Το τοπικό κοινοβούλιο του Χονγκ Κονγκ υπερψήφισε ομόφωνα την Τρίτη (19/3) νέο νόμο για την εθνική ασφάλεια, προκαλώντας την καταδίκη χωρών της Δύσης.
«Η σημερινή ημέρα είναι ιστορική στιγμή για το Χονγκ Κονγκ», δήλωσε ο επικεφαλής της περιοχής Τζον Λι, διευκρινίζοντας πως ο νόμος θα τεθεί σε ισχύ στις 23 Μαρτίου.
Το κείμενο που υιοθέτησε το νομοθετικό Συμβούλιο θα συμπληρώσει τον νόμο για την εθνική ασφάλεια, τον οποίο επέβαλε η Κίνα το 2020, έπειτα από τις ογκώδεις διαδηλώσεις του 2019 υπέρ της δημοκρατίας στο Χονγκ Κονγκ.
Ο νέος νόμος απαριθμεί πέντε επιπλέον κατηγορίες παραβάσεων πέραν από εκείνες που τιμωρούνται από το κείμενο του 2020: την προδοσία, την εξέγερση/ανταρσία, την κατασκοπεία και την κλοπή μυστικών του Κράτους, τη δολιοφθορά που θέτει σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια, τη στάση και την «εξωτερική παρέμβαση».
Το κείμενο προβλέπει ποινές που φθάνουν έως την ισόβια κάθειρξη για δολιοφθορά που θέτει σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια, την προδοσία και την εξέγερση, κάθειρξη 20 ετών για κατασκοπία και δολιοφθορά και 14 ετών για «εξωτερική παρέμβαση».
Δυτικές χώρες, όπως και προασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, εξέφρασαν την ανησυχία τους για έναν νόμο που θα περιορίσει ακόμη περισσότερο τις ελευθερίες στο Χονγκ Κονγκ και ζήτησαν από τους νομοθέτες περισσότερο χρόνο για να εξετάσουν τον αντίκτυπο.
Όμως το νομοθετικό Συμβούλιο του Χονγκ Κονγκ, στο οποίο δεν συμμετέχουν εκπρόσωποι της αντιπολίτευσης, συζήτησε το κείμενο εσπευσμένα και τα 89 μέλη του ενέκριναν τον νόμο, που ονομάζεται «άρθρο 23», ομόφωνα.
Οι ΗΠΑ εξέφρασαν την ανησυχία τους για τα μέτρα, σύμφωνα με τις δηλώσεις του Βεντάντ Πατέλ, εκπρόσωπου τύπου του υπουργείου Εξωτερικών, ο οποίος πρόσθεσε πως το κείμενο ενδεχομένως θα «επιταχύνει το “κλείσιμο” της κοινωνίας του Χονγκ Κονγκ, που ήταν κάποτε ανοικτή».
Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου δήλωσε από την πλευρά της «βαθιά προβληματισμένη» από τις αμφισημίες του κειμένου. Σύμφωνα με τον Φόλκερ Τουρκ, αυτές οι διατάξεις «θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην ποινικοποίηση ενός μεγάλου εύρους συμπεριφορών που προστατεύονται από το διεθνές δίκαιο».
Το Λονδίνο κατήγγειλε ένα κείμενο που «θα υπονομεύσει περαιτέρω τα δικαιώματα και τις ελευθερίες στην πόλη» και «υποσκάπτει την εφαρμογή από το Χονγκ Κονγκ των διεθνών υποχρεώσεών του».