«Ο πρωθυπουργός δείχνει ότι παίρνει γενναίες πρωτοβουλίες. Δεν έχω δει άλλη κυβέρνηση στο παρελθόν της κεντροαριστεράς ή της Αριστεράς να ορθώνει το ανάστημά της απέναντι στις πολυεθνικές» είπε μεταξύ άλλων μιλώντας στην ΕΡΤ ο Άκης Σκέρτσος.
Ο υπουργός Επικρατείας, σχετικά με την απόφαση του πρωθυπουργού να στείλει επιστολή στη Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν για το θέμα της κερδοσκοπίας των πολυεθνικών εταιρειών σχολίασε τον λόγο της κίνησης: «Για δύο λόγους. Είναι το ζήτημα, το οποίο απασχολεί περισσότερο από όλα την ελληνική κοινωνία, αλλά και τις ευρωπαϊκές κοινωνίες. Ξεκίνησε από την εισβολή στην Ουκρανία και την ενεργειακή κρίση που προκλήθηκε. Αποκρούσαμε τότε την εξωγενή εισβολή του πληθωρισμού, με πολύ γενναία μέτρα στήριξης των εισοδημάτων και των επιχειρήσεων και καταφέραμε να κρατήσουμε χαμηλά τις τιμές ενέργειας από το 2021- 2023.
Από εκεί και πέρα πρέπει να αντιμετωπίσουμε και πιο μόνιμα και διαρθρωτικά προβλήματα λειτουργίας του ανταγωνισμού, όχι μόνο στην ελληνική αγορά, αλλά και στις ευρωπαϊκές αγορές και εκεί η συλλογική δύναμη της ΕΕ είναι πάρα πολύ σημαντική».
Και πρόσθεσε: «Βλέπουμε ότι υπάρχει μια ασυμμετρία δύναμης, δηλαδή, υπάρχουν πολυεθνικοί κολοσσοί, οι οποίοι μπορεί να έχουν τον ετήσιο τζίρο που ισούται με το ΑΕΠ της Ελλάδας, η μιας άλλης μεσαίας ευρωπαϊκής χώρας και οι οποίες, εταιρίες, χρησιμοποιούν διασυνοριακές εμπορικές πρακτικές, που δεν είναι μεν παράνομες, οι οποίες όμως δεν μπορούν να ελεγχθούν και να κολαστούν ποινικά ή διοικητικά με μέτρα, από ένα μεμονωμένα κράτος – μέλος. Άρα εδώ η ΕΕ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει πολλά πράγματα να κάνει και δεν τα έχει κάνει ακόμα».
«Η μάχη για την καταπολέμηση της ακρίβειας»
Αναφορικά με τον λόγο που στάλθηκε τώρα αυτή η επιστολή, αλλά και τις κατηγορίες της αντιπολίτευσης που αναφέρει πως η επιστολή έχει προεκλογικό και επικοινωνιακό χαρακτήρα ο κ. Σκέρτσος απάντησε: «Δύο σημεία. Το πρώτο είναι ότι δεν είναι το πρώτο από τα μέτρα και από τις πολιτικές που σκοπεύει να εφαρμόσει η κυβέρνηση. Ο πρωθυπουργός έχει μιλήσει επανειλημμένα για το ζήτημα της ακρίβειας.
Έχουμε λάβει μέτρα τα οποία έχουν φέρει αποτελέσματα. Θυμίζω το βρεφικό γάλα με μείωση τιμής κατά 15% στο ράφι από τον Μάρτιο. Θυμίζω τις παρεμβάσεις που κάναμε στις τιμές τιμοκαταλόγου, που έχουν μειώσει επίσης μεσοσταθμικά κατά 15% τις τιμές σε βασικά προϊόντα του καλαθιού του νοικοκυριού. Αυτές είναι ενέργειες που έχει πάρει η ελληνική πολιτεία στο πλαίσιο των δυνατοτήτων και των θεσμικών εργαλείων που έχουμε στα χέρια μας.
Και τώρα είναι η στιγμή να θέσουμε αυτό το ζήτημα. Γιατί πρέπει να συνδέσουμε τις ευρωεκλογές και το διακύβευμα αυτών των εκλογών με τις προτεραιότητες που θα θέσει η επόμενη Επιτροπή, η επόμενη Ευρωβουλή».
Αναφορικά με το ζήτημα της ακρίβειας, στάθηκε και στη στάση της αντιπολίτευσης.
