Η συνάντηση διήρκησε περίπου 40 λεπτά και ο κ. Μητσοτάκης αποχώρησε χωρίς να κάνει δηλώσεις.
Οι ελληνοβρετανικές σχέσεις σε μια κρίσιμη περίοδο θεωρούνται σημαντικές και πρέπει να μπουν ξανά σε τροχιά, μετά το περυσινό διπλωματικό «φάλτσο» του προκατόχου του κ. Στάρμερ, του Συντηρητικού, Ρίσι Σούνακ, ο οποίος εκ των πραγμάτων ακύρωσε την προγραμματισμένη του συνάντηση με τον κ. Μητσοτάκη, για να μην ακούσει τη συζήτηση για το θέμα των γλυπτών του Παρθενώνα.
Κατά πληροφορίες, ο κ. Μητσοτάκης αναμενόταν και σήμερα να θέσει το ζήτημα, αν και δεν ήθελε η επανεκκίνηση των διμερών σχέσεων να μονοπωλείται από αυτό το θέμα. Όπως το θέτει ανώτερη κυβερνητική πηγή «το συγκεκριμένο θέμα δουλεύεται στο παρασκήνιο, ώστε να έχουμε εξελίξεις το επόμενο διάστημα και δεν χρειάζεται να τίθεται στο προσκήνιο». Άλλωστε, ο κ. Στάρμερ δεν θεωρείται ότι θα δημιουργήσει πρόβλημα, εφόσον η ελληνική κυβέρνηση και το Βρετανικό Μουσείο καταλήξουν σε μια συμφωνία που θα προβλέπει σε πρώτη φάση τον πολυετή δανεισμό των γλυπτών, χωρίς παράλληλα η Ελλάδα να απεμπολήσει την κυριότητά τους.
Σύμφωνα με συγκλίνουσες πληροφορίες, οι συζητήσεις της Αθήνας με το Βρετανικό Μουσείο είναι αρκούντως προχωρημένες. Ραντεβού έχει κάνει και ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης, αλλά και ο υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, ο οποίος έχει αναλάβει να οριστικοποιήσει και τη νομική φόρμουλα. Εξελίξεις, πάντως, θα πρέπει να αναμένονται τουλάχιστον με το νέο έτος, ενώ και οι δημοσκοπήσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο αποτυπώνουν την υποστήριξη της πλειοψηφίας της κοινής γνώμης υπέρ της επιστροφής των γλυπτών στην Αθήνα.
Πάντως ο κ. Μητσοτάκης δεν θέλησε η συζήτηση στο τετ-α-τετ του με τον Βρετανό πρωθυπουργό και έναν από τους σημαντικούς ηγέτες στον κόσμο να περιστραφεί γύρω από αυτό το θέμα. Υπάρχουν άλλωστε μια σειρά γεωπολιτικών εξελίξεων, όπως η κατάσταση στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή, θέματα όπως το μεταναστευτικό, αλλά και διμερή ζητήματα, όπως η ενέργεια, ο τουρισμός και η ναυτιλία που αναμενόταν να βρεθούν στην ατζέντα της συνάντησης. .