Μεγάλες απώλειες εσόδων είχε ο Πύργος του Άιφελ, για τις 6 ημέρες που έμεινε κλειστός, λόγω της απεργίας εργαζομένων.
Η Sete, που είναι και η εταιρεία εκμετάλλευσης του μνημείου, ανακοίνωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ότι χάθηκαν έσοδα 1-2 εκατ. ευρώ την περίοδο της απεργίας, από τη Δευτέρα έως και το Σάββατο, κατά τη διάρκεια των σχολικών διακοπών στη Γαλλία και πέντε μήνες πριν από του Ολυμπιακούς Αγώνες.
Ειδικότερα, υπολογίζεται ότι σχεδόν 100.000 επισκέπτες (από 15.000 έως και 20.000 ημερησίως), δεν μπόρεσαν να ανεβούν στο δημοφιλές αξιοθέατο λόγω της απεργίας των συνδικάτων CGT και FO.
Η διασυνδικαλιστική επιτροπή έθεσε τέλος στην κινητοποίηση, μια από τις πιο μακροχρόνιες στη σύγχρονη ιστορία της, καθιστώντας δυνατή την επαναλειτουργία του εμβληματικού αξιοθέατου την Κυριακή.
Η Sete «ζήτησε κατ’ επανάληψη συγγνώμη» από τους σχεδόν 100.000 επισκέπτες που απογοητεύθηκαν από τη Δευτέρα καθώς δεν μπόρεσαν να επισκεφθούν τον Πύργο του Αιφελ, στους οποίους θα επιστραφούν τα χρήματά τους «αυτομάτως και πλήρως το συντομότερο δυνατό».
Τι προβλέπει η συμφωνία για το τέλος της απεργίας
Η συμφωνία για το τέλος της απεργίας προβλέπει την ένταξη των εργαζομένων στην παρακολούθηση του οικονομικού μοντέλου και των εργασιών του μνημείου, στους κόλπους ενός οργάνου που συνεδριάζει κάθε έξι μήνες.
Οι συνεδριάσεις αυτές αναμένεται κυρίως να καταστήσουν δυνατή την παρακολούθηση της τροποποίησης της σύμβασης μεταξύ της Sete και του Δήμου του Παρισιού, στο πλαίσιο μιας αντιπροσωπείας δημόσιας υπηρεσίας.
Η τροποποίηση πρέπει να υποβληθεί τον Μάιο στο συμβούλιο του Παρισιού. Προβλέπει αύξηση 20% στα εισιτήρια, επιστροφή σε μια χρηματοοικονομική ισορροπία «από το 2025» και 145 εκατομμύρια ευρώ πρόσθετες επενδύσεις για εργασίες συντήρησης του μνημείου, κυρίως με τη συνέχιση της 20ης επιχείρησης της βαφής όλου του πύργου, που εγκαινιάστηκε πριν από 135 χρόνια.
Η ισορροπία στα οικονομικά του Πύργου του Άιφελ, ο οποίος το 2023 είχε υψηλότερη επισκεψιμότητα από ό,τι πριν από την πανδημία της Covid, με 6,3 εκατομμύρια επισκέπτες, αποδυναμώθηκε κατά σχεδόν 130 εκατομμύρια ευρώ λόγω των απωλειών εσόδων κατά τη διάρκεια της διετίας της υγειονομικής κρίσης (2020 και 2021).