Ελλάδα

Πώς αντιδρούν οι γονείς όταν το παιδί φέρεται βίαια στο σχολείο;

Η επίθεση, που δέχθηκε καθηγήτρια από τον πατέρα ενός μαθητή, στον οποίο η ίδια είχε επιβάλει νωρίτερα παιδαγωγικά μέτρα, επειδή την εξύβρισε, ήρθε να προστεθεί σε άλλες ανάλογες περιπτώσεις. Δεν φτάνουν όλες στη δημοσιότητα, παρά μόνο αν πρόκειται για κάτι ακραίο.

Το πρωτόγνωρο περιστατικό κατήγγειλε ο Σύλλογος Διδασκόντων του 2ου Γυμνασίου Καλυβίων. Στην καταδίκη της εκδήλωσης βίαιης συμπεριφοράς του γονέα, προχώρησε και η Ε’ ΕΛΜΕ Ανατολικής Αττικής τόσο με ανακοίνωσή της, όσο και με στάση εργασίας την Παρασκευή 2/2 έξω από το χώρο του σχολείου.

Η απαξιωτική συμπεριφορά γονέων σε βάρος εκπαιδευτικών ως αντίδραση στη βίαιη ή παραβατική συμπεριφορά του παιδιού τους, μόνο σπάνια δεν είναι – χωρίς να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν κι εκείνοι που θα ζητήσουν «συγνώμη» από το σχολείο.

Τόσο η αποδοχή όσο και η άρνηση, με όλες τις ενδιάμεσες «αποχρώσεις» συμπεριφοράς, είναι απόρροια της ωριμότητας ή – αντίστοιχα – της συναισθηματικής ανεπάρκειας των γονέων, συμφωνούν εκπαιδευτικοί και ειδικοί. Το σχολείο, προφανώς δεν είναι άμοιρο ευθυνών, αφού η αντιμετώπιση φαινομένων βίας ή εκφοβισμού από πλευράς παιδιών, εξαρτάται από τη στάση που επιλέγει να κρατήσει η διεύθυνση ή η διοίκηση – ανάλογα με το αν πρόκειται για δημόσιο ή ιδιωτικό σχολείο. Υποχωρητικότητα, διάθεση συγκάλυψης ή πρόθεση να υποτιμηθούν τα γεγονότα, η στάση που συχνά επιλέγεται από τα σχολεία.

«Η συνήθης στάση των γονέων, είναι η άρνηση σε συνδυασμό με την έλλειψη διάθεσης αυτοκριτικής», καταγράφει την εμπειρία της η Νατάσα Μ., καθηγήτρια στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Αλλά και πριν εκδηλωθεί κάποιο πρόβλημα συμπεριφοράς του παιδιού, η στάση, που επιδεικνύουν πολλοί γονείς, είναι ενδεικτική του τρόπου που θα αντιδράσουν, εφόσον προκύψει ‘παραστράτημα’ του παιδιού τους.

