«Γύρνα πίσω ρε μαλ….» ήταν η φωνή που προσπάθησε να τον φέρει στα λογικά του. Δεν την άκουσε ή μάλλον την αγνόησε. Οι τελευταίες στιγμές της σύντομης ζωής του πάγωσαν τη Κύπρο που ήταν καθηλωμένη στις τηλεοράσεις παρακολουθώντας «ζωντανά» την διαδήλωση στο οδόφραγμα της Δερύνειας. Η ίδια εικόνα, πάγωσε ολόκληρο τον κόσμο και από τότε μας στοιχειώνει όλους. Γιατί; Την απάντηση μπορούσε να την δώσει μόνο ο ίδιος ο Σολάκης, αλλά προτίμησε να την πάρει μαζί του.
Εν ψυχρώ
Απαντήσεις όμως θα μπορούσαν να δώσουν αυτοί που πήραν μια ανθρώπινη ζωή για να επιβεβαιώσουν μια ιστορία βαρβαρότητας. Ως μαθητούδια του Δημοτικού, φορτώνουν το «κατόρθωμα» τους ο ένας τον άλλο και δεν τολμούν να ζητήσουν μια συγνώμη. Ποιος όμως να τους συγχωρέσει;
Ο Κενάν Ακίν, έποικος, πρώην «υπουργός γεωργίας» του καθεστώτος Ντενκτάς, πάτησε την σκανδάλη σημαδεύοντας την «λεβεντιά» που ο ίδιος ουδέποτε είχε. Μπορεί να πέτυχε τον Σολωμού με μια από τις σφαίρες, αλλά δεν πέτυχε να βγει από τη συνομοταξία των υπανθρώπων. Ο Σολωμού έπεσε νεκρός κάτω από την σημαία της κατοχής και σε μια στιγμή έγινε για κάποιους σύμβολο και για άλλους προσωποποίηση της ανευθυνότητας.
Τίποτα δεν άλλαξε από τότε. Η κατοχή παραμένει κατοχή, οι έποικοι, έποικοι, οι αγνοούμενοι, αν και λιγόστεψαν παραμένουν αγνοούμενοι.
Τον βρήκα στο νεκροτομείο
Ο Σολωμός ήταν ένα από τα 8 παιδιά του Σπύρου Σολωμού. Τίποτα δεν έδειχνε μέχρι τις 14 Αυγούστου του 1996 ότι θα επιδίωκε να γίνει στόχος σε ένα πεδίο βολής βαρβαρότητας. Δούλευε, διασκέδαζε και ονειρευόταν. Τίποτα το παράξενο, τίποτα το πρωτότυπο. Ο Σπύρος Σολωμού τον οποίο συναντήσαμε πριν λίγα χρόνια θυμόταν: «Εκείνη την ημέρα εργαζόμουν στο εστιατόριο στο Παραλίμνι. Είχαμε την τηλεόραση ανοιχτή και παρακολουθούσαμε την εκδήλωση. Για μια στιγμή, ενώ σέρβιρα σε ένα τραπέζι, είδα μια σκηνή με κάποιον να πέφτει από τον ιστό, αλλά δεν έδωσα σημασία γιατί δεν μπόρεσα να καταλάβω. Μετά από λίγα λεπτά, μου τηλεφώνησε ο γαμπρός μου και μου είπε να πάω στο Νοσοκομείο. Μέχρι να πάω στο νοσοκομείο, το είχαν μάθει όλοιαπό την τηλεόραση. Εγώ τον βρήκα στο νεκροτομείο. Την προηγούμενη ημέρα, ήμασταν μαζί στο εστιατόριο και μιλήσαμε για τα όσα είχαν συμβεί με την δολοφονία του Τάσου πριν δύο μέρες και μου είπε ότι δεν επρόκειτο να ξαναπάει στη διαδήλωση, γιατί φοβήθηκε τα επεισόδια. Δεν μου είπε την αλήθεια».
Θα του έβγαζα το καπέλο
Ο πατέρας του Σολωμού Σολωμού, κουβαλώντας τον δικό του σταυρό, έχει αποσυρθεί εδώ και χρόνια, σε ένα φτωχόσπιτο στην μέση του πουθενά στην Επαρχία Λάρνακας. Ένα σπιτάκι φτιαγμένο από κόντρα –πλακέ , μέσα στα βουνά, με μια μεγάλη ελληνική σημαία που διακρίνεται από μακριά. «Αν έβλεπα έναν Τούρκο να σκαρφαλώνει στο ιστό για να κατεβάσει την ελληνική σημαία θα του έβγαζα το καπέλο για τη μαγκιά του. Όταν τολμάς να κάνεις κάτι τέτοιο έχεις λεβεντιά και θάρρος».
Ο Σπύρος Σολωμού δεν έκρυβε την απογοήτευση του για την εξέλιξη των πραγμάτων στο Κυπριακό και στο ερώτημα εάν νόμιζε πως η θυσία του γιου του πήγε χαμένη απάντησε χωρίς περιστροφές: «Καμιά θυσία δεν πάει χαμένη. Βλέπω τα νέα παιδιά που πηγαίνουν στις εκδηλώσεις και έχουν στο μυαλό τους την θυσία του Σολάκη. Τίποτα δεν πάει χαμένο».
«Επί τουρκοκρατίας» συμπληρώνει «πολλοί Ελληνοκύπριοι δήλωναν Τούρκοι για να γλιτώνουν τους φόρους και τις ταλαιπωρίες. Όταν ήρθαν οι Εγγλέζοι το 1878, πήγαν ομαδικά και δήλωσαν ότι είναι Έλληνες. Κάτι τέτοιο συμβαίνει και σήμερα. Κάποιοι προσκυνούν τη κατοχή».