Στην επιστολή τους, οι Αμερικανοί νομοθέτες ζητούν από την αρμόδια υπηρεσία του υπουργείου Εξωτερικών να αξιολογήσει το πως μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να επηρεάσει το συγκριτικό στρατιωτικό πλεονέκτημα του Ισραήλ αλλά και την ευρύτερη αρχιτεκτονική αποτροπής, ζητώντας να λάβουν μια απόρρητη ενημέρωση για τις επιπτώσεις που θα έχει μια πιθανή μεταφορά των S-400 στη Συρία.
Υπό αυτό το πρίσμα, σημειώνουν ότι μια τέτοια μεταφορά όχι μόνο δεν θα επιλύσει την παραβίαση της νομοθεσίας περί κυρώσεων από την Τουρκία, αλλά δεν θα εξυπηρετήσει ούτε τα ευρύτερα αμερικανικά συμφέροντα, τα οποία συνδέονται με τη διατήρηση της περιφερειακής σταθερότητας, την αποτροπή της εξάπλωσης των ρωσικών αμυντικών συστημάτων και την προστασία της ασφάλειας των πλησιέστερων εταίρων των ΗΠΑ.
Όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά στην επιστολή τους, «η Τουρκία έχει χρησιμοποιήσει τα αμερικανικά F-16 για να παραβιάσει τον ελληνικό εναέριο χώρο και να παρενοχλήσει την κυπριακή ενεργειακή υποδομή. Ο πρόεδρος Ερντογάν φιλοξένησε ηγέτες της Χαμάς, επαίνεσε τη Χαμάς μετά τις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου, ανέστειλε τις διπλωματικές και εμπορικές σχέσεις με το Ισραήλ και παρεμπόδισε τον συντονισμό του ΝΑΤΟ με τους Ισραηλινούς εταίρους. Έχει ασπαστεί το θαλάσσιο δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας» για να απειλήσει την ενεργειακή ανάπτυξη των συμμάχων και των εταίρων μας».
Τέλος, οι βουλευτές προειδοποιούν ότι μια πιθανή μεταφορά των S-400 στη Συρία θα έπληττε σοβαρά την αξιοπιστία του Νόμου για την Αντιμετώπιση των Αντιπάλων της Αμερικής Μέσω Κυρώσεων αλλά και της πολιτικής για την ποιοτική στρατιωτική υπεροχή του Ισραήλ, καθώς θα έδειχνε ότι η εφαρμογή αυτών των αρχών μπορεί να προσαρμόζεται στην εκάστοτε διαχείριση περιφερειακών θεμάτων και δεν υπόκειται σε μια αταλάντευτη δέσμευση από την πλευρά των ΗΠΑ.
Η Επιστολή των Βουλευτών
Γράφουμε για να εκφράσουμε σοβαρή ανησυχία σχετικά με πρόσφατες αναφορές που υποδηλώνουν ότι αξιωματούχοι των ΗΠΑ έχουν εξετάσει την πιθανή μεταφορά των ρωσικής κατασκευής πυραυλικών συστημάτων S-400 που κατέχει η Τουρκία στη Συρία. Αν και αυτή η ιδέα μπορεί να μην είναι υπό επίσημη εξέταση, η εμφάνισή της σε διπλωματικές συζητήσεις υψηλού επιπέδου απαιτεί άμεση αξιολόγηση από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Μια τέτοια μεταφορά ούτε θα επιλύσει την παραβίαση της νομοθεσίας περί κυρώσεων από την Τουρκία ούτε θα εξυπηρετήσει τα αμερικανικά συμφέροντα, τη διατήρηση της περιφερειακής σταθερότητας, την αποτροπή της εξάπλωσης των ρωσικών αμυντικών συστημάτων ή την προστασία της ασφάλειας των πλησιέστερων εταίρων μας.
Αν και το Γραφείο Πολιτικών και Στρατιωτικών Υποθέσεων δεν θα έπαιζε άμεσο ρόλο στη διευκόλυνση μιας τέτοιας μεταφοράς, η ηγεσία του γραφείου σας στη Κοινή Πολιτική και Στρατιωτική Ομάδα ΗΠΑ-Ισραήλ (JPMG) και η αναλυτική του ικανότητα το καθιστούν μοναδικά τοποθετημένο στο να αξιολογήσει και να κοινοποιήσει τις επιπτώσεις αυτού του σεναρίου.
Οι S-400 Triumf είναι ένα στρατηγικό ρωσικό σύστημα αεράμυνας με βεληνεκές έως και 400 χιλιόμετρα, προηγμένη αρχιτεκτονική ραντάρ, ανίχνευση κατά της τεχνολογίας stealth και περιορισμένες δυνατότητες αναχαίτισης τερματικών βαλλιστικών πυραύλων.
Η επαναφορά του στο συριακό έδαφος μετά την απόσυρση των συστημάτων της Ρωσίας θα άλλαζε θεμελιωδώς το τοπίο της περιφερειακής αεράμυνας ανεξαρτήτως από το ποιος θα ήταν ο χειριστής του. Εάν τοποθετηθεί κατά μήκος του δυτικού διαδρόμου της Συρίας, θα μπορούσε να περιορίσει σοβαρά τις ισραηλινές επιχειρήσεις εναντίον ιρανικών πόρων ή οδών ανεφοδιασμού της Χεζμπολάχ.
Αυτό θα υποβάθμιζε την επιχειρησιακή ευελιξία του Ισραήλ στην περιοχή και θα διάβρωνε την τεχνική βάση του ποιοτικού του πλεονεκτήματος που οι Ηνωμένες Πολιτείες εργάζονται εδώ και καιρό για να διατηρήσουν. Το ερώτημα ποιος θα χειριζόταν το σύστημα εγκυμονεί έναν επιπρόσθετο κίνδυνο. Εάν το τουρκικό προσωπικό διατηρήσει τις ευθύνες διοίκησης και ελέγχου, αυτό θα εισήγαγε την πραγματική πιθανότητα σύγκρουσης μεταξύ τουρκικών και ισραηλινών δυνάμεων.
Εναλλακτικά, εάν μεταφερθεί στις συριακές αρχές, το σύστημα θα δημιουργούσε επίσης ένα νέο στρώμα στρατηγικής ασάφειας σε ένα ήδη ασταθές περιβάλλον, περιπλέκοντας την επιχειρησιακή δυνατότητα αποφυγής συγκρούσεων του Ισραήλ και των ΗΠΑ, αυξάνοντας τους κινδύνους λανθασμένου υπολογισμού και ενδυναμώνοντας τους παράγοντες που οι ΗΠΑ έχουν περιορισμένη ικανότητα να ελέγξουν ή να επηρεάσουν.
