Σε κάποια αντιπροσωπία αυτοκινήτων στην Αθήνα, οι πελάτες δίνουν παραγγελία για το καινούριο μοντέλο που επέλεξαν. Φεύγουν χωρίς το αυτοκίνητο που μόλις αγόρασαν αλλά και χωρίς να γνωρίζουν ποια θα είναι η τελική τιμή που θα πληρώσουν. Κι αυτό γιατί θα το παραλάβουν 6 ή 7 έως και 15 μήνες αργότερα και οι εταιρείες δεν κλείνουν τιμή τη στιγμή πώλησης, αλλά τη στιγμή της παράδοσης, εκτιμώντας ότι θα έχει αλλάξει προς τα πάνω. Θα το παραλάβουν σε διάστημα που κυμαίνεται μεταξύ ενός επταμήνου και ενός έτους. Την ίδια ώρα, σε κάποιο πολυκατάστημα μια οικογένεια προσπαθεί να παρηγορήσει τα παιδιά της που διαπίστωσαν ότι η παιχνιδομηχανή που ήθελαν για τα Χριστούγεννα δεν είναι διαθέσιμη. Κάποια άλλη οικογένεια ζητά να αγοράσει την τελευταία τηλεόραση που έχει απομείνει, ενώ σε ένα σούπερ μάρκετ ένας πελάτης αναρωτιέται γιατί δεν υπάρχουν ηλεκτρικές οδοντόβουρτσες, εκτός από τα δείγματα.
Τα τελευταία δύο χρόνια αυτή είναι είναι η κανονικότητα. Θα τελειώσει κάποτε; Αυτή η «κανονικότητα», ή, καλύτερα, η παράλυση η οποία εμφανίζεται σχεδόν σε όλους τους κλάδους, από τις μοτοσικλέτες και τα αυτοκίνητα έως τα τρακτέρ και τα αεροσκάφη, από το ρολόι και το κινητό, το τάμπλετ και την τηλεόρασή μας μέχρι τη βαριά βιομηχανία, οφείλεται, κατά κύριο λόγο, στην έλλειψη μικροτσίπ. Οι ημιαγωγοί, όπως αποκαλούνται στα ελληνικά, είναι μικροσκοπικές ηλεκτρονικές πλακέτες από πυρίτιο οι οποίες αποτελούν το βασικό εξάρτημα λειτουργίας κάθε ηλεκτρονικής συσκευής. Κατά κάποιον τρόπο, με δεδομένο ότι χρησιμοποιούνται σχεδόν… παντού, αποτελούν τον θεμέλιο λίθο του πολιτισμού μας.
Τα μικροτσίπ βρίσκονται παντού. Είναι η καρδιά των συσκευών που χρησιμοποιούμε για να εργαστούμε, να ταξιδέψουμε, να διασκεδάσουμε, ακόμα και να γυμναστούμε. Δεν είναι μόνο τα αυτοκίνητα και τα smartphones. Ημιαγωγοί χρησιμοποιούνται από τα αεροπλάνα έως τις ιατρικές συσκευές -ακόμα και σε ένα απλό οξύμετρο- στα εργοστασιακά ρομπότ που κατασκευάζουν όλα τα αγαθά, στα data centers που κινούν το Διαδίκτυο, ως την καφετιέρα μας.
Ουσιαστικά, είναι η βάση των ηλεκτρονικών κυκλωμάτων και κάθε γενιά τους, η οποία ορίζεται από το πάχος τους σε νανόμετρα (σήμερα χρησιμοποιούνται αυτές με πάχος 3,4 και 5, με τις μεγαλύτερες να θεωρούνται απαρχαιωμένες), χαρίζει μεγαλύτερη επεξεργαστική ικανότητα και ταχύτητα και άρα μεγαλύτερες δυνατότητες στη συσκευή που τα φοράει. Ενα μικροτσίπ τελευταίας τεχνολογίας μπορεί να κοστίζει ως και 40 δολάρια ή ακόμα και μόλις 1 δολάριο, όμως το πρόβλημα είναι η ανεύρεση και η μεταφορά του.
Το πρόβλημα, λοιπόν, είναι ότι εδώ και περίπου δύο χρόνια αυτές οι πλακέτες παρουσιάζουν μεγάλη έλλειψη. Κυρίως αυτές που αφορούν ορισμένους κλάδους. Γιατί συμβαίνει αυτό; Το κακό άρχισε σταδιακά. Πρώτα, όταν η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών -επί προεδρίας Ντόναλντ Τραμπ- με κατηγορίες για κατασκοπεία περιόρισε την εξαγωγή τεχνολογίας από τους συμμάχους της προς την Κίνα («στραγγαλισμός» ο οποίος εντείνεται σήμερα) και τη δυνατότητα της ασιατικής χώρας να έχει πρόσβαση στα υλικά για την κατασκευή σύγχρονων μικροτσίπ.
Η πανδημία
Η χαριστική βολή ήρθε όταν ξεκίνησε η επέλαση της πανδημίας. Τότε ήταν που, λόγω των lockdown, τα περισσότερα εργοστάσια είτε μείωσαν την παραγωγή, είτε τη διέκοψαν εντελώς. Συνεχίστηκε με τις διαταραχές της εφοδιαστικής αλυσίδας και κορυφώθηκε με τις γεωπολιτικές αναταραχές, καθώς ο πόλεμος της Ουκρανίας έβγαλε off τη χώρα που καλύπτει το 50% των αναγκών του κομβικού για την παραγωγική διαδικασία των μικροτσίπ αερίου νέον. Το παράδειγμα των αυτοκινητοβιομηχανιών παγκοσμίως είναι ενδεικτικό για να κατανοήσουμε πώς φτάσαμε στην έλλειψη μικροτσίπ.
Οι κατασκευαστές αυτοκινήτων, περικόπτοντας δραματικά την παραγωγή τους, απλώς σταμάτησαν τις παραλαβές και παραγγελίες μικροτσίπ, θέτοντας τους προμηθευτές τους σε αναμονή. Οι εταιρείες κατασκευής ημιαγωγών, ωστόσο, μη έχοντας τη δυνατότητα να περιμένουν χωρίς να παράγουν, εκμεταλλεύτηκαν τη δυνατή ζήτηση της περιόδου του κορωνοϊού σε προϊόντα όπως κινητά, τάμπλετ, ηλεκτρονικοί υπολογιστές κ.ά., τα οποία τους παρείχαν μεγαλύτερα περιθώρια κέρδους. Το αποτέλεσμα αυτού ήταν ότι, όταν οι αυτοκινητοβιομηχανίες επανεκκίνησαν τις γραμμές παραγωγής τους, είχαν τεθεί εκτός προτεραιότητας από τους προμηθευτές τους. Σε αυτό το πρόβλημα προστέθηκε και η αναστάτωση στην εφοδιαστική αλυσίδα η οποία προέκυψε με την ξαφνική, ταυτόχρονη, τεράστια ζήτηση που προέκυψε μετά την άρση των lockdwon και θέριεψε!