Ή, πιο σωστά, σε όποιον καταφέρει να πείσει πρώτος το Δικαστήριο.
Γιατί μόλις σε λίγους μήνες, το ακίνητο αυτό βρέθηκε στο επίκεντρο ενός ιδιότυπου νομικού θρίλερ. Δύο ιδιώτες προσέφυγαν στη Δικαιοσύνη, ο καθένας ξεχωριστά, με αγωγές κατά του Ελληνικού Δημοσίου, υποστηρίζοντας ότι το οικόπεδο τους ανήκει. Και οι δύο επικαλούνται «χρόνια φροντίδας», «νομή», «συντήρηση» από συγγενικά πρόσωπα. Και οι δύο υποστηρίζουν ότι ο χώρος ήταν στην κατοχή των οικογενειών τους από τη δεκαετία του ’50. Και οι δύο καταθέτουν διαθήκες, μαρτυρίες και περιγραφές, που όμως… δεν τέμνονται πουθενά.
Διεκδικήσεις με φόντο τον χρόνο και τη λήθη
Ο πρώτος διεκδικητής, κάτοικος Αττικής, διαπιστώνεται ότι έχει καταθέσει όχι μία, αλλά δύο πανομοιότητες αγωγές: η μία για οικόπεδο στο Μαρούσι και η δεύτερη για το επίμαχο ακίνητο στη Γλυφάδα. Και στις δύο περιπτώσεις υποστηρίζει πως ο πατέρας του -ένας μπακάλης, γνωστός ως «μπαρμπα-Κώστας»- κατείχε τα ακίνητα ήδη από το 1956, τα φρόντιζε, τα περιέφρασσε και τα νομιμοποιούσε μέσα από τη διαρκή παρουσία του. Παράξενο μόνο το γεγονός ότι κανένας κάτοικος των περιοχών δεν φαίνεται να θυμάται τον άνθρωπο αυτό – ούτε στο Μαρούσι ούτε στη Γλυφάδα.
Η δεύτερη αγωγή που αφορά το οικόπεδο της Γλυφάδας κατατέθηκε από ιδιώτη με καταγωγή από την Κόρινθο. Η δική του εκδοχή είναι διαφορετική, αλλά εξίσου ευρηματική: υποστηρίζει ότι το ακίνητο του ανήκει μέσω διαθήκης της γιαγιάς του, η οποία, όπως ισχυρίζεται, φρόντιζε το οικόπεδο επί δεκαετίες, το καλλιεργούσε και το περιέφρασσε. Η ίδια γιαγιά, σύμφωνα με τα έγγραφα που προσκομίζει, φέρεται να του άφησε επίσης ακίνητα στη Βούλα, στα Βριλήσσια, στην Κηφισιά, στα Σπάτα, και… ένα αγροτεμάχιο 150 στρεμμάτων στη Μύκονο. Μια «σιωπηλή» κληρονόμος που δεν άφησε πίσω της ούτε φορολογικές δηλώσεις ούτε μαρτυρίες, αλλά τεράστια περιουσία.
Οι αγωγές που κατατέθηκαν έχουν ταυτόσημη επιχειρηματολογία και στηρίζονται στο νομικό εργαλείο της χρησικτησίας. Ενα εργαλείο θεμιτό, όταν μπορεί να αποδειχθεί. Όμως εδώ, τίποτα δεν φαίνεται να συνδέεται με το πραγματικό ιστορικό του ακινήτου. Γιατί το οικόπεδο αυτό φαίνεται να έχει ιστορία που έχει καταγραφεί.
Σύμφωνα με συμβόλαιο του 1936, το ακίνητο ανήκε στον Πύρρο Καραπάνο, ιστορικό βουλευτή και γερουσιαστή, μέλος των οικογενειών Καραπάνου και Ζωγράφου. Ο ίδιος κληρονόμησε μεγάλες εκτάσεις στα νότια της Αθήνας και άρχισε να τις διαθέτει σε οικοδομικούς συνεταιρισμούς και ιδιώτες. Μετά τον θάνατό του, η περιουσία πέρασε στη σύζυγό του Καλλιόπη Καραπάνου, η οποία απεβίωσε το 1960, αφήνοντας, σύμφωνα με πληροφορίες, την περιουσία της στον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό και στον τότε Δήμο Ευρυάλης, μετέπειτα Δήμο Γλυφάδας.
Σε κανένα σημείο δεν εμφανίζεται ούτε ο «μπαρμπα-Κώστας» ούτε η «γιαγιά Μαρία». Αντίθετα, οι γείτονες -κάποιοι από τους οποίους ζουν δίπλα στο οικόπεδο εδώ και δεκαετίες- δηλώνουν ότι ουδέποτε είδαν ανθρώπους να κινούνται εκεί για να φροντίζουν τον χώρο ή να δηλώνουν ιδιοκτήτες. Πίστευαν, μάλιστα, ότι το οικόπεδο ανήκε είτε στην Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας είτε σε κάποιον κρατικό φορέα, αφού υπήρχαν εγκαταστάσεις και ένα μικρό κτίσμα για το οποίο δεν γίνεται καμία αναφορά στις αγωγές.
Έρευνα στους τίτλους των γειτονικών ακινήτων δεν εντοπίζει πουθενά τα ονόματα των σημερινών διεκδικητών ή των υποτιθέμενων δικαιοπαρόχων τους. Οι ιδιοκτησίες γύρω από το ακίνητο ανήκαν σε γνωστές οικογένειες των Αθηνών, όπως οι οικογένειες Λούλη, Παππά, Βαρβιτσιώτη, Ζέπου και Φανδρίδη.
Το μόνο κοινό σημείο στις δύο εκδοχές είναι η σιωπή. Μια σιωπή ετών γύρω από ένα περιουσιακό στοιχείο τεράστιας αξίας που έμεινε εκτός ραντάρ – όχι γιατί κανείς δεν το ήθελε, αλλά επειδή κανείς δεν το δήλωσε.
Τώρα, οι δύο αγωγές βρίσκονται στα χέρια της Δικαιοσύνης. Και οι δύο ιδιώτες ισχυρίζονται ότι έχουν το δίκιο με το μέρος τους. Ομως απέναντί τους στέκονται όχι μόνο οι θεσμοί, αλλά και η ιστορική μνήμη, τα συμβόλαια, οι μαρτυρίες και κυρίως η αλήθεια του χρόνου.
