Διεθνή

Ισορροπία τρόμου και επιστροφή στον Ψυχρό Πόλεμο με πυρηνικές δοκιμές – Το μήνυμα ισχύος του Τραμπ και η κούρσα εξοπλισμών Ρωσίας και Κίνας

Η φράση του Ντόναλντ Τραμπ μέσα από το Air Force One μετά το πέρας της συνάντησης με τον Κινέζο ομόλογό του στη Νότια Κορέα ότι έχει δώσει εντολή για επανεκκίνηση των αμερικανικών πυρηνικών δοκιμών δεν ήταν απλώς ένα ακόμη από τα πομπώδη «πυροτεχνήματά» του. Ηταν ένα σήμα – και μάλιστα εξόχως σοβαρό. Γιατί το να μιλά ο εκάστοτε πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών για δοκιμές σημαίνει ότι ο κόσμος εισέρχεται ξανά σε μια εποχή όπου η πυρηνική ισχύς δεν αποτελεί απλώς αποτρεπτικό όπλο, αλλά εργαλείο πολιτικής επιρροής και παγκόσμιας πίεσης.

Η είδηση βρήκε τη Μόσχα σε φάση στρατιωτικής υπερδραστηριότητας και το Πεκίνο σε ρυθμό αθόρυβης αλλά σταθερής εξοπλιστικής ανόδου. Για πρώτη φορά έπειτα από τρεις δεκαετίες, το ενδεχόμενο νέων πυρηνικών δοκιμών έπαψε να είναι θεωρητικό. Και μαζί του ξαναζωντάνεψε μια έννοια που πολλοί θεωρούσαν ξεπερασμένη: ο φόβος του πυρηνικού ανταγωνισμού και του υπερεξοπλισμού χωρίς μάλιστα κανένα -ουσιαστικό τουλάχιστον- δίχτυ ασφαλείας.

Παλιό δόγμα, νέα εποχή

Στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου, ο όρος «ισορροπία του τρόμου» περιέγραφε εύγλωττα την πυρηνική αποτροπή. Καμία από τις υπερδυνάμεις δεν θα τολμούσε να πατήσει το κουμπί – γιατί ήξερε ότι και η ίδια θα καταστρεφόταν. Εκείνη η λογική γέννησε τη συνθήκη μη διάδοσης, τις πρώτες συμφωνίες ελέγχου των εξοπλισμών και -σταδιακά- το «πάγωμα» των δοκιμών.

Τριάντα χρόνια μετά, το πλαίσιο αυτό μοιάζει εύθραυστο – αν όχι ξεπερασμένο. Οι ΗΠΑ βλέπουν την Κίνα να ενισχύεται και τη Ρωσία να δοκιμάζει νέα υπερηχητικά όπλα. Η Μόσχα, με τη σειρά της, αισθάνεται περικυκλωμένη από το ΝΑΤΟ και το Πεκίνο και βλέπει στην τεχνολογία τη νέα μορφή υπεροχής. Μέσα σε αυτό το σκηνικό, η εντολή του Τραμπ για επανεκκίνηση δοκιμών μοιάζει με πολιτικό μήνυμα προς δύο κατευθύνσεις: στο εσωτερικό ότι «η Αμερική παραμένει η απόλυτη δύναμη» αλλά και προς τα έξω, ότι οι κανόνες που έθετε η Ουάσινγκτον μπορούν ανά πάσα στιγμή να ξαναγραφτούν.

Ποιος έχει τι

Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ρωσία διαθέτουν σχεδόν το 90% των παγκόσμιων πυρηνικών κεφαλών, με συνολικά αποθέματα γύρω στις 12.200 και περίπου 3.900 ανεπτυγμένες, την ώρα που η Κίνα ανεβαίνει γρήγορα, έχοντας τουλάχιστον 600 κεφαλές στις αρχές του 2025 και έναν ρυθμό αύξησης περίπου 100 τον χρόνο από το 2023, σύμφωνα με το Διεθνές Ινστιτούτο Ερευνών Ειρήνης της Στοκχόλμης (Stockholm International Peace Research Institute – SIPRI).

Για τις ΗΠΑ, το «Nuclear Notebook» του Bulletin of the Atomic Scientists εκτιμά ότι διαθέτουν συνολικά 5.177 κεφαλές, εκ των οποίων περίπου 1.770 αναπτυγμένες, ενώ η Ρωσία διατηρεί αντίστοιχης τάξης μεγέθους απόθεμα, όπως επιβεβαιώνουν τα τελευταία στοιχεία του SIPRI. Στο πεδίο των δοκιμών, το «πάγωμα» κρατά από τις αρχές της δεκαετίας του ’90. Η τελευταία αμερικανική δοκιμή έγινε το 1992, η αντίστοιχη σοβιετική/ρωσική το 1990, η βρετανική το 1991, ενώ Κίνα και Γαλλία σταμάτησαν το 1996. Η Ινδία και το Πακιστάν έκαναν δοκιμές το 1998 και η Βόρεια Κορέα το 2017, όπως καταγράφει αναλυτικά η Arms Control Association.

