Η απόφαση δημοσιεύθηκε χθες και προκάλεσε ιδιαίτερη αίσθηση στη Βρετανία, όπου προβλήθηκε από τα μεγαλύτερα ΜΜΕ της χώρας.
Η καταδίκη της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν έχει να κάνει με αυτό καθαυτό το συμβάν, αλλά με τον χειρισμό της υπόθεσης από τις κυπριακές αρχές.
Η 19χρονη (τότε) Βρετανίδα είχε ισχυριστεί πως είχε πέσει θύμα ομαδικού βιασμού από νεαρούς Ισραηλινούς στην Αγία Νάπα. Οι Ισραηλινοί είχαν συλληφθεί και λίγες μέρες αφέθηκαν ελεύθεροι, καθώς η Βρετανίδα ανακάλεσε την αρχική της καταγγελία, λέγοντας ότι δεν είπε την αλήθεια. Η ανάκληση έγινε μετά από 10 ημέρες συνεχούς ανακρίσεως της και πιέσεις, που ασκήθηκαν από τη κυπριακή Αστυνομία.
Το θέμα όμως δεν τέλειωσε με την ανάκληση της καταγγελίας, αφού η 19χρονη κατηγορήθηκε για δημόσια βλάβη και διατάραξης της δημόσιας τάξης, λόγω ψευδών ισχυρισμών.
Από κατήγορος βρέθηκε στη θέση της κατηγορούμενης και καταδικάστηκε σε φυλάκιση 4 μηνών. Ακολούθησε έφεση, και το Ανώτατο Δικαστήριο ανέτρεψε την πρωτόδικη απόφαση, αθωώνοντας την Βρετανίδα καθώς διαπιστώθηκαν διάφορες παραλείψεις στη διαδικασία διερεύνησης του ισχυρισμού της για βιασμό.
Νόμοι υπάρχουν, αλλά οι αστυνόμοι…
Όπως διαπιστώνεται και από την απόφαση του ΕΔΑΔ η Κυπριακή Δημοκρατία δεν πάσχει από έλλειψη νομοθεσίας για την προστασία των δικαιωμάτων των θυμάτων σεξουαλικής βίας.
Ο βιασμός και η απουσία συναίνεσης σε σεξουαλική επαφή, είναι ποινικά αδικήματα, ενώ υφίστανται και διατάξεις για προστασία και υποστήριξη των θυμάτων.
Το ΕΔΑΔ επιβεβαίωσε πως η κυπριακή αστυνομία δεν επέδειξε ολιγωρία στην διερεύνηση των ισχυρισμών της 19χρονης, και για αυτό σε λίγες ώρες συνέλαβε του ύποπτους Ισραηλινούς, οι οποίοι ετοιμάζονταν να επιστρέψουν στην χώρα τους. Τέθηκαν υπό κράτηση ανακρίθηκαν και τους λήφθηκαν δείγματα γενετικού υλικού.
Όσο γρήγορα όμως άρχισε η έρευνα, άλλο τόσο απότομα διακόπηκε και σε αυτό φέρουν ευθύνες και οι αστυνομικές και οι εισαγγελικές αρχές. Η επίκληση της αλλαγής της κατάθεσης της 19χρονης, ήταν το κομβικό σημείο, κατά το οποίο η κυπριακή αστυνομία αντί να αναζητεί τους ύποπτους για βιασμό, άρχισε να ερευνά ως ύποπτη, για ψευδή καταγγελία, την νεαρή Βρετανίδα.
Ο τρόπος που το κατ’ ισχυρισμό θύμα έγινε κατηγορούμενη δεν απασχόλησε ιδιαιτέρως το πρωτόδικο Δικαστήριο, το οποίο την καταδίκασε. Ωστόσο το Ανώτατο Δικαστήριο στην έφεση, εντόπισε όλα τα λάθη και τις παραλείψεις και ακύρωσε την καταδίκη, δίνοντας νομικά όπλα στην 19χρονη, για να προσφύγει στο ΕΔΑΔ, κατά της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Δεν σεβάστηκαν το «όχι» της
Το ΕΔΑΔ στην απόφαση του επεσήμανε εκ νέου πως οι αστυνομικές αρχές, έχουν την υποχρέωση να λαμβάνουν κάθε μέτρο που είναι εύλογα δυνατό, για να εξασφαλίσουν όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με το περιστατικό που ερευνούν, ενώ εναπόκειται σε αυτές να διερευνήσουν όλα τα πραγματικά περιστατικά και να αποφασίσουν, με βάση όλες τις περιβάλλουσες περιστάσεις.