Οι συνέπειες μετά από εκείνη την «προδοσία» όπως χαρακτηρίσθηκε για πολλούς -φυγή την είπαν κάποιοι άλλοι- ήταν άμεσες, κατακλυσμιαίες και άλλαξαν τον χάρτη της ελληνικής Καμόρα. Αν συμπεριλάβεις αστικούς μύθους, πηγές της ΕΛΑΣ, ανθρώπους της νύχτας και μαφιόζους, από την ημέρα που ο «Ιούδας» όπως τον αποκάλεσαν «πρόδωσε» την φατρία του, οι σφαίρες άρχισαν να πέφτουν σαν το χαλάζι.
Έκτοτε μετράμε τριάντα τέσσερις και πλέον δολοφονίες στους κόλπους της Greek Mafia που περιλαμβάνουν πολλά μικρά «κεφάλια», έναν δημοσιογράφο και φυσικά ηγετικά στελέχη όπως τον «Νονό των νονών» Βασίλη Στεφανάκο, τον Γιάννη Σκαφτούρο, τον Καπέ και εσχάτως τον Βαγγέλη Ζαμπούνη ή «Ζαμπόν» μεταξύ άλλων. Ο τελευταίος εικάζεται ότι ήταν το πιο ακριβό συμβόλαιο δολοφονίας που βγήκε για έναν νονό, ο οποίος μετά την δολοφονία του Ρουμπέτη -ήταν ο μεγαλύτερος εχθρός του- έμοιαζε να είναι το απόλυτο αφεντικό στον χώρο της Greek Mafia. Τελικά όμως μετά από σχεδόν εκατό σφαίρες που δέχτηκε αποδείχτηκε ότι δεν ήταν…
Ο άνθρωπος με το βλέμμα που «σκότωνε»
Ακούγεται παράξενο ένας νονός της νύχτας σαν το Βασίλη Στεφανάκο να είχε ανηρτημένη στο Facebook την φράση του Φρίντριχ Νίτσε «Οι συνέπειες των πράξεων μας, μας αρπάζουν από τον λαιμό. Τους είναι αδιάφορο αν στο μεταξύ έχουμε γίνει καλύτεροι». Δυστυχώς για τον ίδιο έμελλε να αποδειχτεί προφητική το απόγευμα της 3ης Ιανουαρίου του 2018, στο Χαϊδάρι, όταν ο «Νονός των νονών» για πολλούς γαζώθηκε από το Καλάσνικοφ του εκτελεστή του, μέσα στην θωρακισμένη ΒΜW του.
Εκεί έμελλε να γραφτεί το ματωμένο τέλος της μυθιστορηματικής και ενίοτε βίαιης ζωής του, που τα είχε όλα στον υπερθετικό βαθμό γι’ αυτόν τον Μανιάτη που δεν σήκωνε μύγα στο σπαθί του, ένοιωθε άτρωτος και δεν φοβόταν. Ίσως να πίστευε ότι κανείς δεν θα τολμούσε μια επίθεση εναντίον του, ότι κάποιοι θα είχαν απλά ξεχάσει αυτόν, το αφεντικό των αφεντικών της Ελληνικής μαφίας.
Τελικά όμως, αυτοί οι «κάποιοι» τον θυμήθηκαν…
Οι ρεπόρτερ του αστυνομικού ρεπορτάζ εκείνο το βράδυ μάταια έψαχναν ένα επίσημο βιογραφικό του Βασίλη Στεφανάκου, γιατί απλά δεν υπήρχε. Υπήρχε όμως ο θρύλος που είχε χτίσει ως ο «σκληρός της νύχτας», αυτός που γεννήθηκε όταν μπήκε δυναμικά στον χώρο της Greek Mafia διεκδικώντας αυτό που πίστευε ότι πρέπει να έχει. Έξυπνος, αποφασιστικός και προσεχτικός στις κινήσεις του, βρέθηκε να έχει στην κατοχή του εκθέσεις αυτοκινήτων, νυχτερινούς ναούς και λεφτά που αποκτήθηκαν με άλλους τρόπους.
Κάτι που δεν τον ένοιαζε καθόλου, από την στιγμή που πέρασε στην αντίπερα όχθη και μπήκε στο μικροσκόπιο της αστυνομίας, πριν από τρεις και πλέον δεκαετίες, πληρώνοντας ακριβά την επιλογή του να εισέλθει στον χώρο της παρανομίας. Λάτρης του ωραίου φύλου, ο σκληρός της νύχτας εντρύφησε με πάθος σε ουκ ολίγες σχέσεις, άλλες σύντομες και άλλες πολύχρονες, σεβόμενος όμως πάντα τις γυναίκες που είχε δίπλα του.
Αρραβωνιάστηκε μια φορά, παντρεύτηκε την Κατερίνα Θωμαϊδου ενώ ήταν φυλακισμένος στην Λάρισα το 2010 -είχε αποκτήσει έναν γιο μαζί της- ενώ διατηρούσε πολύχρονη σχέση και με δημοσιογράφο, η οποία του χάρισε μια κόρη. Για τους ανθρώπους που τον ήξεραν, ήταν ένας ντόμπρος άνδρας που δεν έπαιρνε τον λόγο του πίσω ενώ για τους φίλους του μπορούσε να κάνει τα πάντα αν του ζητούσαν βοήθεια. Υπάρχει φυσικά και η άλλη όψη του νομίσματος, αφού η ΕΛ.ΑΣ τον θεωρούσε ως έναν από τους μεγαλύτερους νονούς της νύχτας και αρχηγικό μέλος της μεγαλύτερης εγκληματικής οργάνωσης που έδρασε ποτέ στην χώρα μας.
Κατηγορήθηκε για επιθέσεις με βόμβες, για τοκογλυφία, για εκβιασμούς, για προστασία, για συμβόλαια θανάτου και για ηθική αυτουργία σε δολοφονίες και αποδράσεις.
Με βλέμμα που όταν ήθελε «σκότωνε» ο Στεφανάκος δεν φημιζόταν παλιότερα για την ψυχραιμία του, ειδικά όταν ένοιωθε ότι κάποιος τον πρόσβαλε και η ιστορία που ακολουθεί είναι χαρακτηριστική.
Η ματωμένη πένα
Πρωταγωνιστής της; Ένας άτυχος οδηγός, που είχε σταματήσει πίσω από τον Μανιάτη νονό σε ένα φανάρι, όταν αγνοώντας ποιος είναι μπροστά του άρχισε να κορνάρει όταν άναψε το πράσινο. Ο Στεφανάκος που έστελνε ένα μήνυμα στο κινητό, δεν έδωσε σημασία, παρά μόνο όταν άκουσε τον οδηγό να τον προσφωνεί με την πιο γνωστή ελληνική βρισιά: «Άντε ρε μαλ@@α, κουνήσου…».
