Ας ξεκινήσουμε με τη γλώσσα των αριθμών: η τιμή του ελαιολάδου αυξάνεται με τόσο γοργούς ρυθμούς που είναι δύσκολο να το πιστέψει κανείς: Τον περασμένο Απρίλιο έφτασε σε υψηλό δεκαετίας, τον Μάιο σε υψηλό 26 ετών και στις αρχές Αυγούστου στο υψηλότερο επίπεδο όλων των εποχών. Η έκφραση ότι «πληρώνουμε χρυσό το λάδι» παύει να είναι ένα κλισέ υπερβολής. Με μέση τιμή στα 8.500 δολάρια -125% ακριβότερο σε σχέση με πέρυσι- ένας μετρικός τόνος ελαιολάδου κοστίζει σήμερα τουλάχιστον 10 φορές περισσότερο από έναν μετρικό τόνο «μαύρου χρυσού», αργού πετρελαίου δηλαδή, και είναι ακριβότερος κατά 6 φορές σε σχέση με το 2019. Καλύτερα να κρατηθείτε λένε οι ειδικοί του χώρου, καθώς η τιμή του λαδιού μόλις άρχισε να ξεφεύγει και, αν τα πράγματα συνεχίσουν έτσι, θα εκτοξευτεί σε τόσο δυσθεώρητα ύψη που θα μετατρέψει τον «υγρό χρυσό», όπως αποκαλείται ξανά πια (αλλά για άλλους λόγους) το ελαιόλαδο, σε σπάνιο προϊόν υπερπολυτελείας, καθώς οι παραγωγοί δεν βλέπουν βελτίωση των συνθηκών για την επόμενη διετία – τριετία.
Κλίμα και καταστροφές
Οπως κάθε κρίση, έτσι κι αυτή είναι πολυπαραγοντική. Το «triggering event», δηλαδή το γεγονός που αποτέλεσε το τράβηγμα της σκανδάλης για να εκτοξευτούν οι τιμές του ήταν οι ασυνήθιστες καιρικές συνθήκες. Μετά από μια καλή χρονιά -από άποψη εσοδείας, που ήταν η περσινή- ακολούθησε παρατεταμένο ψύχος που «μπέρδεψε» τα ελαιόδεντρα. Τη μεγάλη ζημιά, όμως, την έκανε η μεγάλη σε διάρκεια ξηρασία και τα ακραία σε ένταση και διάρκεια κύματα ζέστης το φετινό καλοκαίρι κυρίως στις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου – και συγκεκριμένα στους τρεις μεγαλύτερους ελαιοπαραγωγούς του πλανήτη, την Ισπανία, την Ιταλία και την Ελλάδα.
Τα ελαιόδεντρα έχουν την τάση να ρίχνουν τους καρπούς τους ή να παράγουν λιγότερους σε περιόδους ξηρασίας και ζέστης για να διατηρήσουν τα επίπεδα υγρασίας τους και να επιβιώσουν. Αυτό έκαναν φέτος, με τη λεπτομέρεια όμως ότι την ακραία ζέστη και ξηρασία διαδέχθηκαν άλλα ακραία φαινόμενα, όπως πλημμύρες, χαλάζι -μέχρι και σε μέγεθος πορτοκαλιού!- και θυελλώδεις άνεμοι που προκάλεσαν μεγάλη ζημιά στα ελαιόδεντρα. Σε όσα δηλαδή γλίτωσαν από τις καταστροφικές πυρκαγιές που μαίνονταν και μαίνονται αυτό το καλοκαίρι (μόνο στη Ρόδο κάηκαν 50.000) στις τρεις χώρες που αποτελούν τους κύριους παραγωγούς ελαιολάδου για τον πλανήτη.
