, για το επενδυτικό περιβάλλον, και την ανάγκη βαθέων τομών και μεταρρυθμίσεων στη δημόσια διοίκηση αλλά και στην ταχύτητα της απονομής της δικαιοσύνης, για στήριξη με συγκεκριμένες πολιτικές συνεργατικών εγχειρημάτων ΜμΕ που μπορούν να πρωταγωνιστήσουν στην οικονομία της γνώσης και της καινοτομίας».
Για την εργασία είπε ότι «Είναι φανερό ότι οι θέσεις μας δεν μπορούν να περιορίζονται στην αποκατάσταση θεσμών του παρελθόντος. Πρέπει να μιλήσουμε για τις σύγχρονες ανάγκες με προωθητικό τρόπο».
Ειδική αναφορά έκανε στις σχέσεις με την Τουρκία εξαπολύοντας ταυτόχρονα επίθεση στον Κυριάκο Μητσοτάκη: «Σε ό,τι αφορά τη σχέση μας με την Τουρκία, αποδείχθηκε τα προηγούμενα χρόνια ότι μόνο οι εξοπλισμοί και οι αμυντικές συμφωνίες δεν αρκούν για να αποκτήσει το αίσθημα ασφάλειας ο Έλληνας πολίτης. Επιπλέον αποδείχθηκε για μια ακόμη φορά μετά τις Πρέσπες ότι ο κ. Μητσοτάκης δεν διστάζει να επιτεθεί στους πολιτικούς του αντιπάλους με όρους πατριδοκαπηλίας, για να μας παρουσιάσει ως “εθνική εξαίρεση”. Αυτές είναι οι λογικές που συνέβαλλαν και στην άνοδο της ακροδεξιάς στην Ελλάδα. Η επανεκκίνηση του διαλόγου με την Τουρκία σε συνέχεια της δυναμικής που δημιουργήθηκε μετά τους σεισμούς είναι θετική εξέλιξη. Αλλά χρειαζόμαστε έναν συγκροτημένο διάλογο στη βάση του διεθνούς δικαίου. Που δεν θα περιορίζεται σε απλή ανταλλαγή επισκέψεων αλλά θα βασίζεται στην ανάπτυξη Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης. Που θα έχει σαφείς κόκκινες γραμμές, σαφή προοπτική την προσφυγή στη Χάγη για υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ και θα εντάσσει τα ελληνοτουρκικά στις ευρωτουρκικές σχέσεις. Αναμένουμε άμεσα ενημέρωση και ξεκάθαρες απαντήσεις από την κυβέρνηση για την συνάντηση με τον κ. Ερντογάν διότι οι δηλώσεις Μητσοτάκη δημιούργησαν σοβαρά ερωτηματικά».
Κλείνοντας η κ. Αχτσιόγλου εξέφρασε την πεποίθησή της ότι «η ηγεμονία της ΝΔ μπορεί να αντιστραφεί. Ο οικονομικός κύκλος λιτότητας που ανοίγει δεν αφήνει πολλά περιθώρια σε μια νεοφιλελεύθερη πολιτική να τις διατηρήσει. Το μεγάλο ερώτημα είναι ποιον θα βρει η Νέα Δημοκρατία απέναντι της. Ένα αδύναμο, εσωστρεφή και χωρίς κυβερνητική προοπτική ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ; Ή έναν ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ προγραμματικά, πολιτικά, και οργανωτικά έτοιμο;».
Τζουμάκας: Ο ΣΥΡΙΖΑ χρειάζεται ιδεολογική και πολιτική ανασύνταξη
Στην εισήγησή του με την οποία υπέβαλλε και την υποψηφιότητά του ο κ. Τζουμάκας αναφέρεται στις πρόσφατες εξελίξεις: «Η χώρα μας αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα, συνεχιζόμενη υποβόσκουσα κρίση στην οικονομία, παραγωγική αναιμία, άδικη και διανομή του παραγόμενου πλούτου, ανεξάρτητα από τις διαχειριστικές επιλογές που προβάλλει η κυβέρνηση ως δήθεν λύσεις». Σε αυτά συνεχίζει ο κ. Τζουμάκας προστίθεται «η ερήμην της βουλής και του ελληνικού λαού προσχώρηση στην λογική των συμβιβασμών που χαρακτηρίζει τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς στο Αιγαίο και το Κυπριακό, παραβιάζοντας πάγιες εθνικές θέσεις καθ’ υπόδειξη εξωτερικών παραγόντων».
Στο πλαίσιο αυτό υπογραμμίζει, «το κόμμα μας χρειάζεται ιδεολογική και πολιτική ανασύνταξη, οργανωτική διεύρυνση και νέο σχέδιο δράσης με θέσεις και πρωτοβουλίες που θα κινητοποιούν την κοινωνία σε δημιουργική αγωνιστική στάση και σε επιδίωξη λύσεων».
Όσο για το κόμμα σημειώνει:
Χρειαζόμαστε ανοικτό Πολιτικό κόμμα και επίσης Λαικό και Πολιτικό Κόμμα.
Συνδικαλιστικές παρατάξεις στους χώρους που δρουν οι πολίτες και οι νέοι.
Καταστατικές αλλαγές καθώς και θεσμοθέτηση θέσης αντιπροέδρου στο κόμμα.
