Με κομμένη την ανάσα οι χώρες της Δύσης, οι οποίες και συντριπτικά εξέφρασαν την στήριξή τους στο Ισραήλ μετά την επίθεση με drone του Ιράν, παρακολουθούν τις εξελίξεις στο Τελ Αβίβ και το ποια απόφαση θα λάβει η κυβέρνηση του Μπενιαμίν Νετανιάχου σχετικά με τα αντίποινα στην Τεχεράνη.
Στο πλαίσιο αυτό, το BBC με ανάλυσή του επιχειρεί να αποτυπώσει την λεπτή θέση στην οποία βρίσκονται οι ΗΠΑ και η Δύση οι οποίες από την μία καταδικάζουν την επίθεση, αλλά από την άλλη, σίγουρα θέλουν να αποφύγουν την περαιτέρω κλιμάκωση της σύγκρουσης, πόσω μάλλον τη συμμετοχή τους σε έναν ολοκληρωτικό πόλεμο στη Μέση Ανατολή.
Το πολεμικό υπουργικό συμβούλιο του Ισραήλ χρησιμοποίησε μια δοκιμασμένη και έμπιστη φράση για να περιγράψει τις επόμενες κινήσεις του εναντίον του Ιράν. Το Ισραήλ θα απαντήσει «με τον τρόπο και τη στιγμή που εμείς θα επιλέξουμε» ανέφερε το πολεμικό συμβούλιο.
Ο Μπένι Γκαντς, ο ηγέτης της αντιπολίτευσης που εντάχθηκε στο πολεμικό υπουργικό συμβούλιο μετά τις επιθέσεις της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου, τόνισε τη συνοχή του Ισραήλ και των δυτικών συμμάχων του. «Το Ισραήλ εναντίον του Ιράν, ο κόσμος εναντίον του Ιράν. Αυτό είναι το αποτέλεσμα. Αυτό είναι ένα στρατηγικό επίτευγμα που πρέπει να αξιοποιήσουμε για την ασφάλεια του Ισραήλ» είπε.
Τα λόγια που χρησιμοποίησε ο Γκαντς δεν απέκλεισαν μια επίθεση σε ιρανικό στόχο ή ένα πρώτο ανοιχτό ισραηλινό χτύπημα εντός του Ιράν (το Ισραήλ έχει πλήξει επανειλημμένα το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, με κυβερνοεπιθέσεις και δολοφονίες αξιωματούχων και επιστημόνων). Αλλά ίσως υπάρχει χρόνος για τη διπλωματική απάντηση που επιθυμεί ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν από τη συνάντηση που έχει συγκαλέσει της G7, των πλουσιότερων δυτικών χωρών.
Παρά το γεγονός πως το Ιράν είχε επιτεθεί λεκτικά πολλάκις στο Ισραήλ για την πολεμική επιχείρηση στη Γάζα που ακολούθησε την πολύνεκρη τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς στο έδαφος του Ισραήλ, η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι και «έσπρωξε» την Τεχεράνη να πραγματοποιήσει το πρώτο απευθείας χτύπημα στο Ισραήλ ήταν ο βομβαρδισμός του ιρανικού προξενείου στη Δαμασκό της Συρίας. Η αεροπορική επιδρομή, την 1η Απριλίου, σκότωσε έναν υψηλόβαθμο στρατηγό, τον υπ’ αριθμόν δύο και άλλους βοηθούς του.
Η απόφαση για την επίθεση δεν ήταν συντονισμένη με τους Αμερικανούς. Το Ισραήλ πρέπει να εκτίμησε την ευκαιρία να σκοτώσει ανώτερους διοικητές του Σώματος Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης του Ιράν (IRGC) ως ένα ρίσκο που άξιζε να αναληφθεί.
Όπως αναφέρει το BBC και ο συντάκτης διεθνών θεμάτων Jeremy Bowen, δημόσια το Ισραήλ προσφέρει ένα μη πειστικό επιχείρημα ότι η παρουσία ανώτερων στρατιωτικών αξιωματικών σε διπλωματικές εγκαταστάσεις καθιστούσε το κτίριο νόμιμο στόχο. Πιο σημαντικό είναι το γεγονός ότι το Ιράν επέλεξε να ερμηνεύσει την αεροπορική επιδρομή ως επίθεση στο έδαφός του.
Πολύ γρήγορα, ήταν σαφές ότι το Ιράν θα απαντούσε. Το μήνυμα του Ιράν δεν μεταδόθηκε με νεύματα και κλείσιμο του ματιού, αλλά με ξεκάθαρες δηλώσεις του ανώτατου ηγέτη του Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ.
Το Ισραήλ, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους είχαν αρκετή προειδοποίηση. Ο κ. Μπάιντεν πρόλαβε να επιστρέψει στον Λευκό Οίκο από ένα ταξίδι του Σαββατοκύριακου στην πολιτεία του Ντέλαγουερ. Το Ιράν επέλεξε να ανοίξει την επίθεση όχι με υπερηχητικούς βαλλιστικούς πυραύλους, αλλά με αργά μη επανδρωμένα αεροσκάφη, τα οποία βρίσκονταν στις οθόνες των ραντάρ για δύο ώρες καθώς πλησίαζαν τους στόχους τους.