«Η άρνηση και η αντίδραση της αντιπολίτευσης σε αυτό το μείζον ζήτημα και αυτή την πολύ σημαντική θεσμική πρωτοβουλία που πήρε ο πρωθυπουργός δείχνει, πρώτον, πόσο δεν θέλουν να συζητήσουν τα θέματα που αφορούν την ευρωπαϊκή κάλπη, αλλά και πόσο στην ουσία δεν θέλουν και δεν μπορούν να αξιοποιήσουν τη συλλογική, δύναμη της Ευρωπαϊκής Ένωσης» είπε χαρακτηριστικά.
Σχετικά με το ποιο είναι το χρονοδιάγραμμα από εδώ και πέρα και το πότε είναι το νωρίτερο δυνατό που μπορεί να ληφθεί μια τέτοια απόφαση ο υπουργός Επικρατείας αναφέρει: «Αυτό το οποίο μπορεί να γίνει, είναι πρώτον ότι οι εταιρείες, λαμβάνοντας το μήνυμα ότι θα είναι προτεραιότητα της επόμενης Επιτροπής και της επόμενης Ευρωβουλής αυτό το ζήτημα και μιλάμε για τους εδαφικούς περιορισμούς εφοδιασμού που χρησιμοποιούν αυτές οι εταιρείες, μπορεί από μόνες τους να προθυμοποιηθούν και να μειώσουν τις τιμές. Αυτό είναι κάτι που μπορεί να συμβεί ενώ θα πηγαίνουμε στην επόμενη Ευρωβουλή και στην επόμενη Επιτροπή» τόνισε και πρόσθεσε:
«Από εκεί και πέρα θέλω να πω, ότι είναι πάρα πολύ σημαντικό ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός δείχνει ότι παίρνει γενναίες πρωτοβουλίες. Δεν λογαριάζει το πολιτικό κόστος, γιατί ακούμε από εδώ και από εκεί, κριτική από την αντιπολίτευση να λένε, ότι η Νέα Δημοκρατία είναι δέσμια των μεγάλων επιχειρήσεων, των μεγάλων συμφερόντων, των πολυεθνικών. Δεν έχω δει άλλη κυβέρνηση στο παρελθόν της κεντροαριστεράς ή της Αριστεράς να ορθώνει το ανάστημά της απέναντι στις πολυεθνικές, το κάνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος είναι πραγματιστής και υπεύθυνος πατριώτης και ξέρει να χρησιμοποιεί και τα ευρωπαϊκά εργαλεία εκεί που πρέπει, για να μπορέσει να λειτουργήσει υπέρ της προστασίας των εισοδημάτων των καταναλωτών και των Ευρωπαίων πολιτών».
Για το πότε θα μπορούσαν να αποδώσουν τα μέτρα που προτείνει ο πρωθυπουργός, εφόσον γίνουν δεκτά ο κ. Σκέρτσος σημειώνει: «Να σας θυμίσω κάτι το οποίο φαινόταν απίθανο να συμβεί το 2021, πάλι ο Έλληνας πρωθυπουργός μαζί με 8 ακόμα ομολόγους του, κατέθεσαν την πρόταση για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Τότε υπήρχαν πάρα πολύ ισχυρές αντιδράσεις από τη Γερμανία, από τις βόρειες χώρες, από όσους δεν θέλουν τη δημοσιονομική επέκταση, που όμως ήταν αναγκαία στον καιρό της πανδημίας. Αυτή η πρόταση του Έλληνα πρωθυπουργού, με τη βοήθεια της προέδρου της κυρίας Φον Ντερ Λάιεν, υιοθετήθηκε και έγινε πολιτική σε έναν χρόνο. Και τα οφέλη του Ταμείου ανάκαμψης έχουν αποβεί πάρα πολύ σημαντικά για την εκθετική ανάπτυξη που βιώνει αυτή τη στιγμή η ελληνική οικονομία σε σχέση με την ευρωπαϊκή.
Τα στοιχεία που έδωσε για την ακρίβεια
Αναφορικά με το την πρακτικές της κυβέρνησης για την καταπολέμηση της ακρίβειας ο κ. Σκέρτσος υπογραμμίζει: «Έχω φέρει κάποια στοιχεία, τα οποία θέλω να σας δώσω. Είναι σύγκριση πενταετίας, γιατί πρέπει να βλέπουμε τη μεγάλη εικόνα και το πώς έχει διαχειριστεί η Ευρωπαϊκή Ένωση κάθε χώρα – μέλος, αλλά και η Ελλάδα συγκεκριμένα, το φαινόμενο του πληθωρισμού.
