Ο Ταγίπ Ερντογάν, μετά την προέλαση των τζιχαντιστών και άλλων ένοπλων αντιπολιτευόμενων ομάδων στη Δαμασκό και την ανατροπή του καθεστώτος, προβάλλει ως ο μεγάλος κερδισμένος της κρίσης και πλέον, όπως δείχνουν και οι επισκέψεις του Αμερικανού ΥΠΕΞ Άντονι Μπλίνκεν στην Άγκυρα και της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν με τον Ερντογάν, ο Τούρκος ηγέτης είναι ο μεγάλος και μοναδικός προς το παρόν εξωτερικός «παίκτης» στο συριακό πρόβλημα.
Πάντως με τον επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας, με τον οποίο σε μια ασυνήθιστη κίνηση συναντήθηκε ο ίδιος ο Ερντογάν στο αεροδρόμιο της Άγκυρας, φάνηκε ότι η Ουάσιγκτον αναγνωρίζει τον ρόλο της Άγκυρας, αλλά συνεχίζει να υπάρχει η διαφωνία για το θέμα των Κούρδων, καθώς οι ΗΠΑ επιμένουν ότι θα συνεχίσουν να στηρίζουν το SDF στον αγώνα εναντίον του ISIS.
Ο νέος Αμερικανός πρόεδρος Ντ. Τραμπ εξήρε μεν την αποτελεσματικότητα του Ερντογάν στη Συρία, κάνοντας λόγο για «επιθετική κατάληψη» και ότι ο έξυπνος ηγέτης της Τουρκίας «ελέγχει τους ανθρώπους που ανέλαβαν την εξουσία στη Συρία», δηλώνοντας όμως ότι η Τουρκία είναι το κλειδί για τη Συρία, ουσιαστικά του αναθέτει και την ευθύνη για ό,τι συμβεί στο επόμενο διάστημα. Και το γεγονός ότι ο Τούρκος υπουργός άμυνας Γ. Γκιουλέρ έκανε αναφορά σε προσφορά στρατιωτικής βοήθειας στη Συρία και πλέον υπάρχει συγκέντρωση τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων στα σύνορα με την περιοχή που ελέγχει η κουρδική οντότητα, έχει προκαλέσει ανησυχία και στους Αμερικανούς, αλλά και σε γειτονικές χώρες που δεν επιθυμούν βεβαίως να δουν τη «νέα» Συρία να μετατρέπεται σε τουρκικό προτεκτοράτο με νεοθωμανικό «άρωμα».
Η Τουρκία επιδιώκει πλέον όχι μόνο να ικανοποιήσει εθνικούς στόχους, αλλά να επεκτείνει περαιτέρω την επιρροή της όπως έχει ήδη κάνει στον Καύκασο, στη Β. Αφρική και στο Κέρας της Αφρικής και συγχρόνως να αποτελεί πλέον τον «τοποτηρητή» της Συρίας, που θα αποτελεί για το επόμενο μακρύ διάστημα τη μεγάλη εστία κρίσης στη Μ. Ανατολή. Ήδη, ο Τούρκος πρόεδρος εκμεταλλεύεται τις εξελίξεις στο παζάρι του με την ΕΕ, επιδιώκοντας αναβάθμιση των ευρωτουρκικών σχέσεων και εξασφάλιση δεσμεύσεων για μεγάλη οικονομική βοήθεια όχι πλέον μόνο για τους πρόσφυγες αλλά και για την ανθρωπιστική βοήθεια και για την ανοικοδόμηση της Συρίας, μεγάλο μέρος των οποίων θα κατευθυνθεί στην ίδια την τουρκική οικονομία μέσω των μεγάλων τουρκικών κατασκευαστικών εταιριών και των εταιριών τσιμέντου και χάλυβα. Με όχημα τη Συρία, η Άγκυρα θα επιχειρήσει και πάλι να πείσει την Ευρώπη ότι η σχέση είναι στρατηγική και ότι «η Τουρκία προσφέρει στρατηγικό όραμα στην ΕΕ».
Το μεγάλο παιχνίδι όμως του Τ. Ερντογάν γίνεται πλέον με την Ουάσιγκτον, καθώς θέλει να προλάβει τις εξελίξεις και να στρώσει το έδαφος για αλλαγή πλεύσης στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις ενόψει και της ανάληψης των καθηκόντων του νέου προέδρου Ντ. Τραμπ. Σημείο αιχμής και πρώτης προτεραιότητας για την Τουρκία είναι φυσικά το Κουρδικό.
Σήμερα ο Τ. Ερντογάν δικαιολογημένα πανηγυρίζει για τον ρόλο που έχει επί του εδάφους στη Συρία καθώς, εφόσον όλα εξελιχθούν ομαλά, θα πρόκειται για μια στρατηγική νίκη της Τουρκίας. Όλο το προηγούμενο διάστημα βεβαίως οι παρεμβάσεις του είχαν προκαλέσει την αντίδραση των Αράβων, αλλά τώρα με την αποκατάσταση των σχέσεων του με τις χώρες του Κόλπου και την Αίγυπτο θα αναζητήσει νέες ισορροπίες. Το κλειδί βεβαίως είναι να υπάρξει σταδιακή αποκατάσταση της ομαλότητας στη Συρία και το νέο καθεστώς που θα δρομολογήσει η εξουσία του HTS θα διαψεύσει τους φόβους και τις ανησυχίες για μια ισλαμική εκτροπή. Δεν είναι τυχαίο ότι παρά την ανακούφιση από την πτώση Άσαντ όλες οι δυτικές δυνάμεις και πρώτες οι ΗΠΑ δηλώνουν ότι είναι μεν θετικά τα πρώτα καθησυχαστικά μηνύματα του νέου ηγέτη της Συρίας Αλ Τζολανί, αλλά θα κριθεί από τις πράξεις και όταν καταλαγιάσει αυτό το κύμα του πρώτου ενθουσιασμού.
Ο Ερντογάν έχει κάθε λόγο να προσπαθεί να εξωραΐσει την εικόνα των ανταρτών που κατέλαβαν τη Δαμασκό και έχει και ο ίδιος απόλυτο συμφέρον να υπάρξει μια ομαλή μετάβαση στη χώρα όπου η επιρροή της Τουρκίας θα είναι ισχυρή, ώστε να υπάρξουν και οι συνθήκες για επιστροφή των 3 και περισσότερων ίσως εκατομμυρίων προσφύγων που βρίσκονται σήμερα στην Τουρκία και φυσικά να αποτραπεί ένα νέο προσφυγικό κύμα. Και συγχρόνως θα εξαλειφθούν οι ανησυχίες για αναβίωση του ISIS, καθώς αυτό θα αποτελέσει ένα ισχυρό κίνητρο για όσους στην Ουάσιγκτον υποστηρίζουν τη διατήρηση αμερικανικών δυνάμεων στο συριακό έδαφος, η οποία είναι συνυφασμένη με τη συνεργασία με την κουρδική οντότητα και το SDF. Αυτό είναι κάτι όμως που σήμερα δεν μπορεί να προβλεφθεί.