Οι οργανικές θέσεις των εκπαιδευτικών παραμένουν σε ΕΠΑΛ και ΙΕΚ, ξεκαθάρισε η υφυπουργός Παιδείας Ιωάννα Λυτρίβη κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου για την Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής χθες, 15 Ιανουαρίου 2024.
Συγκεκριμένα, είπε: «Ακούγεται πάρα πολύ έντονα ότι θα χαθούν οργανικές θέσεις, θα τεθούν εκπαιδευτικοί σε διαθεσιμότητα, θα ακολουθήσει κάποιο γκρέμισμα. Όχι. Είναι χτίσιμο, δεν είναι γκρέμισμα. Η συγχώνευση δεν σημαίνει κατάργηση. Δεν θα χαθεί καμία οργανική θέση. Από τη στιγμή που οι μαθητές παραμένουν, παραμένουν και οι οργανικές θέσεις των εκπαιδευτικών. Ανασυντάσσεται αυτό το πλαίσιο με όρους». Και πρόσθεσε: «Είναι προφανές, ότι από το 1985, αν δεν κάνω λάθος, που υπήρξαν οι πρώτοι κανονισμοί, είμαστε στο 2024 αυτή τη στιγμή, υπάρχει η ανάγκη να αλλάξει αυτό το πλαίσιο. Να αλλάξει αυτό το πλαίσιο, ξαναλέω, με όρους εξορθολογισμού. Και ξέρετε, όπου ακούμε τη λέξη εξορθολογισμός, κάπως αγχωνόμαστε για άλλα πράγματα. Δεν υπάρχει τίποτα κρυφό, είναι όλα φανερά. Δεν θα χαθεί καμία οργανική θέση, επιμένω και το τονίζω, γιατί ακούστηκε πολύ και έχω την ανάγκη να απαντήσω πολύ. Άρα, η συγχώνευση δεν σημαίνει κατάργηση και όλες οι οργανικές θέσεις είναι στις θέσεις τους».
Η Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση αλλάζει για να βελτιωθεί
Για αλλαγές, τροποποιήσεις και βελτιώσεις έκανε λόγο η υφυπουργός Ιωάννα Λυτρίβη, διευκρινίζοντας πως η πρόθεση για διάλογο είναι ενεργή, προκειμένου να εξασφαλιστεί το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.
«Για πάνω από έναν αιώνα, οι δομές της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης στη χώρα μας, λειτουργούσαν μεταξύ τους κάπως ασύνδετα. Εγκλωβισμένες δομές και μετέωρες σε διαφορετικά επίπεδα του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Κάθε δομή επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, κατέληγε σε ένα δικό της αδιέξοδο, που εμπόδιζε στην πραγματικότητα, τη συνεχή εξέλιξη και τη σταδιοδρομία των σπουδαστών και των μαθητών. Από την άλλη, κάθε δομή επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, αρκούνταν στους πεπερασμένους πόρους και τις δυνατότητες που τους παρέχονταν, ασφυκτιώντας, ουσιαστικά, εντός των στενών θεσμικών της ορίων. Να το πούμε ξεκάθαρα. Για δεκαετίες, δεν ανοίγαμε δρόμους και δεν χτίζαμε γέφυρες, αλλά ορθώναμε τείχη και φτιάχναμε, με έναν τρόπο, αδιέξοδα», όρισε το πλαίσιο η ίδια.
Σχετικά με τα ΙΕΚ και τη μετονομασία τους σε Σχολές Ανώτερης Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΣΑΕΚ), δήλωσε: «Ακούστηκε από πολλούς φορείς εδώ –στη Βουλή- ότι κάνουμε βαφτίσια, αλλάζουμε ταμπέλες. Και ναι, δεν βαυκαλιζόμαστε ότι με το να αλλάξουμε όνομα, έγινε μεταρρύθμιση. Όμως, έχει ένα συμβολισμό η αλλαγή του ονόματος και συμπαρασύρει πολλά. Τι κάνει, έτσι με πολύ λίγα λόγια, γιατί θα έχουμε την ευκαιρία σε ακόμα δύο συνεδριάσεις να τα πούμε ξανά, με τις απαντήσεις και με την τροφοδότηση από εσάς, να προχωρήσουμε και σε ενδεχόμενες αλλαγές».
Οι καινοτομίες που εισάγει το υπό συζήτηση νομοσχέδιο
Η λειτουργική διασύνδεση των δομών επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, η ενίσχυση των περιφερειακών δικτύων κατάρτισης και η ενίσχυση της διοίκησης των δομών ως εφαλτήριο αυτονομίας και καλλιέργεια του πεδίου έρευνας, είναι τα βασικά σημεία, τα οποία με την ψήφιση του νομοσχεδίου έρχονται να αλλάξουν τη φυσιογνωμία του συγκεκριμένου τομέα.
Όπως εξήγησε η υφυπουργός στη Βουλή:
«Πρώτον, διασυνδέουμε λειτουργικά όλες τις δομές επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, επαγγελματικές σχολές κατάρτισης, επαγγελματικά λύκεια, σχολές ανώτερης επαγγελματικής κατάρτισης. Αυτό σημαίνει, ότι οι μαθητές και οι σπουδαστές έχουν πλέον τη δυνατότητα να χαράξουν τη δική τους πορεία επαγγελματικής κατάρτισης, από τη στιγμή που θα ολοκληρώσουν το γυμνάσιο μέχρι και το κατώφλι του πανεπιστημίου.
Κανένα αδιέξοδο και κανένα τεχνητό εμπόδιο δεν περιορίζει πλέον τη μετάβασή τους, από τη μία βαθμίδα στην άλλη. Επιπλέον, κάθε βαθμίδα οδηγεί τους σπουδαστές και τους μαθητές σε ένα πιστοποιημένο επαγγελματικό τίτλο σπουδών. Ανοίγω μια μικρή παρένθεση, ναι πρέπει να συζητήσουμε σοβαρά ξανά και με τα νέα δεδομένα το ζήτημα των επαγγελματικών δικαιωμάτων συνολικά. Είναι μια μεγάλη κουβέντα, που οφείλει να ανοίξει. Για πρώτη φορά λοιπόν έχουμε ένα πραγματικό εθνικό σύστημα επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης και όχι ένα σύνολο ασύνδετων δομών, οι οποίες να καταλήγουν σε αδιέξοδα χωρίς δυνατότητες εξέλιξης.