Το νομικό πλαίσιο παραμένει θολό και όσο οι συνθήκες περιπλέκονται θολώνει τεχνηέντως ακόμη περισσότερο. Η Συνθήκη για την Πλήρη Απαγόρευση των Πυρηνικών Δοκιμών δεν έχει ακόμη τεθεί σε ισχύ, με εννέα κρίσιμα κράτη του Παραρτήματος 2 να μην έχουν επικυρώσει – μεταξύ τους οι ΗΠΑ, η Κίνα και η Ρωσία. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η πρόσφατη δήλωση του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ότι έδωσε εντολή για επανεκκίνηση των αμερικανικών δοκιμών λειτουργεί ως μικρός πολιτικός σεισμός που δοκιμάζει την ήδη εύθραυστη αρχιτεκτονική ελέγχου των εξοπλισμών.

Από τη θεωρία στην πράξη

Η πραγματική αξία των δοκιμών δεν είναι τόσο η τεχνική επαλήθευση των όπλων – οι σύγχρονες υπολογιστικές προσομοιώσεις μπορούν πλήρως να δώσουν απτά δεδομένα
αναφορικά με το συγκεκριμένο πεδίο. Είναι το μήνυμα ισχύος. Η ανακοίνωση μιας δοκιμής λειτουργεί ως υπενθύμιση προς τους αντιπάλους ότι το «κουμπί» παραμένει ενεργό και το πυρηνικό δόγμα ζωντανό. Στην περίπτωση των ΗΠΑ, η επανεκκίνηση δοκιμών θα είχε κυρίως συμβολική διάσταση: να δείξει πως η Ουάσινγκτον δεν αποδέχεται τον ρόλο της παρατηρήτριας στον εξοπλιστικό ανταγωνισμό Κίνας και Ρωσίας.

Η Ρωσία έχει ήδη δηλώσει ότι θα απαντήσει με τον ίδιο τρόπο σε περίπτωση αμερικανικών δοκιμών, ενώ το Πεκίνο αποφεύγει προς το παρόν τη ρητορική κλιμάκωσης, η συνάντηση Ντόναλντ Τραμπ – Σι Τζινπίνγκ είναι ακόμη πολύ πρόσφατη για κάτι τέτοιο. Ωστόσο, σε επίπεδο προγραμμάτων, η Κίνα επενδύει μαζικά στην ανάπτυξη υπερηχητικών συστημάτων και νέων διηπειρωτικών πυραύλων. Ολα δείχνουν ότι η σιωπή της είναι περισσότερο τακτική παρά ένδειξη μετριοπάθειας.

Τα όπλα κορυφής

Οι ΗΠΑ στηρίζουν την αποτροπή τους στην κλασική πυρηνική τριάδα: διηπειρωτικοί βαλλιστικοί πύραυλοι, υποβρύχια και στρατηγικά βομβαρδιστικά. Το σύστημα Minuteman III, παρά την ηλικία του, παραμένει η ραχοκοκαλιά της επίγειας δύναμης, ενώ το νέο πρόγραμμα Sentinel βρίσκεται σε εξέλιξη. Η Ρωσία ποντάρει στη συνδυασμένη ισχύ των πυραύλων Sarmat, των υπερηχητικών Avangard και του υποβρύχιου drone Poseidon. Στον ρωσικό στρατιωτικό σχεδιασμό ο ψυχολογικός παράγοντας παραμένει θεμελιώδης: να δείχνει ότι διαθέτει «την πιο απρόβλεπτη αποτροπή». Η Κίνα, με τη σειρά της, προχωρά ταχύτερα από ποτέ. Η ανάπτυξη των πυραύλων DF-41, η ενίσχυση των υποβρυχίων τύπου Jin και η κατασκευή νέων σιλό δείχνουν μια στρατηγική που δεν αποσκοπεί μόνο στην άμυνα, αλλά στη σταδιακή εξισορρόπηση του πυρηνικού χάρτη.


Ισορροπία τρόμου και επιστροφή στον Ψυχρό Πόλεμο με πυρηνικές δοκιμές - Το μήνυμα ισχύος του Τραμπ και η κούρσα εξοπλισμών Ρωσίας και Κίνας

Το σύστημα Minuteman III παραμένει η ραχοκοκαλιά της επίγειας δύναμης για τις ΗΠΑ

Δημοφιλέστερα

To Top