«Όταν ενημερώνεις τους γονείς για κάτι απλό, όπως οι χαμηλές επιδόσεις ή η αδιαφορία του παιδιού στο μάθημα, περνούν στην αντεπίθεση: “Τί κάνει το σχολείο γι’αυτό;’ Ή ‘Δεν το κερδίσατε στο μάθημα…”», αναφέρει η ίδια, για να προσθέσει: «Οι περισσότεροι έρχονται, όχι για να τους ενημερώσεις αλλά για να σε ενημερώσουν – πώς πρέπει να προσεγγίσεις το παιδί τους ή πως πρέπει να κάνεις το μάθημα για να το καταλάβει. Άλλοι γονείς έρχονται, έχοντας προηγουμένως μετρήσει “μπακαλίστικα” τους βαθμούς των άλλων και διαμαρτύρονται “γιατί ο διπλανός του πήρε περισσότερο”. Δεν λείπουν οι γονείς, οι οποίοι χρησιμοποιούν την οικονομική ή κοινωνική τους επιφάνεια ως “άλλοθι” ενώ σου υποδεικνύουν τί να κάνεις, νοοτροπία που περνά και στα παιδιά. Προσωπικά, δεν θα έκανα διάκριση μεταξύ ιδιωτικών και δημόσιων σχολείων, το υπόστρωμα είναι το ίδιο. Αντίθετα, η υγιέστερη αντίδραση των γονέων είναι όταν ρωτούν τί να κάνουν για να βελτιωθεί η κατάσταση, σε περίπτωση που προκύψει κάποιο πρόβλημα», καταλήγει. «Οι γονείς, που θα ζητήσουν “συγνώμη” από το σύλλογο όταν το παιδί τους αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο σοβαρής ποινής, είναι πολύ λιγότεροι. Αρνούμενοι την πραγματικότητα, συνήθως αναζητούν δικαιολογίες, συνενόχους, υπονομεύουν τη διαδικασία ασκώντας πιέσεις», θα πει ο Κώστας, επίσης εκπαιδευτικός.

Πώς πρέπει να αντιδρούν οι γονείς όταν εμφανίζουν βίαιη συμπεριφορά τα παιδιά τους; «Θα πρέπει να είναι αδυσώπητοι», δηλώνει η ψυχολόγος, Ελεονώρα Σουρλάγκα. Η ίδια, αναφερόμενη στους γονείς, οι οποίοι επιχειρούν να υποβαθμίσουν τις συνέπειες της βίαιης συμπεριφοράς των παιδιών τους, αναφέρει: «Πρόκειται για γονείς, που διακρίνονται από έντονο ναρκισσισμό. Είναι πολύ ευχαριστημένοι με όλα όσα έχουν πετύχει στο κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο, γεγονός που ενισχύει την αλαζονεία τους. Όταν μάλιστα αυτό συνοδεύεται από έλλειψη μόρφωσης, ακαλλιέργητο χαρακτήρα και σαθρό αξιακό σύστημα, τότε αυτό λειτουργεί σε βάρος των παιδιών τους. Όπως δεν δέχονται την ατέλεια του παιδιού τους στο σχολείο, έτσι δεν δέχονται και την προσωπική τους ατέλεια απέναντι στο παιδί τους».

«Φταίνε πάντα οι γονείς;» θα αναρωτηθεί κανείς. Σίγουρα όχι. Όπως επισημαίνει η ψυχολόγος: «Παιδιά, που μεγαλώνουν σε ένα πολύ συγκροτημένο, ήρεμο και υγιές οικογενειακό περιβάλλον είναι μάλλον απίθανο να εκδηλώσουν επιθετική συμπεριφορά αν και πάλι μπορεί να συμβεί, κάτω από ορισμένες συνθήκες. Από την άλλη, δεν γνωρίζουμε πως λειτουργούν οι “κανονικοί” άνθρωποι στην ιδιωτική τους ζωή και πίσω από τις κλειστές τους πόρτες. Κάθε παιδί, ανάλογα με την ευαισθησία του, εισπράττει με διαφορετικό τρόπο όσα συμβαίνουν στο σπίτι του. Επιπλέον, τα παιδιά μιμούνται – όταν οι ίδιοι οι γονείς είναι επιθετικοί στην καθημερινότητά τους, εκείνα ακολουθούν».

