Η ομάδα, με επικεφαλής τον Δρ. Tobias Skjelbred από το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Κοπεγχάγης (Rigshospitalet), εξέτασε 54.028 θανάτους που σημειώθηκαν στη χώρα εκείνο το έτος. Από αυτούς, 6.862 χαρακτηρίστηκαν ως αιφνίδιοι καρδιακοί θάνατοι, μετά από αξιολόγηση πιστοποιητικών θανάτου, ιατρικών φακέλων και εκθέσεων νεκροψίας. Όταν τα δεδομένα συνδυάστηκαν με πληροφορίες σχετικά με το ποιοι πολίτες είχαν διαβήτη τύπου 1 ή τύπου 2, οι ερευνητές παρατήρησαν ότι ο κίνδυνος αιφνίδιου καρδιακού θανάτου ήταν 3,7 φορές υψηλότερος για όσους είχαν διαβήτη τύπου 1 και 6,5 φορές υψηλότερος για όσους είχαν διαβήτη τύπου 2, σε σύγκριση με τον υπόλοιπο πληθυσμό.
Το εύρημα που ανησυχεί ιδιαίτερα τους ειδικούς αφορά τους νεότερους ενήλικες. Οι άνθρωποι κάτω των 50 ετών που ζουν με διαβήτη είχαν περίπου επταπλάσιο κίνδυνο αιφνίδιου καρδιακού θανάτου σε σχέση με συνομηλίκους τους χωρίς τη νόσο, μια αξιοσημείωτη αναλογία, δεδομένου ότι ο αιφνίδιος καρδιακός θάνατος είναι γενικά σπάνιος σε αυτές τις ηλικιακές ομάδες. Συγκεκριμένα, ο Δρ. Hanno Tan από το Πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ τόνισε ότι η επίπτωση ήταν υψηλότερη στην ηλικιακή ομάδα 30-40 ετών για τα άτομα με διαβήτη τύπου 1 (22,7) και στην ομάδα 40-50 ετών για τα άτομα με διαβήτη τύπου 2 (6).
Μειωμένο προσδόκιμο ζωής
Παράλληλα, η μελέτη αναδεικνύει τον σημαντικό αντίκτυπο του διαβήτη στο προσδόκιμο ζωής. Σύμφωνα με τα ευρήματα:
– τα άτομα με διαβήτη τύπου 1 ζουν κατά μέσο όρο 14,2 χρόνια λιγότερο, ενώ
– τα άτομα με διαβήτη τύπου 2 ζουν 7,9 χρόνια λιγότερο.
Από αυτή τη μείωση, ο αιφνίδιος καρδιακός θάνατος ευθυνόταν για:
– 3,4 χαμένα χρόνια στους ασθενείς με διαβήτη τύπου 1,
– 2,7 χαμένα χρόνια στους ασθενείς με διαβήτη τύπου 2.
Όπως εξηγεί ο Δρ. Skjelbred, τα ευρήματα αυτά καταδεικνύουν ότι «ο αιφνίδιος καρδιακός θάνατος εμφανίζεται συχνότερα σε άτομα με διαβήτη σε όλες τις ηλικιακές ομάδες και πως έχει σημαντικό αντίκτυπο στη μειωμένη διάρκεια ζωής τους».
Ο διαβήτης φαίνεται να αυξάνει τον κίνδυνο αιφνίδιου θανάτου μέσω πολλαπλών μηχανισμών: αυξημένης πιθανότητας καρδιοπάθειας, αρρυθμιών μέσω των υψηλών επιπέδων σακχάρου στο αίμα και νευροπάθειας. Παρά ταύτα, επειδή η μελέτη ήταν παρατηρητική, δεν μπορεί να αποδείξει αιτιώδη σχέση, αλλά μόνο ισχυρή συσχέτιση.