Σβίγγου: Να απαντήσουμε στα βασανιστικά ερωτήματα της ήττας
Η γραμματέας της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ, Ράνια Σβίγγου στην εισήγησή της τόνισε ότι «καλούμαστε σήμερα, με αίσθημα ευθύνης, με συλλογικό προβληματισμό και συλλογική προσπάθεια, να χαράξουμε το δρόμο που βήμα-βήμα θα οδηγήσει το κόμμα μας σ’ αυτό που ο Αλέξης Τσίπρας χαρακτήρισε νέο κύμα του ΣΥΡΙΖΑ».
Ζήτησε να χαράξουν τον οδικό χάρτη για το νέο κύμα του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ μίλησε πολύ θερμά για την περίοδο της ηγεσίας του Αλέξη Τσίπρα σημειώνοντας ότι «θα είναι παρών, μαζί μας σε όλη τη ζωή και τη δράση του ΣΥΡΙΖΑ. Ακόμα κι αν όπως σήμερα απουσιάζει, γιατί πιστεύει ότι έτσι απαιτεί η δέσμευσή του να παραμερίσει για να περάσει το νέο κύμα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ».
Η γραμματέας του κόμματος επεσήμανε ακόμη ότι «μας βαραίνει όλες και όλους η σοβαρή εκλογική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και η εκλογική επικράτηση της ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη» και τόνισε ότι «οφείλουμε καθαρές απαντήσεις στα βασανιστικά ερωτήματα:
Πώς και γιατί χάσαμε σε ιστορικά προπύργια του προοδευτικού χώρου, σε λαϊκές γειτονιές, στη νεολαία και σε στρώματα που στήριξαν τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ακόμα και στην ήττα του 2019.
Πώς και γιατί δεν πείσαμε ότι η δική μας προγραμματική πρόταση είναι ρεαλιστική και εφαρμόσιμη. Με τον εγκλωβισμό μας και σε μια λανθασμένη στρατηγική της απλής αναλογικής που κάθε προεκλογική μέρα που περνούσε έκανε το σχέδιό μας και λιγότερο πειστικό.
Και φυσικά, πως και γιατί επιτρέψαμε να δοθεί μια εικόνα βαβέλ, με άστοχες δηλώσεις, με αυτοσχεδιασμούς, με ακατανόητους ναρκισσιμούς που θόλωναν το μήνυμα μας και γκρέμιζαν την αξιοπιστία μας.
Εξέφρασε δε την αισιοδοξία ότι θα ακυρωθεί στην πράξη «η κακή παράδοση της Αριστεράς, που δυστυχώς μετατρέπει συχνά μια πολιτική ήττα σε εσωκομματική κρίση».
Σβίγγου: Να είναι υποψήφιοι στις περιφέρειες κεντρικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ
Ακόμη τόνισε ότι «δεν θα εκλέξουμε νέο πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ σε μια κλειστή διαδικασία, έξω από την κοινωνία, αλλά συνδέοντας όλη μας την προσπάθεια με την κοινωνία».
Ως προς τον οδικό χάρτη, σημείωσε ότι η πρόταση της Πολιτικής Γραμματείας προς την Κεντρική Επιτροπή είναι η εκλογή προέδρου να γίνει αρχές Σεπτεμβρίου, ώστε το κόμμα μας να είναι έτοιμο, υπό τη νέα ηγεσία, να δώσει τις επόμενες κρίσιμες μάχες. Και το Έκτακτο Συνέδριο να γίνει μετά τις αυτοδιοικητικές εκλογές. Φοβάμαι ότι μια μακρά διαδικασία για την εκλογή προέδρου εγκυμονεί κινδύνους για την αποτελεσματικότητα μας την επόμενη περίοδο, για την ικανότητά μας να ανταποκριθούμε στο ρόλο μας ως αξιωματική αντιπολίτευση».
Τέλος ως προς τις αυτοδιοικητικές εκλογές, για τις οποίες έκανε εισήγηση αμέσως μετά ο Χρήστος Σπίρτζης, η κα Σβίγγου είπε πως «ο αρχικός μας σχεδιασμός πρέπει να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες. Ο στόχος της ενίσχυσης των προοδευτικών αυτοδιοικητικών δυνάμεων παραμένει ίδιος, χρειάζονται όμως διαφορετικές κινήσεις και ανάγνωση της νέας συγκυρίας ώστε αυτός να επιτευχθεί» και πρότεινε να μπουν στην πρώτη γραμμή της μάχης κεντρικά στελέχη πρώτης γραμμής, ιδίως στις περιφέρειες.
Σπίρτζης: Έχουμε νέα δεδομένα, μετά τις εκλογές, προβληματίζονται όσοι είχαμε πλησιάσει
Από την πλευρά του ο Χρήστος Σπίρτζης κατά την εισήγησή του για τις αυτοδοικητικές εκλογές τόνισε πως «έχουμε νέα δεδομένα μετά τις εκλογές, με την αλλαγή στάσης από μεγάλο κομμάτι του δημοκρατικού κόσμου». Μάλιστα υποστήριξε ότι «υπάρχουν σκοπιμότητες για να δείξουν το βράδυ τον αυτοδιοικητικών ότι ο ΣΥΡΙΖΑ υποχωρεί στα ποσοστά του ακόμη περισσότερο» και πως «πλέον υπάρχει προβληματισμός σε κάποιους ανθρώπους που αρχικά είχαμε προσεγγίσει».
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο κ. Σπίρτζης στην τοποθέτησή του αναμένεται να προτείνει στη διαμόρφωση της στρατηγικής και της επιλογής των υποψηφίων να μπουν και οι υποψήφιοι πρόεδροι, για να γίνουν οι επιλογές των προσώπων και συνδυασμών που θα στηρίξει ο ΣΥΡΙΖΑ.