Τις αδυναμίες των υπηρεσιών και τα κενά πολιτικής στην αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας φώτισε -για άλλη μία φορά- η φρικτή δολοφονία της Κυριακής Γρίβα μπροστά στο φυλάκιο του Αστυνομικού Τμήματος Αγίων Αναργύρων. Στην κυβέρνηση έχει σημάνει συναγερμός, καθώς τα περιστατικά κακοποίησης, ψυχολογικής, λεκτικής και σωματικής, που όχι σπάνια καταλήγουν σε δολοφονίες, έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, προσθέτοντας στο γενικότερο αίσθημα ανασφάλειας απέναντι στην εγκληματικότητα, που καταγράφεται σταθερά στις δημοσκοπήσεις ως ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας μετά την ακρίβεια στις τιμές. Χαρακτηριστικό της έξαρσης του προβλήματος είναι ότι το 2023, κάθε 45 λεπτά καταγγελλόταν και μία υπόθεση ενδοοικογενειακής βίας.
Τα κυβερνητικά στελέχη δεν απέφυγαν τη σκληρή αυτοκριτική για την αποτυχία της ΕΛ.ΑΣ. να προστατεύσει την 28χρονη, η οποία κατέφυγε στο Αστυνομικό Τμήμα επειδή αισθάνθηκε ότι απειλείται από τον πρώην της, για να βρεθεί εντέλει μπροστά σε αστυνομικούς που αγνοούσαν ότι δεν χρειάζεται η υποβολή μήνυσης προκειμένου να ληφθούν μέτρα σε περιπτώσεις κακοποιητικής συμπεριφοράς.
Χαρακτηριστικά, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης ανέφερε ότι «όταν σκοτώνεται μία νέα κοπέλα, ένας άνθρωπος έξω από ένα Αστυνομικό Τμήμα, δεν μπορεί να πει κανείς ότι κάτι δεν πήγε καλά… Επρεπε να γίνουν πολλά παραπάνω ώστε να μη δολοφονηθεί αυτή η κοπέλα».
Παράλληλα, έκανε λόγο για «μία τραγωδία, μία γυναικοκτονία» και πρόσθεσε πως «θα ήμασταν πολιτικοί απατεώνες αν λέγαμε ότι θα εξαφανίσουμε φαινόμενα ενδοοικογενειακής βίας, ωστόσο έχουν ληφθεί πολλά μέτρα για την αντιμετώπισή της».
«Ξήλωσε» τους αστυνομικούς
Από την πλευρά του, ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, αφού «ξήλωσε» όλους τους αστυνομικούς που ενεπλάκησαν στη διαχείριση της αναφοράς της Κυριακής Γρίβα, προχώρησε σε τηλεδιάσκεψη με 2.500 στελέχη της ΕΛ.ΑΣ., αναγγέλλοντας μέτρα για την αντιμετώπιση τέτοιων καταστάσεων, καλώντας παράλληλα τους αστυνομικούς να χειρίζονται τέτοια περιστατικά με ενσυναίσθηση και να παρέχουν κάθε προστασία στα θύματα: όπως είπε, πρόκειται να επεκταθεί σε όλη την Ελλάδα η χρήση του panic button, που τώρα εφαρμόζεται πιλοτικά μόνο στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη.
Είναι χαρακτηριστικό ότι τον τελευταίο χρόνο 4.856 γυναίκες θεωρήθηκαν από τις Αρχές δικαιούχοι του «κουμπιού πανικού», αλλά μόλις οι 1.367 το παρέλαβαν και το εγκατέστησαν στο κινητό τους τηλέφωνο. Μέχρι τώρα έχει χρησιμοποιηθεί 270 φορές – μόνο η Γεωργία Πούτου από τη Σαλαμίνα δεν πρόλαβε να το πατήσει, καθώς ο κακοποιητής της την αιφνιδίασε.
Η Γεωργία Πούτου δολοφονήθηκε από τον κακοποιητή σύντροφό της τον περασμένο Δεκέμβριο, παρότι είχε προμηθευτεί panic button και άλλαξε σπίτι μετά από σύσταση των Αρχών. Ωστόσο, δεν είχε πού να πάει παρά μόνο στο σπίτι της μητέρας της, όπου και δολοφονήθηκε…
Ακριβώς αυτό το κενό που αναδείχθηκε από τη δολοφονία της Γεωργίας, αλλά και από εκείνη της Κυριακής στους Αγίους Αναργύρους, οδήγησε στη σημαντικότερη εξαγγελία του υπουργού, σύμφωνα με την οποία για κάθε θύμα θα πρέπει να εξασφαλίζεται ασφαλής μεταφορά και διαμονή σε ασφαλή χώρο μέχρι να εκλείψει ο κίνδυνος για τη ζωή του.
Δομές φιλοξενίας
Στο πλαίσιο αυτό, στην κυβέρνηση σχεδιάζουν τη δημιουργία δομών βραχείας φιλοξενίας, καθώς οι υπάρχοντες 19 ξενώνες για θύματα κακοποίησης δεν προσφέρονται ως καταφύγιο για θύματα που ακολουθώντας τις οδηγίες των Αρχών αλλάζουν προσωρινά κατοικία. Προτού γίνει δεκτό σε αυτούς ένα θύμα κακοποίησης, απαιτείται μία χρονοβόρα διαδικασία στην οποία λαμβάνεται υπόψη ακόμη και η οικογενειακή του κατάσταση -αν έχει ή όχι παιδιά που πρέπει να φιλοξενηθούν μαζί του- όσο και η υγεία του.