Ελλάδα

Παυλόπουλος: Το Βυζαντινορωμαϊκό Δίκαιο ως συστατικό στοιχείο του Βυζαντινού Πολιτισμού

      Ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ακαδημαϊκός και επίτιμος καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ κ. Προκόπιος Παυλόπουλος μίλησε στην Θεσσαλονίκη με θέμα «Το Βυζαντινορωμαϊκό Δίκαιο ως συστατικό στοιχείο του Βυζαντινού Πολιτισμού». Την εκδήλωση διοργάνωσε ο Δήμος Θεσσαλονίκης με τίτλο «Γιατί το Βυζάντιο;» και ο κ. Παυλόπουλος (φωτογραφία απο την εκδήλωση) τόνισε μεταξύ άλλων τα εξής:

      «Οι μελετητές ανακαλύπτουν, συν τω χρόνω, ολοένα και πιο «συναρπαστικές» πτυχές της πεμπτουσίας του Βυζαντινού Πολιτισμού που, συμβατικώς, θεωρούμε ότι είχε ως αφετηρία τον τέταρτο αιώνα και «έπεσε», μαζί με την Κωνσταντινούπολη, το 1453. Χρησιμοποιείται ο όρος «συμβατικώς», διότι οι αυστηροί χρονικοί προσδιορισμοί δεν αρκούν, φυσικά, για να περιγραφεί η πολύπλευρη φυσιογνωμία του Βυζαντίου, πολλώ μάλλον όταν ο πολιτισμικός «φάρος» του Βυζαντινού Πολιτισμού εξέπεμπε, ακόμη και πολύ μετά το 1453, την λάμψη του στην Δυτική Ευρώπη. Οι ως άνω πτυχές της πεμπτουσίας του Βυζαντινού Πολιτισμού αποδεικνύουν, μεταξύ άλλων, και το πώς και γιατί ο Βυζαντινός Πολιτισμός συνέβαλλε, καθοριστικώς, αφενός στην «αξιοποίηση» της Χριστιανικής Διδασκαλίας για να καταστεί ο τρίτος πυλώνας του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού. Και, αφετέρου και συνακόλουθα, στην «επιβίωση» του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος και του Πολιτισμού του ως την Αναγέννηση. Στο σημείο δε αυτό πρέπει να επισημανθεί, προς επίρρωση της τελευταίας διαπίστωσης, ότι η Βυζαντινή Αυτοκρατορία σίγουρα ξεκίνησε ως «διάδοχος» της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Πλην όμως η, ραγδαίως εξελιχθείσα στην συνέχεια, Ελληνική επιρροή επ’ αυτής, σε όλα τα επίπεδα -ιδίως δε στο πνευματικό επίπεδο, σύμφωνα με όσα θα προστεθούν ως προς αυτό κατωτέρω- οδήγησε σύντομα στην γιγάντωση, ουσιαστικώς, της Ελληνικής «πτυχής» του Βυζαντίου.

      Βυζάντιο και Αρχαία Ελλάδα

Οι δεσμοί του Βυζαντινού Πολιτισμού με τον Ελληνικό Πολιτισμό της Κλασικής Αρχαιότητας είναι «ακατάλυτοι». Και αυτό οφείλεται, εν πολλοίς, σε δύο στενώς συνδεόμενους μεταξύ τους λόγους, όπως τους έχει αναδείξει με ξεκάθαρο και εντυπωσιακώς τεκμηριωμένο τρόπο κυρίως ο Νίκος Σβορώνος, στην κλασική μελέτη του «Από το Βυζάντιο στην Ευρώπη» (εκδ. Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Κέντρου Δελφών, 1987, μ’ έμφαση στο 4ο κεφ., που αφορά τον Ιωάννη Δαμασκηνό). Κατά πρώτο λόγο, το Βυζάντιο διέσωσε μεγάλο μέρος της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας, την οποία συνδύασε αρμονικώς με τις αρχές του Χριστιανισμού μέσω της διδασκαλίας των Μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας, ώστε από το αμάλγαμα αυτό να προκύψει εκείνο που θεωρείται ως η «πεμπτουσία» του Βυζαντινού Πολιτισμού. Και, κατά δεύτερο λόγο, το Βυζάντιο στην συνέχεια διέδωσε τα διασωθέντα έργα της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας στην Δυτική Ευρώπη. Γεγονός το οποίο έδωσε περαιτέρω ώθηση και στην εμπέδωση του Αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού, ως πρώτου και θεμελιώδους, διαχρονικώς, πυλώνα του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, αλλά και στην καθιέρωση της Χριστιανικής Διδασκαλίας ως του τρίτου, πλέον, πυλώνα στήριξης του «αετώματος» του Πολιτισμού τούτου.

