Στην Ουάσιγκτον, αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι το διακύβευμα είναι καθοριστικό: η ικανότητα της Κίνας να χρησιμοποιεί αμερικανική τεχνολογία για να αποκτήσει στρατιωτικό και οικονομικό πλεονέκτημα, ιδιαίτερα στην Τεχνητή Νοημοσύνη. Με τον αποκλεισμό της Κίνας, οι νομοθέτες επιδίωκαν να διατηρήσουν το προβάδισμα των ΗΠΑ στην ΑI και να επιβραδύνουν τις κινεζικές προσπάθειες να καλύψουν τη διαφορά.
Στον αντίποδα, ο διευθύνων σύμβουλος της Nvidia, Τζένσεν Χουάνγκ, πέρασε μήνες – και δαπάνησε και εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια – προσπαθώντας να πείσει τον Πρόεδρο Τραμπ να αλλάξει στάση. Επιπλέον, υποστήριξε ότι ο περιορισμός της πρόσβασης της Κίνας στην αμερικανική τεχνολογία έχει απλώς ωθήσει τις κινεζικές εταιρείες στο να βελτιώνονται ταχύτερα και – το σημαντικότερο – με πιο οικονομικό τρόπο.
Η απόφαση του Τραμπ εχθές να επιτρέψει στην Nvidia να πουλάει το δεύτερο ισχυρότερο τσιπ της, το H200, σε Κινέζους εμπορικούς πελάτες που θα έχουν προηγουμένως ελεγχθεί από το Υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ «βρίσκει μια ισορροπία που είναι καλή για την Αμερική», δήλωσε εκπρόσωπος της Nvidia.
Οι συνέπειες της απόφασης παραμένουν ασαφείς. Όμως η κινεζική κυβέρνηση έχει ήδη δαπανήσει δισεκατομμύρια στην προσπάθεια να γίνει υπερδύναμη στην ΑΙ. Οι εγχώριοι κατασκευαστές τσιπ της χώρας επιταχύνουν την ανάπτυξη προηγμένων ημιαγωγών, ενώ οι κινεζικές εταιρείες ΑΙ έχουν γίνει πιο αποτελεσματικές στη χρήση των τσιπ που έχουν στη διάθεσή τους.
Τα στοιχήματα των επενδυτών ότι μια κινεζική εταιρεία μπορεί σύντομα να ανταγωνιστεί την Nvidia έχουν εκτοξεύσει τις τεχνολογικές μετοχές της χώρας. Η μετοχή της Cambricon, ενός σχεδιαστή τσιπ που λαμβάνει επίσημα κρατική χρηματοδότηση, έχει ενισχυθεί πάνω από 120% σε σχέση με πέρυσι. Την προηγούμενη εβδομάδα, η Moore Threads – start up που ίδρυσε πρώην στέλεχος της Nvidia – εισήχθη στο χρηματιστήριο της Σαγκάης, σε μία από τις μεγαλύτερες δημόσιες εγγραφές του έτους.
Τα κινεζικά τσιπ σήμερα εξακολουθούν να υστερούν σε απόδοση. Οι εταιρείες αντιμετωπίζουν σημαντικούς περιορισμούς στην παραγωγή. Τα κινεζικά τσιπ παράγουν το πολύ το 2% της υπολογιστικής ισχύος των ξένων ανταγωνιστών σύμφωνα με δυτικές μελέτες, ποσοστό που μοιάζει μικρό αλλά είναι πρακτικά σημαντικό.
Η υπολογιστική ισχύς είναι κρίσιμη στην ανάπτυξη ΑΙ. Τα προηγμένα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης τροφοδοτούνται από εκατοντάδες χιλιάδες τσιπ που τοποθετούνται σε data centers για να δημιουργήσουν υπερυπολογιστές που καταναλώνουν τεράστια ποσά ενέργειας. Η OpenAI, που δημιούργησε το ChatGPT, σχεδιάζει να χτίσει πέντε τέτοιες εγκαταστάσεις στις ΗΠΑ, οι οποίες μαζί θα καταναλώνουν περισσότερη ηλεκτρική ενέργεια από τρία εκατομμύρια αμερικανικά νοικοκυριά.
Η ζήτηση στην Κίνα για προηγμένα τσιπ παραμένει υψηλή. Οι μεγαλύτερες εταιρείες τεχνολογίας – Alibaba, Tencent, ByteDance – έχουν επενδύσει τεράστια ποσά στην Τεχνητή Νοημοσύνη και στις υποδομές που τη στηρίζουν. Για τις κινεζικές εταιρείες, η πρόσβαση σε τσιπ υψηλών επιδόσεων, όπως το H200 έρχεται σε κρίσιμη στιγμή.
Αξιωματούχοι που εργάστηκαν υπό τον Μπάιντεν προειδοποιούν ότι η πρόσβαση στα τσιπ της Nvidia μπορεί να δώσει χρόνο στις κινεζικές εταιρείες ΑΙ, ενώ οι εγχώριοι κατασκευαστές βελτιώνουν την παραγωγή και την ποιότητα.
Η απόφαση του Τραμπ αναζωπύρωσε τη συζήτηση για το πόσο εξαρτώμενο θα είναι το μέλλον της Τεχνητής Νοημοσύνης από τεράστια αποθέματα ισχυρών τσιπ.
Οι αμερικανικοί περιορισμοί ανάγκασαν τις κινεζικές εταιρείες να γίνουν πιο αποτελεσματικές. Φέτος, η start up DeepSeek αιφνιδίασε τη βιομηχανία με τον ισχυρισμό ότι δημιούργησε συστήματα ΑΙ που απαιτούν λιγότερα τσιπ και είναι πολύ φθηνότερα στην κατασκευή.
