Έτσι, λοιπόν, ο Dow Jones σημείωσε κάμψη 0,24% στις 41.218 μονάδες, υποκύπτοντας τελικά στις καθοδικές πιέσεις. Αντιστοίχως, ο S&P 500 υποχώρησε κατά 0,64% στις 5.660 μονάδες, πατώντας έτσι φρένο στο 9ήμερο ανοδικό σερί, που ήταν και το μεγαλύτερο για το δείκτη από το 2004. Σε ανάλογη καθοδική πορεία και ο Nasdaq που σημείωσε τελικά και τη μεγαλύτερη πτώση ύψους 0,74% φτάνοντας τις 17.844 μονάδες.
Το κλίμα στην αγορά βελτιώθηκε κάπως (ο S&P 500 είχε φτάσει να χάνει περίπου 1%) μετά την ανακοίνωση των νέων στοιχείων από τον ISM για την ενίσχυση της δραστηριότητας στον κλάδο των υπηρεσιών που καθησύχασαν τους χειρότερους φόβους των επενδυτών περί πιθανής ύφεσης της οικονομίας. Ωστόσο, το ερωτηματικό των νέων εμπορικών συμφωνιών που θα αποτρέψουν τους εμπορικούς πολέμους εξακολουθεί να σκιάζει την αγορά.
Ο Ντόναλντ Τραμπ, μιλώντας σε δημοσιογράφους, υποστήριξε ότι οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να συνάψουν εμπορικές συμφωνίες με ορισμένες χώρες ακόμη και μέσα στην εβδομάδα. Όμως, για το ζήτημα της Κίνας, αν και υποστήριξε ότι το Πεκίνο «θέλει πάρα πολύ να υπάρξει συμφωνία», παραδέχτηκε ότι δεν σχεδιάζει να συνομιλήσει άμεσα με τον πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ, κάτι που περιόρισε τις προσδοκίες για πρόοδο στο σινοαμερικανικό μέτωπο.
Σε σημείωμα του ο Μάικλ Γουίλσον της Morgan Stanley ξεκαθάρισε ότι η εμπορική συμφωνία με την Κίνα αποτελεί προϋπόθεση, ώστε η αμερικανική αγορά να διατηρήσει τα πρόσφατα κέρδη της. Όπως σχολίασε, μια συμφωνία στο άμεσο μέλλον θα καθησύχαζε τις επιχειρήσεις ότι οι αλυσίδες εφοδιασμού δεν θα διαταραχθούν σημαντικά.
Σε ομιλία του, ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ, δεν έδειξε να συμμερίζεται την ανησυχία της αγοράς δηλώνοντας με βεβαιότητα ότι οι ΗΠΑ παραμένουν «ο κορυφαίος προορισμός» για το παγκόσμιο κεφάλαιο και μάλιστα πως οι πολιτικές Τραμπ θα εδραιώσουν τη θέση αυτή.
Όμως, αναλυτές και οίκοι συνεχίζουν να προβληματίζονται για το πόσο ελκυστικά φαντάζουν πλέον τα αμερικανικά assets.
Μέσα στο κλίμα αβεβαιότητας που δημιουργεί η προστατευτική εμπορική πολιτική του Λευκού Οίκου, είναι σαφές ότι οι επενδυτές περιμένουν με αγωνία και την απόφαση της Federal Reserve, η διήμερη συνεδρίαση της οποίας ολοκληρώνεται την Τετάρτη.
Οι traders θεωρούν δεδομένο πως το συμβούλιο θα κρατήσει και πάλι στάση αναμονής, περιμένοντας να διαπιστώσει τον αντίκτυπο των δασμών Τραμπ στην οικονομία και τον πληθωρισμό. Ωστόσο, θα περάσουν από… κόσκινο την ανακοίνωση της FOMC και τα όσα θα δηλώσει ο ίδιος ο Τζερόμ Πάουελ, κατά την καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου, προκειμένου να διαπιστώσεις τις διαθέσεις του συμβουλίου για τα επόμενα βήματα του.
Εφόσον το συμβούλιο διαπιστώσει ότι η οικονομία παραμένει ανθεκτική, δεν θα έχει λόγο να προχωρήσει σε περαιτέρω νομισματική χαλάρωση.
«Η αβεβαιότητα κυριαρχεί εν μέσω εμπορικού πολέμου και ενός συνεχώς μεταβαλλόμενου σκηνικού δασμών, αλλά όσο τα δεδομένα για την κατανάλωση και την απασχόληση διατηρούνται, η Fed θα μείνει στο περιθώριο», σχολίασε ο Γκρεγκ ΜακΜπράιντ από το Bankrate.
Στις αγορές χρήματος τα τελευταία προγνωστικά «βλέπουν» μόνο 37% πιθανότητες για μείωση των επιτοκίων έστω από τη συνεδρίαση του Ιουνίου, από 64% ένα μήνα πριν. Και σε νέες αναλύσεις τους τόσο η Goldman Sachs όσο και η Barclays μετατόπισαν την πρόβλεψη τους για την πρώτη μείωση του 2025, από τον Ιούνιο στη συνεδρίαση του Ιουλίου.