Τα στοιχεία της Eurostat, όχι κάποια ελληνικά ή στοιχεία της κυβέρνησης, δείχνουν ότι συνολικά ο πληθωρισμός έχει αυξηθεί κατά 15,5%στην πενταετία από το 2019 έως το 2023 στην Ελλάδα, κατά 23,5% στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 27. Συνεπώς, ως προς το συνολικό δείκτη πληθωρισμού, έχουμε πετύχει μια καλύτερη απόδοση. Στην πενταετία η αύξηση στο καλάθι των τροφίμων είναι σημαντική, είναι κοντά στο 30%.
Είναι η ίδια αύξηση, όμως και στην Ελλάδα και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Εμείς εδώ έχουμε το πρόβλημα ότι τα εισοδήματα στην Ελλάδα είναι, ακόμα, χαμηλότερα από τα ευρωπαϊκά εισοδήματα. Όμως η Ελλάδα είναι ταυτόχρονα η χώρα που χάρη στην τριπλάσια, τετραπλάσια ανάπτυξη της οικονομίας που έχουμε σημειώσει τα τελευταία χρόνια από την υπόλοιπη Ευρώπη, έχουμε καταφέρει να αυξήσουμε τον κατώτατο μισθό κατά 27,5%.
Παραμένει χαμηλός, πρέπει να αυξηθεί κι άλλο, αλλά χάρη στη δική μας πολιτική μπορεί και αυξάνετε. Τον μέσο μισθό αντίστοιχα κατά 20% και θα αυξηθεί μέσα στο 2024 κατά 50 ευρώ ακόμα, με βάση τις εκτιμήσεις της ΕΡΓΑΝΗΣ και της ΕΛΣΤΑΤ και συνολικά, πέρα από τις αυξήσεις στα εισοδήματα και στις συντάξεις και στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων, υπάρχει και το εργαλείο των ελέγχων. Και ποτέ στο παρελθόν δεν έχουν γίνει τόσοι πολλοί έλεγχοι και δεν έχουν επιβληθεί τόσα πολλά πρόστιμα, άνω των 20 εκατομμυρίων ευρώ, κυρίως σε μεγάλες εταιρείες για καταχρηστικές πρακτικές στην αγορά.»
Ο στόχος του 33% για τις Ευρωεκλογές
Σχετικά με τον στόχο του 33%, που έχει θέσει ο κ. Μητσοτάκης για τις ευρωεκλογές ο υπουργός Επικρατείας τονίζει: «Η εντολή που λάβαμε, πέρυσι τέτοιο καιρό, τον Μάιο, ήταν μια εντολή ριζικού μετασχηματισμού της ελληνικής κοινωνίας, του κράτους, της οικονομίας, ώστε να γίνουμε πιο ευρωπαϊκή ως χώρα, ως συλλειτουργία θεσμική, δημοκρατική, οικονομική.
Να κάνουμε άλματα προς τον σκληρό πυρήνα της Ευρώπης, διότι έχουμε ταλαιπωρηθεί πάρα πολύ ως χώρα τα προηγούμενα χρόνια από πειράματα, από διάφορους λαϊκιστές και πρέπει να μάθουμε από τα λάθη του παρελθόντος, να μην ξεχνάμε τις κακουχίες που περάσαμε την προηγούμενη δεκαετία, πόσο ταλαιπωρήθηκε η χώρα και να μην ενσκύψουμε ξανά στον λαϊκισμό και στη γοητεία του.
Αυτό το οποίο λέμε είναι ότι δεν πρέπει σε αυτό το άθυρμα των ανεύθυνων προτάσεων, που έρχονται από την αντιπολίτευση, διότι είναι ανεύθυνες, οδηγούν ξανά σε δημοσιονομικό εκτροχιασμό οι οικονομικές προτάσεις των προγραμμάτων που ακούμε από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, δεν πρέπει να λάβουν μια ισχυρή ψήφο, διότι αυτό όντως θα τους δώσει τη δυνατότητα να αμφισβητήσουν το πρόγραμμα, το οποίο έχει φέρει, επαναλαμβάνω, τριπλάσιο και τετραπλάσιο ρυθμό ανάπτυξης οικονομίας, 40% περισσότερες επενδύσεις στην Ελλάδα, ενώ ο ρυθμός αύξησης των επενδύσεων στην υπόλοιπη Ευρώπη είναι 1%, πολύ σημαντικές εξαγωγές, ένα ρεκόρ στον τουρισμό, αύξηση της μεταποίησης και της βιομηχανίας στη χώρα μας, μια αναβίωση του κατασκευαστικού κλάδου και μείωση της ανεργίας από το 17,5% στο 10%.
Αυτή τη στιγμή το πρόβλημα της αγοράς εργασίας δεν είναι η ανεργία, είναι το πώς θα βρουν εργαζόμενους οι επιχειρήσεις».