Στα τέλη του 1937, οι αγγλικές εφημερίδες έγραψαν ότι δύο εξόριστοι συναντήθηκαν σε ένα διαμέρισμα του Λονδίνου. Ο ένας ήταν ήδη άρρωστος από καρκίνο. Ο άλλος θέλησε να συναντήσει έναν ομόθρησκο συμπατριώτη του. Η Αννα Φρόιντ θυμάται ότι η συνομιλία τους φούντωσε όταν ο Αϊνστάιν ρώτησε τον πατέρα της «Προς τι η επερχόμενη καταστροφή;».
Δεν είχε ξεσπάσει ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, αλλά τα τύμπανα του πολέμου ηχούσαν. Το επόμενο πρωινό, οι εφημερίδες σημείωναν ότι ούτε ο Φρόιντ κατανόησε τη θεωρία της σχετικότητας, ούτε ο Αϊνστάιν τη σημασία της ψυχανάλυσης και του «δυισμού των ενστίκτων». Ο Αϊνστάιν είπε ότι προτίμησε η ψυχή του να παραμείνει ανεξιχνίαστη στο σκοτάδι.
Ωστόσο, οι μοναδικοί αυτοί σοφοί στη συνάντησή τους συμπεριφέρθηκαν ως «ψυχικά εξόριστοι». Αισθάνθηκαν ίσως αργοπορημένοι προφήτες. Επρεπε, όμως, να αφήσουν μια ιδιόχειρη κοινή «ομολογία-συμβουλή» ως πνευματική διαθήκη. Διαθήκη-διακήρυξη, μνημόνιο-μνημόσυνη, πλημμυρισμένη θύμησες για λάθη και αμαρτήματα λαοπλάνων πολιτικών και αλαζόνων πολιτών που οδηγούσαν σε ολοκαύτωμα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ: https://www.newmoney.gr