Αυτά τα κακά νέα -τα οποία αποδίδονται στην κλιματική αλλαγή- έπληξαν πρωτίστως την Ισπανία, όπου οι τιμές πήραν φωτιά. Η παραγωγή μειώθηκε τόσο πολύ -από τον μέσο όρο της τελευταίας πενταετίας να ανέρχεται στα 1,3 εκατομμύρια μετρικούς τόνους, σε λιγότερους από 620.000 μετρικούς τόνους φέτος- που η χώρα αναγκάστηκε να στραφεί σε εισαγωγές κυρίως από την Ελλάδα, καθώς αδυνατεί να καλύψει ακόμα και την εσωτερική της ζήτηση. Σε εισαγωγές από την Ελλάδα προσέφυγε και η Ιταλία για να καλύψει τη ζήτηση της αγοράς της, αλλά και των εξαγωγέων, καθώς οι ίδιοι παράγοντες οδήγησαν σε δραματική μείωση της παραγωγής. Εδώ να σημειώσουμε ότι στην παραγωγή ελαίου συνήθως μια πολύ καλή χρονιά ακολουθείται από μια περιορισμένη παραγωγή – και η προηγούμενη χρονιά ήταν καλή για την Ισπανία και την Ιταλία.
Mε την πραγματική μείωση να μην μπορεί να υπολογιστεί πριν από τον ερχόμενο Οκτώβριο, παράγοντες, όπως το Παγκόσμιο Συμβούλιο Λαδιού, προβλέπουν ότι η ευρωπαϊκή παραγωγή ελαιολάδου θα μπορούσε να βυθιστεί κατά 700.000 μετρικούς τόνους, μείωση κατά 30% σε σχέση με τον μέσο όρο παραγωγής στην πενταετία και κατά παραπάνω από 20% παγκοσμίως σε επίπεδο 11μηνου (Οκτώβριος 2022 με Σεπτέμβριο 2023). Ομως ούτε και αυτά είναι τα χειρότερα, λένε οι επιστήμονες, οι οποίοι προειδοποιούν ότι οι φετινές ζημιές από τα ακραία καιρικά φαινόμενα έχουν προκαλέσει «μακροπρόθεσμες ζημιές» στα ελαιόδεντρα, ενώ οι παραγωγοί, σε απόγνωση, λένε ότι «το μόνο που λείπει είναι ένα ακόμα ζεστό καλοκαίρι». Το πιο ακραίο σενάριο αναφέρει ότι στα αμέσως επόμενα χρόνια η κλιματική αλλαγή θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση της παγκόσμιας παραγωγής ελαιολάδου ακόμα και κατά 90%!
Φυσικά, εδώ εισέρχεται και ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης, αλλά και η αχόρταγη ανθρώπινη φύση. Με τη ζήτηση του ελαιολάδου να αυξάνεται εκρηκτικά από τις μεγαλύτερες αγορές του πλανήτη και το προσφερόμενο προϊόν να μειώνεται απότομα, είναι λογικό ότι θα οδηγηθούμε σε αύξηση της τιμής. Οπως και λογικό είναι ότι σε αυτή την αύξηση του κόστους θα παίξουν τον ρόλο τους και οι ανατιμήσεις σε γεωργικά προϊόντα, φυτοφάρμακα, καύσιμα και γενικά κόστη παραγωγής, λόγω του πολέμου στην Ουκρανία και του καλπάζοντα πληθωρισμού. Επειδή, λοιπόν, στην αναμπουμπούλα ο λύκος χαίρεται, οι παραγωγοί -σε όλο τον κόσμο- γκρινιάζουν ότι παρά τις ανατιμήσεις, το κέρδος τους δεν έχει αλλάξει. Εχει αλλάξει ωστόσο (διπλασιαστεί, για την ακρίβεια) το κέρδος των… συνήθων υπόπτων, των μεσάζοντων από το χωράφι μέχρι το ράφι.
Ο Αλλάχ χαμογελά… στην Τουρκία
Στη Μέση Ανατολή, το πιο καυτό commodity, αυτό το διάστημα, είναι το ελαιόλαδο. Στον Λίβανο -μια χώρα με όχι μεγάλη παραγωγή- εκφράζονται φόβοι ότι η (μαστιζόμενη από πρωτοφανή κρίση) χώρα θα ξεμείνει πολύ σύντομα από ελαιόλαδο. Οσο απίστευτο και αν φαίνεται, στις αρχές Ιουλίου μια ισπανική εταιρεία έσπευσε στη χώρα και αγόρασε όλα -μέχρι την τελευταία σταγόνα- τα αποθέματα χύμα λαδιού από τις αποθήκες των παραγωγών και συνεταιρισμών.