Συμπεριφορές γονέων, που τείνουμε να αντιπαρέλθουμε ως “φυσιολογικές” – ή έστω εντός ενός “αποδεκτού πλαισίου” – τελικά φαίνεται πως μπορεί να έχουν σοβαρό αντίκτυπο στα παιδιά. Σύμφωνα με την ίδια, «ο γονέας, που οδηγεί κι ανοίγει το παράθυρο για να ‘λούσει’ θυμωμένος κάποιον άλλο οδηγό ή ο τρόπος, που μιλάει για τη μέρα του στη δουλειά ή όταν αναφέρεται στο αφεντικό και τους συναδέλφους του μπροστά στα παιδιά, μπορεί να είναι ένα μοντέλο επιθετικότητας – εξυπακούεται πως ο κακοποιητικός γονέας, είτε λεκτικά, είτε σωματικά θρέφει έτσι κι αλλιώς την επιθετικότητα των παιδιών του. Αλλά και ο υπερβολικά αυστηρός, εκείνος που τιμωρεί, που επιβάλλεται με αυταρχισμό, μπορεί επίσης να δημιουργήσει επιθετικότητα σε ένα παιδί. Αυθαίρετες τιμωρίες του τύπου ‘πήγαινε αμέσως στο δωμάτιό σου χωρίς να φας’, ‘σου κλείνω την τηλεόραση’, ‘δεν θα πας στο πάρτυ’ , στερούνται περιεχομένου καθώς δεν είναι συνέπεια μίας μη αποδεκτής συμπεριφοράς αλλά απλώς ‘εκδίκηση’ με έντονη και άσκοπη συναισθηματική εμπλοκή του γονέα.

«Τα όρια μπαίνουν με αυστηρότητα αλλά όχι εξευτελίζοντας το παιδί. Ζητούμενο, να το πειθαρχήσουν κι όχι να το μειώσουν. Για το λόγο αυτό, ο γονιός θα πρέπει να διατηρεί τη λογική του, την ψυχραιμία του. Να ξεκινά λέγοντας στο παιδί ‘τί δεν μπορείς ναανεχτείς εσύ;’. Το παιχνίδι θεωρείται, επίσης, “χαμένο” όταν ο γονέας έχει εκρήξεις αυτολύπησης: “Θα με πεθάνεις”, “δεν αντέχω άλλο” – το παιδί που βιώνει τέτοιες συμπεριφορές στο σπίτι, νιώθει πως του τραβούν το χαλί κάτω από τα πόδια. Προσπαθεί, στη συνέχεια, να αποκτήσει μία αίσθηση ελέγχου και δύναμης πάνω στο περιβάλλον του κι αυτό το μετουσιώνει σε επιθετική συμπεριφορά προς τους άλλους μέσα από το “Θα σου δείξω εγώ ποιος είμαι”», λέει η κ.Σουρλάγκα.

Η στάση του σχολείου

Σε ό,τι αφορά τη στάση του σχολείου, υπάρχει διαφορά αν πρόκειται για δημόσιο ή ιδιωτικό σχολείο. Στο δημόσιο, τα φαινόμενα βίας ή παραβατικότητας αντιμετωπίζονται από το σύλλογο και τη διεύθυνση του σχολείου. Αν και ακολουθούνται συγκεκριμένες διαδικασίες, πάντα είναι θέμα βούλησης της διεύθυνσης το πως θα γίνει η διαχείριση της κατάστασης. Συχνά, η “σιωπή” της μπορεί να συνδέεται με φόβο για ‘αντίποινα’ από τους μαθητές. Στο ιδιωτικό, είναι κυρίως θέμα της διοίκησης να θέτει το πλαίσιο, τους περιορισμούς και να αποφαίνεται μέχρι ποιο βαθμό η συμπεριφορά των μαθητών μπορεί ή όχι να γίνεται ανεκτή. «Το ιδιωτικό έχει την εξής διττή ιδιότητα: είναι σχολείο και επιχείρηση ταυτόχρονα. Όταν έχει την ευθύνη της διοίκησης εκπαιδευτικός, τα πράγματα είναι πιο αυστηρά. Το πρόβλημα είναι όταν προτάσσεται η επιχείρηση και δεν θέλει να χάσει τον ‘πελάτη’. Δύσκολα θα ‘ορθώσει’ ανάστημα εκεί», σημειώνει η Νατάσα Μ. και συνεχίζει: «Όταν φτάνει ένα παιδί να εκδηλώνει βίαιη συμπεριφορά στο σχολείο, δεν είναι δυνατόν να μην είχε δώσει κάποια ‘δείγματα γραφής’ τόσα χρόνια. Εκεί, χρειάζεται άμεση παρέμβαση, πριν γιγαντωθεί το πρόβλημα. Προσωπικά, έχω δει αρκετή υποχωρητικότητα από πλευράς σχολείου. Αντιμετώπιση τύπου ‘έλα μωρέ, δεν είναι τόσο σοβαρό, μην κάνεις έτσι…’. Σε κάθε περίπτωση, καθοριστικό ρόλο παίζει και η προσωπικότητα του διευθυντή».
«Τα σχολεία πρέπει να κάνουν αυτό που πιστεύουν και να μην φοβούνται τους γονείς», υπογραμμίζει η ψυχολόγος και προσθέτει: «Το σχολείο ως κοινότητα, οφείλει να υπερασπίζεται κάποιες αξίες, οπότε πρέπει να πράττει κατά συνείδηση – κι αν δεν αρέσει στους γονείς, ας πάνε σε άλλο σχολείο. Δεν πειράζει…».

