Είναι «αναπόφευκτο πλέον» πως το όριο της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη κατά 1,5° Κελσίου σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή θα ξεπεραστεί «μόνιμα» και «για πολλά χρόνια», κι οι πιθανότητες είναι 50-50 πως αυτό θα γίνει τα επόμενα μόλις επτά χρόνια, προειδοποιούν σήμερα επιστήμονες του Global Carbon Project, καλώντας να αναληφθεί δράση.
Σύμφωνα με τη μελέτη αναφοράς, που παρουσιάστηκε στη σύνοδο του ΟΗΕ για το κλίμα στο Ντουμπάι, οι εκπομπές CO2 που παράγονται από την καύση άνθρακα, αερίου και πετρελαίου και υποπροϊόντων του σε παγκόσμια κλίμακα και θερμαίνουν τον πλανήτη ενδέχεται να φθάσουν σε νέο ρεκόρ το 2023.
Το 2015, με τη συμφωνία του Παρισιού, οι ηγέτες του κόσμου όριζαν ως στόχο να μην ξεπεραστεί το όριο του 1,5° Κελσίου για να αποφευχθεί ο κίνδυνος επαναλαμβανόμενων καυσώνων και αλλαγών, βαθύτατων, αν όχι μη αντιστρέψιμων, στη φύση εξαιτίας της ανθρώπινης δραστηριότητας.
Οι ηγέτες που συμμετέχουν στην COP28 «πρέπει να συμφωνήσουν να υπάρξουν ταχείες μειώσεις των εκπομπών των ορυκτών καυσίμων, έστω για να διατηρηθεί ο στόχος των 2° Κελσίου», επισήμανε ο βρετανός κλιματολόγος Πιερ Φρίντλινγκσταϊν, ο οποίος επιβλέπει τη μελέτη στην οποία συνεισφέρουν 150 ερευνητές από όλο τον κόσμο.
«Τα μέτρα με σκοπό να μειωθούν οι εκπομπές (διοξειδίου του) άνθρακα που οφείλονται στα ορυκτά καύσιμα παραμένουν απελπιστικά αργά», στηλίτευσε ο επιστήμονας. «Ο χρόνος που απομένει ανάμεσα στο τώρα και στο όριο του 1,5° Κελσίου μειώνεται με φοβερή ταχύτητα, πρέπει να αναληφθεί δράση άμεσα», πρόσθεσε.
Την περασμένη χρονιά, οι επιστήμονες αυτοί υπολόγιζαν ότι το όριο του 1,5° Κελσίου επρόκειτο να ξεπεραστεί σε εννιά χρόνια.
Τετραπλάσιες από το 1960
Στη μελέτη διατυπώνεται η εκτίμηση πως οι συνολικές παγκόσμιες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα που θα προστεθούν στην ατμόσφαιρα όλο το 2023 θα φθάσουν τα 49,9 δισεκατομμύρια τόνους. Πρόκειται για ποσότητα τετραπλάσια από το 1960 και η καμπύλη των εκπομπών, αντί να βρίσκεται σε κάθοδο, παραμένει επίπεδη για δέκα χρόνια, υπογραμμίζουν οι ερευνητές.
Η αποψίλωση τροπικών δασών, πάνω απ’ όλα στη Βραζιλία, στη ΛΔ Κονγκό και στην Ινδονησία, διαδραματίζει ρόλο, ο οποίος όμως δεν χωράει καμιά σύγκριση με τη χρήση ορυκτών καυσίμων και τσιμέντου, που παραμένει εκτός ελέγχου, στα 36,8 δισεκατομμύρια τόνους (+1,1% σε σύγκριση με το 2022). Σε 26 χώρες, που αντιπροσωπεύουν το 28% των παγκόσμιων εκπομπών, καταβάλλεται προσπάθεια μείωσης των εκπομπών που συνδέονται με τα ορυκτά καύσιμα (–7,4% στην Ευρωπαϊκή Ένωση, –3% στις ΗΠΑ), όμως δεν αρκεί, υπογραμμίζεται στο κείμενο.
Η επαναφορά των διεθνών αερομεταφορών στα συνηθισμένα τους επίπεδα αύξησε αλματωδώς τις εκπομπές του συγκεκριμένου τομέα (+28,2%) φέτος. Ρυπαντής υπ’ αριθμόν 1, ο άνθρακας συνεχίζει να χρησιμοποιείται σε ευρεία κλίμακα και οι εκπομπές που αποδίδονται στην καύση του θα αυξηθούν κι άλλο φέτος (+1,1%). Η χρήση του αυξήθηκε, ειδικά στην Κίνα και στην Ινδία, καθώς και σε άλλα κράτη του κόσμου. Μειώθηκε πολύ στην ΕΕ, όπως και στις ΗΠΑ, οι οποίες όμως τον αντικαθιστούν με την καύση αερίου.