Μόλις πληροφορήθηκε ότι φωτιά καίει στο νησί της Ρόδου, ένας 24χρονος με καταγωγή από το ελληνικό νησί έφυγε από το Αμβούργο και επέστρεψε στη χώρα, για να ριχτεί στη «μάχη» της κατάσβεσης. Από την ώρα που έμαθε ότι στο νησί του έχει εκδηλωθεί μεγάλη πυρκαγιά, και η κατάσταση είναι αρκετά δύσκολη για τα μέσα πυρόσβεσης, δεν μπορούσε να ησυχάσει και πήρε την απόφαση να γυρίσει άρον-άρον για να βάλει κι αυτός το λιθαράκι του στην πρόσπαθεια να σωθεί το νησί μαζί με εκατοντάδες άλλους εθελοντές που συμμετείχαν.
«Είμαι ηλεκτρολόγος μηχανικός εργάζομαι στο Αμβούργο στη Γερμανία σε μία κατασκευαστική εταιρεία εδώ και έναν χρόνο και από τη δεύτερη μέρα της φωτιάς ήρθα πίσω αφού πήρα άδεια από το αφεντικό μου στη Γερμανία», δήλωσε ο 24χρονος Κώστας Ράπτης. Όπως λέει, έχει συμμετάσχει και σε άλλες φωτιές ως εθελοντής και προσθέτει: «Δεν μπορούσα να κλείσω μάτι. Το μυαλό μου βρίσκεται στη Ρόδο, και που είμαι εδώ δεν αποδίδω στη δουλειά… είπα στο αφεντικό μου που είναι Έλληνας και τον παρακάλεσα να μου δώσει άδεια.
«Πήγα σε όλα τα μέτωπα: Απόλλωνα, Βάτι, Γεννάδι. Φόρτωνα πολλά πράγματα από το Λύκειο της Κρεμαστής και τα πήγαινα στο μέτωπο της φωτιάς, στον Ερυθρό Σταυρό. Άφηνα το αμάξι και στη συνέχεια μαζί με άλλους μπαίναμε στα αυτοκίνητα πάνω σε καρότσες και με βυτία και μάνικες πηγαίναμε στη φωτιά» συνέχισε.
Μιλώντας για την εμπειρία του στο μέτωπο της φωτιάς είπε: «Αυτό το πράγμα δεν το είδα ποτέ ξανά από παιδιά της Ρόδου, οι προηγούμενες γενιές μάς κατηγορούσαν ότι είμαστε παιδιά των social και των tablet αλλά δώσαμε το παράδειγμα τελικά με αυτόν τον τρόπο. Ήταν πολύ επικίνδυνο, μπαίναμε στα μέτωπα και υπήρχαν και μερικές φορές που μας περικύκλωσε η φωτιά, βάζαμε φωνή να παρατήσουμε τη μάνικα και να σηκωθούμε να φύγουμε και όντως φεύγαμε. Υπήρχαν δύσκολες ώρες πραγματικά, όμως σε καμία περίπτωση δεν το μετάνιωσα».
Ο κ. Ράπτης λέει πως όταν σβήσει η φωτιά τότε θα φύγει ενώ μεταφέρει και το ενδιαφέρον που δείχνουν οι γνωστοί του από τη Γερμανία για το πώς πάει η φωτιά στη Ρόδο.
«Έτσι, ήρθα και παλεύω με τις φλόγες. Ειλικρινά, δε θα μπορούσα να μην έρθω. Μπορεί να λείπω αλλά τον πονάω τον τόπο μου. Πολλά παιδιά συμμετείχαν για πρώτη φορά στη φωτιά και δεν είχαν ούτε εμπειρία, ούτε γνώσεις για το πώς μπορούν να αντιμετωπίσουν ένα τέτοιο μέτωπο. Ήταν αυθόρμητο αλλά ακόμα κι έτσι μπορέσαμε να σώσουμε μεγάλο μέρος της Ρόδου. Οι κάτοικοι των χωριών μάς ευχαριστούσαν συνέχεια, από την πρώτη στιγμή ήταν μαζί μας. Υπήρχαν φορές που καθόμουν μόνος μου σε μία γωνιά μαυρισμένος και ερχόταν ένα παιδί με μία μητέρα και μου έδιναν φαγητό και νερό. Αυτό μου έδινε κουράγιο να σταθώ και πάλι στα πόδια μου».
Θάνος Ζέλκας: «Ένα τεράστιο κύμα αγάπης και αφοσίωσης το κέρδος που προέκυψε μέσα από αυτή την ανείπωτη τραγωδία»
«Ο εθελοντισμός ήταν πάντα μέσα μου. Στο άκουσμα του ξεσπάσματος της μεγάλης πυρκαγιάς θεώρησα καθήκον μου, όπως άλλωστε ο περισσότερος κόσμος, να κάνω ότι μπορώ για τον τόπο μου. Το πρώτο πράγμα που διαπίστωσα ήταν η έλλειψη γρήγορης, άμεσης και υπεύθυνης ενημέρωσης. Οπότε γνωρίζοντας αρκετά το χώρο της ενημέρωσης αποφάσισα να δημιουργήσω μία ροή ενημέρωσης στο προφίλ μου στο Facebook και να ανεβάζω πολύ σύντομα διασταυρωμένα νέα από τις πυρκαγιές» είπε.
