Το Χρηματιστήριο Αθηνών θα αποτελέσει σύντομα μέρος του Εuronext, μίας αγοράς που έχει πλέον διπλάσιο μέγεθος από την κεφαλαιαγορά του Λονδίνου. Η ενιαία ευρωπαϊκή ολοκληρωμένη αγορά της Euronext πραγματοποιεί συναλλαγές ύψους περίπου 12 δισ. ημερησίως, αριθμός υπερδιπλάσιος από τις συναλλαγές που πραγματοποιούνται στο Λονδίνο.
Η εξαγορά του Χ.Α από το Euronaxt επιτρέπει στους συμμετέχοντες στις ελληνικές χρηματοπιστωτικές αγορές να ενταχθούν σε ένα δίκτυο άνω των 1.800 εισηγμένων εταιρειών με συνολική κεφαλαιοποίηση αγοράς που υπερβαίνει τα 6 τρισεκ. ευρώ.
Τα οφέλη από το deal μεταξύ Euronext- ΕΧΑΕ είναι σαφή για αμφότερες τις πλευρές, καθώς για την Euronext διευρύνεται «μια ενιαία δεξαμενή ρευστότητας» και για την ελληνική αγορά ανοίγονται οι πύλες μίας σημαντικά μεγαλύτερης αγοράς.
Για τη Euronext, το όφελος είναι να συνεχίσει το ταξίδι που ξεκίνησε από 25 χρόνια – και πιο εντατικά τα τελευταία 10 χρόνια – με στόχο να οικοδομήσει τη ραχοκοκαλιά της Ένωσης Κεφαλαιαγορών, να δημιουργήσει μια ενιαία δεξαμενή ρευστότητας, ένα ενιαίο βιβλίο εντολών, μια ενιαία τεχνολογική πλατφόρμα και να δημιουργήσει, εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάτι σαν την «Airbus» των κεφαλαιαγορών», όπως χαρακτηριστικά είχε αναφέρει ο Stéphane Boujnah, Διευθύνων Σύμβουλος και Πρόεδρος Δ.Σ., Euronext, σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ- ΜΠΕ.
Το Χρηματιστήριο Αθηνών είναι μια εξαιρετική εταιρεία αλλά ήταν απομονωμένο.
Αυτό που φέρνει η ένταξή του στο άρμα της Euronext είναι μια σύνδεση με μια πανευρωπαϊκή, παγκόσμια αγορά.
Θα υπάρξει μετάβαση από μια τοπική υποδομή σε μια πανευρωπαϊκή τεχνολογική πλατφόρμα, αυτήν που ονομάζεται τεχνολογία Optiq, που αποτελεί μία ενιαία τεχνολογική πλατφόρμα, ένα ενιαίο βιβλίο εντολών και μια ενιαία δεξαμενή ρευστότητας συνολικής κεφαλαιοποίησης περίπου 6,5 τρισ. ευρώ.
Οι ελληνικές εταιρείες, ανεξαρτήτως μεγέθους, θα αποκτήσουν αυξημένη προβολή και πρόσβαση στη μεγαλύτερη δεξαμενή ρευστότητας της Ευρώπης. Σήμερα, πολλές ελληνικές εταιρείες δραστηριοποιούνται σε μια περιορισμένη αγορά και συχνά αναγκάζονται να αποχωρήσουν από το ΧΑ ή να αναζητήσουν διπλή εισαγωγή σε ξένες αγορές. Η ένταξη στο δίκτυο της Euronext θα τους επιτρέψει να παραμείνουν εισηγμένες στην Ελλάδα, ενώ ταυτόχρονα θα έχουν πρόσβαση σε ένα ευρύτερο ευρωπαϊκό και διεθνές επενδυτικό κοινό σε όλη την Ευρώπη.
Αυτό θα ενισχύσει τη ρευστότητα, την ανταγωνιστικότητα και την ελκυστικότητά τους, θα προσελκύσει περισσότερους επενδυτές και πιθανώς θα ενθαρρύνει ελληνικές εταιρείες, όπως από τον κλάδο της ναυτιλίας, να επιστρέψουν στο Χρηματιστήριο Αθηνών.
Εισροή κεφαλαίων στην Ευρώπη
Η ελληνική αγορά θα ωφεληθεί περισσότερο με την ένταξή της στο Euronext καθώς αυτή γίνεται σε μία στιγμή κατά την οποία η Ευρώπη προσελκύει κεφάλαια από τον υπόλοιπο κόσμο. Από πέρυσι, έχουμε δει σημαντική εισροή κεφαλαίων από τις ΗΠΑ, απλώς επειδή η Ευρώπη θεωρείται φθηνότερη σε σχέση με τις ΗΠΑ. Τα πολλαπλάσια αποτίμησης στις ΗΠΑ είναι πολύ υψηλά, ενώ στην Ευρώπη είναι χαμηλότερα, και η διαφορά στις προοπτικές ανάπτυξης των εταιρειών δεν δικαιολογεί αυτή τη διαφορά στα πολλαπλάσια αποτίμησης. Γι’ αυτό τα κεφάλαια από τις ΗΠΑ επενδύονται στην Ευρώπη, για να επωφεληθούν από τα χαμηλότερα πολλαπλάσια αποτιμήσεων.
Αλλά υπάρχει και μια άλλη τάση, που είναι ακόμη πιο σημαντική: κεφάλαια από τον υπόλοιπο κόσμο, από την Ασία και τη Μέση Ανατολή, κατευθύνονται γενικά προς την Ευρώπη, επειδή θεωρούν ότι είναι υπερβολικά συγκεντρωμένα στις ΗΠΑ και ότι η ορθή διαχείριση και η λογική διαφοροποίησης του κινδύνου απαιτεί μεγαλύτερη και πιο στρατηγική κατανομή κεφαλαίων στην Ευρώπη.