Τι λένε οι γονείς
Πέρα από τους τοίχους του σχολείου ή της οικογένειας και μέσα στην κοινωνία εντοπίζει τα αίτια της βίας και της νεανικής παραβατικότητας, η Ανώτατη Συνομοσπονδία Γονέων Ελλάδας, η οποία εκπροσωπεί χιλιάδες Συλλόγους Γονέων σε όλη τη χώρα.
«Οι αιτίες του προβλήματος κατά τη γνώμη μας πρέπει να αναζητηθούν μέσα στην κοινωνία. Μέσα στο ίδιο το κοινωνικό σύστημα και το σχολικό περιβάλλον που, από την ίδια τη φύση του, καλλιεργεί τον ανταγωνισμό, την αντίληψη “ο θάνατός σου η ζωή μου”», αναφέρει ο κ.Παναγιώτης Κατηφές, πρόεδρος του ΑΣΓΜΕ. Όπως δε προσθέτει: «οι Σύλλογοι Γονέων θεωρούμε και διεκδικούμε ως αναγκαία την παρουσία εξειδικευμένων επιστημόνων, πχ. ψυχολόγων, κοινωνιολόγων, κοινωνικών λειτουργών στα σχολεία. Θεωρούμε ότι η παρουσία τέτοιων επιστημόνων δεν είναι αναγκαία για να βρεθεί ο δήθεν περίεργος μαθητής, ούτε για να μάθουν στους εφήβους πως να «είναι φίλοι». Μας ενδιαφέρει μέσα από την εμπεριστατωμένη επιστημονική γνώση του κοινωνικού επιστήμονα να στηριχτεί πολύμορφα το σύνολο της σχολικής ζωής –ο κάθε μαθητής –ο κάθε εκπαιδευτικός –ο κάθε γονιός. Ας προβληματιστούμε, σε πόσα σχολεία σήμερα υπάρχει ο θεσμός του σχολικού ψυχολόγου, του σχολικού κοινωνικού λειτουργού; Σε πόσα σχολεία λειτουργούν Σχολές Γονέων; Πάγια αιτήματα των Συλλόγων Γονέων εδώ και χρόνια.
Αν λοιπόν θέλει κάποιος να μιλήσει για βία πρέπει να κοιτάξει λίγο πιο πέρα από τους τέσσερις τοίχους της οικογένειας ή του σχολείου».

Όσο για τη στάση που οφείλουν να τηρούν οι γονείς, είναι απαραίτητο «να δίνουμε στα παιδιά μας το μήνυμα ότι πραγματικός ‘μάγκας’ είναι αυτός που μάχεται ‘υπέρ όλων των αδυνάτων’ κι όχι αυτός που χτυπά τον αδύναμο».

Δημοφιλέστερα

To Top