Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν έστειλε σε συνέντευξη που δημοσιεύτηκε σήμερα το μήνυμα ότι ο Ρεπουμπλικάνος αντίπαλός του, Ντόναλντ Τραμπ, «θα αμφισβητούσε» το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου, εάν δεν τις κέρδιζε.
«Πιστεύω ότι θα κάνει τα πάντα για να κερδίσει. Εάν κερδίσω εγώ – όταν θα κερδίσω εγώ, πιστεύω ότι θα αμφισβητήσει το αποτέλεσμα», είπε ο 81χρονος Δημοκρατικός πρόεδρος σε μια συνέντευξη που παραχώρησε, τον Ιανουάριο, σε δημοσιογράφο του περιοδικού New Yorker.
«Είμαι ο μόνος που τον έχει κερδίσει ποτέ. Και θα τον ξανακερδίσω», πρόσθεσε ο Μπάιντεν.
«Εάν πιστεύατε ότι είστε ο καλύτερος για να κερδίσετε κάποιον που, σε περίπτωση που νικούσε, θα άλλαζε την ίδια τη φύση της Αμερικής, τι θα κάνατε;» διερωτήθηκε ο Μπάιντεν, που θεωρεί ότι είναι ο καλύτερος υποψήφιος για το κόμμα του απέναντι στον Τραμπ.
Ο Μπάιντεν είναι ωστόσο αντιδημοφιλής, η ηλικία του ανησυχεί τους ψηφοφόρους και πολλές πρόσφατες δημοσκοπήσεις δίνουν προβάδισμα στον Τραμπ, στην πρόθεση ψήφου. Εκείνος πάντως στοιχηματίζει ότι το κεντρικό μήνυμα της εκστρατείας του, αυτό της προάσπισης της δημοκρατίας και της κοινωνικής ειρήνης, θα επικρατήσει.
«Πώς μπορούμε, σε μια δημοκρατία, να εκλέξουμε πρόεδρο κάποιον που λέει ότι η βία είναι αποδεκτή;» είπε.
Ο πρόεδρος επέκρινε επίσης τη στάση του Τύπου που, όπως υποστηρίζει, δεν προβάλλει την απολυταρχική απειλή την οποία αντιπροσωπεύει ο Τραμπ. «Είναι σαν όλοι σας να έχετε γίνει αδιάφοροι», πρόσθεσε.
Το Ανώτατο Δικαστήριο ψήφισε υπέρ του Τραμπ – Μπορεί να είναι κανονικά υποψήφιος στις εκλογές
Την απόφαση δικαστηρίου του Κολοράντο, σύμφωνα με την οποία ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είχε δικαίωμα να θέσει εκ νέου υποψηφιότητα για το προεδρικό αξίωμα στην πολιτεία αυτή, λόγω των ενεργειών του πριν από την επίθεση στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου, ακύρωσε τη Δευτέρα το ομοσπονδιακό Ανώτατο Δικαστήριο, δίνοντας, έτσι, ένα γρήγορο τέλος σε μια υπόθεση με τεράστιες επιπτώσεις για τις εκλογές του 2024.
Στη σημερινή αποφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου (τα μέλη του ψήφισαν υπό το καθεστώς ανωνυμίας) αναφέρεται πως το Δικαστήριο του Κολοράντο είχε λανθασμένα υποθέσει ότι οι Πολιτείες μπορούν να καθορίσουν εάν ένας υποψήφιος πρόεδρος δεν έχει δικαίωμα εκλογής βάσει μιας διάταξης της 14ης τροπολογίας του Συντάγματος. Η απόφαση καθιστά σαφές ότι το Κογκρέσο, και όχι οι Πολιτείες, πρέπει να θέσει κανόνες για το πώς μπορεί να εφαρμοστεί η διάταξη της 14ης τροπολογίας, η οποία, σύμφωνα με όσα είχε κρίνει το Κολοράντο, απαγορεύει σε όποιον έχει εμπλακεί σε εξέγερση ή στάση να ασκεί δημόσιο αξίωμα.
Το άρθρο 3 της 14ης Τροπολογίας αποκλείει από δημόσια αξιώματα οποιονδήποτε «αξιωματούχο των Ηνωμένων Πολιτειών» ο οποίος ορκίστηκε «να υποστηρίζει το Σύνταγμα των ΗΠΑ» και στη συνέχεια ενεπλάκη «σε ανταρσία ή στάση εναντίον τους ή παρείσχε βοήθεια ή άσυλο στους εχθρούς τους».