Η υπόθεση αφορά σε Σύρους πολίτες, οι οποίοι μαζί με άλλους πρόσφυγες έφτασαν στο νησί της Μήλου το 2016 και μετά τη μεταφορά τους στη Λέρο, εξέφρασαν την επιθυμία τους να υποβάλουν αίτηση για παροχή διεθνούς προστασίας. Ωστόσο, κατόπιν επιχείρησης επιστροφής διεξαχθείσας από κοινού από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής (Frontex) και την Ελλάδα, τα πρόσωπα αυτά μεταφέρθηκαν στην Τουρκία και από εκεί μετέβησαν στο Ιράκ, όπου διαμένουν έκτοτε.
Τι είχαν ζητήσει για αποζημίωση
Οι Σύροι πρόσφυγες υπέβαλαν καταγγελίες στον υπεύθυνο θεμελιωδών δικαιωμάτων του Frontex σχετικά με την επαναπροώθησή τους στην Τουρκία και καθώς δεν τελεσφόρησαν, τα ίδια πρόσωπα άσκησαν αγωγή ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης με αίτημα την επιδίκαση αποζημίωσης. Συγκεκριμένα ζήτησαν ποσό άνω των 96.000 ευρώ για περιουσιακή ζημία και ποσό 40.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, με αιτία τη φερόμενη ως παράνομη συμπεριφορά του Frontex πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την επιχείρηση επιστροφής.
Κατά τους ενάγοντες, αν ο Frontex δεν είχε παραβεί τις υποχρεώσεις του στον τομέα των θεμελιωδών δικαιωμάτων σε σχέση με την επιχείρηση επιστροφής, οι ίδιοι δεν θα είχαν επαναπροωθηθεί παρανόμως στην Τουρκία και δεν θα είχαν στερηθεί τη διεθνή προστασία την οποία δικαιούνταν, λαμβανομένων υπόψη τόσο της ιθαγένειάς τους όσο και της κατάστασης στη Συρία κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς τους, ο Frontex παραβίασε, μεταξύ άλλων, την αρχή της μη επαναπροώθησης, την απαγόρευση των ομαδικών απελάσεων και την απαγόρευση της εξευτελιστικής μεταχείρισης, προσέβαλε δε το δικαίωμα σε αναγνώριση ασύλου, τα δικαιώματα του παιδιού, το δικαίωμα χρηστής διοικήσεως και το δικαίωμα αποτελεσματικής προσφυγής.
Το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει την αγωγή
Με τη σημερινή του απόφαση το, το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει την αγωγή, καθώς σύμφωνα με το σκεπτικό, η συμπεριφορά που προσάπτεται στον Frontex δεν παρουσιάζει άμεση συνάφεια με την περιουσιακή ζημία και την ηθική βλάβη τις οποίες ισχυρίζονται ότι υπέστησαν τα συγκεκριμένα πρόσωπα, ήτοι τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν στην Τουρκία και στο Ιράκ, καθώς και το αίσθημα αγωνίας το οποίο βίωσαν ιδίως κατά την πτήση επιστροφής προς την Τουρκία.
Αναφορικά με τις επιχειρήσεις επιστροφής, το ανώτατο δικαιοδοτικό όργανο της ΕΕ, υπογραμμίζει οτι αποκλειστικό καθήκον του Frontex είναι να παρέχει τεχνική και λειτουργική υποστήριξη στα κράτη μέλη. Αντιθέτως, τα κράτη μέλη είναι τα μόνα αρμόδια να εκτιμούν το βάσιμο των αποφάσεων επιστροφής και να εξετάζουν τις αιτήσεις για παροχή διεθνούς προστασίας.
Επομένως, κακώς οι ενάγοντες υποστηρίζουν ότι, αν δεν είχε υποπέσει ο Frontex στις προβαλλόμενες παραβάσεις, οι ίδιοι δεν θα είχαν επαναπροωθηθεί παρανόμως στην Τουρκία και δεν θα είχαν υποστεί περιουσιακή ζημία και ηθική βλάβη, διότι θα τους είχε αναγνωριστεί η ζητούμενη διεθνής προστασία λόγω της κατάστασης στη Συρία.