Και συνέχισε: «Αυτή η ροή τελικά έγινε σημείο αναφοράς για να συντονιστούν πολλοί άνθρωποι που ήθελαν να προσφέρουν. Προσπαθώντας να κρατάω τη ροή ενεργή, στην αρχή πήγα στα σημεία συγκέντρωσης των επισκεπτών και ρωτούσα ποιες ήταν οι ανάγκες. Μαζί με γνωστούς και φίλους προσπαθήσαμε αυτές τις ανάγκες να τις καλύψουμε όσο το δυνατόν πιο άμεσα. Αυτό ήταν το πρώτο σκέλος. Με την ίδια ομάδα αποφασίσαμε να πάμε και στα κέντρα επιχειρήσεων και να βοηθήσουμε με όποιον τρόπο γίνεται», δηλώνει στη «Ροδιακή» ο Θάνος Ζέλκας από το Παραδείσι, εθελοντής κι εκείνος, για το πώς αποφάσισε να πάει στο μέτωπο της φωτιάς.
Πολύ σύντομα, όπως λέει, εντάχθηκε στους εθελοντές και ο παραγωγός Μανώλης Χατζηθεοδοσίου με μια υδροφόρα, μία αντλία και μία μάνικα 130 μέτρα. «Με αυτή την ομάδα γυρίσαμε όλες τις περιοχές για να βοηθήσουμε στην κατάσβεση δευτερογενών εστιών προκειμένου να προλάβουμε τις αναζωπυρώσεις. Παράλληλα καλύψαμε ανάγκες άλλων ομάδων στη δημιουργία αντιπυρικών ζωνών, μεταφέραμε φαγητό και φάρμακα προσφορά από όλο τον κόσμο που απλόχερα μας έδινε. Σε αυτή την ομάδα, που έχουμε γίνει σχεδόν οικογένεια, έχω και τον άτυπο ρόλο του ρεπόρτερ και του φωτογράφου. Όσο είμαστε στα αυτοκίνητα παρακολουθώ τα γεγονότα μέσω Διαδικτύου και προσωπικών επαφών και ενημερώνω τη ροή των ειδήσεων» αναφέρει.
Μιλώντας για τα συναισθήματά του όλες αυτές τις μέρες από το μέτωπο της φωτιάς τονίζει ότι είναι ανάμεικτα: «Εκ πρώτης έχω μία τεράστια θλίψη για όλη αυτή την καταστροφή που έχει γίνει στον τόπο μας. Ένας πόνος που έχει στοιχειώσει τον ύπνο μου. Ειδικά το Βάτι που το αγαπώ ιδιαίτερα, μου κόστισε αρκετά όταν το είδα να καίγεται. Ακόμα και τις ώρες ξεκούρασης προσπαθώ να βοηθήσω με οποιονδήποτε τρόπο γιατί νιώθω ότι δεν είναι αρκετό ποτέ αυτό που κάνουμε. Η οργή για την ολιγωρία των ταγών μας είναι επίσης μεγάλη. Τέλος νιώθω μια τεράστια αγωνία για το μέλλον του νησιού μας. Η καταστροφή είναι τόσο μεγάλη που πιστεύω ότι θα χρειαστούν πολλά χρόνια για να επανέλθουμε» λέει.
Και προσθέτει: «Σχετικά με το τι φταίει, τα έχω επισημάνει και στα γραπτά μου. Έλλειψη σχεδίου και οράματος, ολιγωρία, αδράνεια. Οι φωτιές ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Είναι απαράδεκτο η Ρόδος να μην έχει τα τελευταία συστήματα τεχνολογίας και πρόληψης. Είναι απαράδεκτο τόσα νέα παιδιά με γνώσεις και όρεξη να μένουν παροπλισμένα επειδή δεν εντάσσονται σε κομματικές φατρίες και φράξιες. Αν δεν μπορούν αυτοί που κυβερνούν ή απλά δεν έχουν τη φαντασία να σχεδιάσουν, μπορούν να δώσουν στη νέα γενιά την ευκαιρία να δημιουργήσει».
Μιλώντας για τους εθελοντές υπογραμμίζει ότι είναι η πρώτη φορά που συναντά τέτοιο κύμα αλληλεγγύης και όπως επισημαίνει είναι συγκλονιστική η διάθεση για προσφορά όλων των εθελοντών.
«Είδα παιδιά να τρέχουν σε όλα τα πόστα, είδα γιαγιάδες να ανοίγουν τα σπίτια τους για να φιλοξενήσουν ξένο κόσμο, πήρα τηλέφωνα από γνωστούς και αγνώστους που εκλιπαρούσαν να μας δώσουν ό,τι χρειαζόμασταν, είδα γυναίκες να μαγειρεύουν ποσότητες για να ταΐσουν τους ξένους, τους εθελοντές και τους πυροσβέστες. Ένα τεράστιο κύμα αγάπης και αφοσίωσης που είναι σίγουρα το τεράστιο κέρδος που προέκυψε μέσα από αυτή την ανείπωτη τραγωδία.