«Οι αντιδράσεις μου δεν αφορούν το συμφέρον των εντολέων μου, αλλά αφορούν τις συνθήκες της δίκαιης δίκης» επισημαίνει ο Αλέξης Κούγιας στην απάντησή του για την ανακοίνωση που εξέδωσε εχθές η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδας, χαρακτηρίζοντας απαξιωτικές τις δηλώσεις του συνηγόρου της Ρούλας Πισπιρίγκου αναφορικά με την εισαγγελέα της δίκης.
Υπενθυμίζεται ότι η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος έκανε λόγο εχθές για προσπάθεια υποβάθμισης και απαξίωσης του εισαγγελικού θεσμού, κάτι που «εκφεύγει των ορίων της ενάσκησης του υπερασπιστικού έργου και επιδιώκει τη ματαίωση του σκοπού της ποινικής δίκης, που είναι η έκδοση ορθών και δίκαιων αποφάσεων».
Διαβάστε παρακάτω την απάντηση του Αλέξη Κούγια στην ΕΕΕ:
«Οι ενώσεις των χιλιάδων δυστυχισμένων ανθρώπων, σε βάρος των οποίων ασκήθηκαν παράνομες ποινικές διώξεις, χωρίς να έχουν διαπράξει καμία παράνομη πράξη, και μετά από χρόνια δικαστικής ταλαιπωρίας αθωώθηκαν, αφού προηγουμένως καταστράφηκαν κοινωνικά και οικονομικά, και οι ενώσεις των χιλιάδων δυστυχισμένων ανθρώπων που χωρίς καμία νομική αιτιολογία οδηγήθηκαν προσωρινά κρατούμενοι στις φυλακές και ακολούθως αθωώθηκαν, με εξουσιοδότησαν μετά από πενήντα χρόνια παροχής βοήθειας στους Έλληνες Δικαστές για την έκδοση δίκαιων αποφάσεων, να διαμαρτυρηθώ για τη χθεσινή σας ατυχή ανακοίνωση.
Σας προτρέπω πρώτα να διαβάσετε τις δικογραφίες εις βάρος της κυρίας Σ.Π. και να διαπιστώσετε τις ακυρότητες στην προανάκριση και στην τακτική ανάκριση, μέσω των οποίων οι Εισαγγελείς άσκησαν την κύρια και τη συμπληρωματική ποινική δίωξη, πρώτα να διαβάσετε τη δικογραφία της υποθέσεως Λιγνάδη και να διαπιστώσετε πώς χωρίς νόμιμη προανάκριση ασκήθηκε εις βάρος του ποινική δίωξη και παρανόμως συνελήφθη, και πρώτα να διαβάσετε τη δικογραφία της υπόθεσης «Ε.Λ.Α.», όπου με μια «κατινίστικη» προανάκριση με επικεφαλής τον μετέπειτα κατηγορηθέντα, μέχρι να αθωωθεί, Εισαγγελέα της λίστας Λαγκάρντ Ιωάννη Διώτη ο δυστυχισμένος τότε Κοινοτάρχης Κιμώλου Αγγελέτος Κανάς, του οποίου ήμουν δικηγόρος, κατηγορήθηκε, διασύρθηκε, κρατήθηκε προσωρινά και φυλακίστηκε, μέχρι να αθωωθεί μετά από χρόνια, και μετά να εκδίδετε αυτές τις ανακοινώσεις που με αφορούν προσωπικά.
Οι αντιδράσεις μου δεν αφορούν το συμφέρον των εντολέων μου, αλλά αφορούν τις συνθήκες της δίκαιης δίκης και την αρχή της ηθικής εκτιμήσεως των αποδείξεων, τις οποίες αγνόησε η Εισαγγελέας της έδρας στην πρώτη δίκη της Σ.Π. Επί 50 χρόνια όλοι οι συνάδελφοί Σας σε όλη την Ελλάδα και σε όλους τους βαθμούς δικαιοδοσίας με γνωρίζουν καθημερινά στα Δικαστήρια και γνωρίζουν ότι όταν διαμαρτύρομαι, αυτό δεν γίνεται αβάσιμα, ούτε ουσιαστικά, ούτε νομικά, και σχεδόν πάντοτε δικαιώνομαι.
Ο ρόλος του έντιμου και πραγματικού υπερασπιστή Δικηγόρου είναι μόνο αυτός. Λυπάμαι που δεν έχω μάθει να κάνω δημόσιες σχέσεις είτε με Εισαγγελείς είτε με Δικαστές και το μόνο που με ενδιαφέρει είναι η ορθή απονομή της Δικαιοσύνης, όποιος και αν είναι ο κατηγορούμενος. Κανείς δεν αμφισβητεί τον κυριαρχικό ρόλο των Εισαγγελέων στην προστασία της κοινωνικής ειρήνης και των εντίμων συνανθρώπων μας, αλλά όλοι οι Εισαγγελείς δεν είναι ίδιοι, όπως δεν είναι ίδιοι όλοι οι Δικηγόροι και οι Δικαστές».
Οι αρχικές δηλώσεις Κούγια και η ανακοίνωση της Ένωσης Εισαγγελέων
Η κυρία Σπυριδωνίδου πρότεινε την ενοχή της Ρούλας Πισπιρίγκου για την ανθρωποκτονία και απόπειρα ανθρωποκτονίας της κόρης της Τζωρτζίνας και μεταξύ των άλλων, ανέφερε ότι «η Τζωρτζίνα είχε μια ατυχία, να έχει μάνα την κατηγορούμενη».
Ο κ. Κούγιας, υπερασπιστής της Ρούλας Πισπιρίγκου, μετά εισαγγελική πρόταση, η οποία ήταν σε βάρος της εντολέως του, σε εκτενή δήλωσή του, μεταξύ των άλλων, ανέφερε:
«Θέλω να δηλώσω κατηγορηματικά ότι δεν ήταν η Τζωρτζίνα άτυχη που είχε την κυρία κατηγορουμένη μητέρα και, αν μπορούσε να μιλήσει από εκεί που βρίσκεται για το τι συνέβη ακριβώς και έχασε τη ζωή της, θα είχε αποθεώσει την κα κατηγορουμένη για τα όσα έκανε, για να την κρατήσει στη ζωή, αλλά δυστυχώς η κα κατηγορουμένη είναι άτυχη που κληρώθηκαν σε αυτή τη δίκη η κα Εισαγγελέας της έδρας και η κα Πρόεδρος του Δικαστηρίου που επί 13 μήνες δεν έκαναν τίποτα άλλο από το να προσπαθούν με ερωτήσεις επιπέδου μεσημεριανών εκπομπών να δημιουργήσουν στοιχεία, όχι για να δικαστεί δίκαια η κα κατηγορουμένη, αλλά για να καταδικαστεί άδικα».