     Αρχαία Αθήνα, Αρχαία Ρώμη, Κωνσταντινούπολη
Ειδικότερα, είναι σχεδόν αδύνατο ν’ αμφισβητηθεί, με βάση τα δεδομένα της ιστορίας του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, ότι ο Βυζαντινός Πολιτισμός, ως πολιτισμικό «αμάλγαμα» το οποίο συνέδεσε, με ιδανικό -οιονεί φυσικό θα μπορούσαμε να πούμε- τρόπο την δική του πολιτισμική δημιουργία στο «άρμα» εκείνης της Αρχαιότητας εν γένει, για να «περάσει» η τελευταία στην Αναγέννηση, συνίσταται:

    1. Από την μια πλευρά σε μια τεραστίων διαστάσεων –τόσο ποσοτικώς όσο και ποιοτικώς– Γραμματεία, αποτελούμενη από σπουδαία έργα. Έργα που μαρτυρούν βαθύτατη φιλοσοφική παιδεία, αγωνιώδεις «αναβάσεις» στο «δύσβατο όρος» της θεογνωσίας, υπαρξιακές αναζητήσεις, αναλύσεις περί της ανθρώπινης ψυχής από τους Νηπτικούς Πατέρες -οι οποίοι ακόμη εκπλήσσουν τον μελετητή με την εμβρίθεια και την οξυδέρκειά τους- Τέχνη υψηλού επιπέδου, οι επιρροές της οποίας ανιχνεύονται και στους μοντερνιστές ζωγράφους του 20ού αιώνα, μουσική που δεν αποτελεί ένα «συναυλιακό ακρόαμα» αλλά διατηρεί πάντα την ζωντανή, λειτουργική, θέση της στην Ορθόδοξη Λατρεία.

    2. Και, από την άλλη πλευρά, ο Βυζαντινός Πολιτισμός στηρίχθηκε σ’ ένα διοικητικό σύστημα και σ’ ένα Νομικό Πολιτισμό, που διέσωσαν και διαιώνισαν την Ελληνορωμαϊκή παράδοση, διαδραματίζοντας καθοριστικό ρόλο στην γέννηση των ανθρωπιστικών στοιχείων της σύγχρονης Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, μέσω της εμπέδωσης της υιοθέτησης του σεβασμού στον Άνθρωπο, σύμφωνα με την ρήση του Αποστόλου Παύλου: «Οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλ. 3,28). Το τελευταίο αυτό συστατικό του Βυζαντινού Πολιτισμού οδήγησε σ’ έναν, άκρως εξελιγμένο για τα δεδομένα της εποχής, δικό του Νομικό Πολιτισμό, στο πλαίσιο του οποίου διαμορφώθηκε και το Βυζαντινορωμαϊκό Δίκαιο. Είναι δε χαρακτηριστική η μετέπειτα ουσιώδης επιρροή του Βυζαντινορωμαϊκού Δικαίου στις Έννομες Τάξεις των Κρατών της Ηπειρωτικής Ευρώπης, στοιχεία του οποίου «επιβιώνουν» ως σήμερα.

      Ο Νομικός Πολιτισμός
Πραγματικά, είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι δεν νοείται, ουσιαστικώς, η βαθύτερη γνώση βασικών στοιχείων των Έννομων Τάξεων των Κρατών αυτών, ιδίως στα πεδία του Ιδιωτικού αλλά και του Δημόσιου Δικαίου, δίχως αναδρομή και αναγωγή στ’ αντίστοιχα, οιονεί «αρχετυπικά», στοιχεία του κλασικού Ρωμαϊκού Δικαίου τα οποία «διέσωσε» το Βυζάντιο, διαπλάθοντας το κανονιστικό πεδίο του Βυζαντινορωμαϊκού Δικαίου.

      1. Το αυτό ισχύει και για το Ελληνικό Δίκαιο, όπως τούτο άρχισε να θεσμοθετείται αμέσως μετά την Εθνεγερσία του 1821. Κυρίως όμως μετά το 1830, όταν δια του Πρωτοκόλλου του Λονδίνου ιδρύθηκε, θεσμικώς και πολιτικώς, το Νεότερο Ελληνικό Κράτος. Όπως δε και στα λοιπά Κράτη της Ηπειρωτικής Ευρώπης, καθώς σημειώθηκε αμέσως προηγουμένως, έτσι και στην Ελληνική Νομική Επιστήμη, και σήμερα, η επισταμένη μελέτη του Ιδιωτικού αλλά και του Δημόσιου Δικαίου προϋποθέτει «επιστροφή» στις ρίζες του κλασικού Ρωμαϊκού Δικαίου.

      2. Τούτο ισχύει κυρίως ως προς τους κανόνες του Αστικού Δικαίου και ως προς την βαθύτερη κατανόηση της έννοιας του Κράτους και του Δημόσιου Συμφέροντος, σύμφωνα και με όσα αναφέρθηκαν στο δεύτερο Κεφάλαιο, για την πολιτισμική «κληρονομιά» της Αρχαίας Ρώμης εν γένει.

Δημοφιλέστερα

To Top