Η καταστροφική πυρκαγιά που μαίνεται επί εννέα ημέρες πλέον στη Ρόδο, εν μέσω παρατεταμένου καύσωνα και εξαιρετικά χαμηλής υγρασίας, αποτελεί αδιαμφισβήτητη απόδειξη ότι η κλιματική κρίση μας φέρνει αντιμέτωπους με ένα νέο είδος μεγάλων και καταστροφικών δασικών πυρκαγιών, για τις οποίες όχι μόνο η Ελλάδα αλλά η ανθρωπότητα ολόκληρη δεν έχει εύκολες απαντήσεις.
Η Μεσόγειος και η Ευρώπη ολόκληρη αναπόφευκτα θα κληθεί να διαχειριστεί τον κίνδυνο των megafires με όλο και μεγαλύτερη συχνότητα. Τα Ηνωμένα Έθνη εκτιμούν ότι οι δασικές φωτιές θα αυξηθούν κατά 30% σε παγκόσμια κλίμακα έως το 2030. Αυτό ισχύει σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό στην περιοχή της Μεσογείου, όπου η υπερθέρμανση εξελίσσεται 20% ταχύτερα από τον παγκόσμιο μέσο όρο, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.
Κομβικής σημασίας, με αυτά τα δεδομένα, είναι να κατανοήσουν οι πολίτες τον κίνδυνο που αντιπροσωπεύουν οι megafires, δεδομένου ότι περίπου το 96% των δασικών πυρκαγιών στην Ευρώπη το 2021 συνδεόταν με κάποιο τρόπο με ανθρώπινη δραστηριότητα, σύμφωνα με τη νεότερη ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
«Πού είναι τα αεροπλάνα;»
Η πρώτη αυταπάτη που πρέπει να ξεπεράσουν οι πολίτες είναι ότι «τα αεροπλάνα και τα ελικόπτερα θα σβήσουν τη φωτιά», που γεννά την εντύπωση ότι το μόνο ζητούμενο είναι να απογειωθούν τα εναέρια μέσα και αυτόματα θα λυθεί το πρόβλημα.
Μία από τις ποιοτικές διαφορές των megafires σε σχέση με τις φωτιές προ κλιματικής αλλαγής είναι η εντυπωσιακά μεγάλη έντασή τους. Σε κάποιες περιπτώσεις η ένταση μίας megafire, δηλαδή η ενέργεια που αναδίδει, ξεπερνά τα 100.000 κιλοβάτ ανά μέτρο μετώπου, τη στιγμή που πυροσβεστικά αεροπλάνα συνήθως μπορούν να πλήξουν πυρκαγιές που έχουν μόλις το ένα δέκατο αυτής της έντασης, δηλαδή έως 10.000 κιλοβάτ ανά μέτρο.
Η κατάσταση περιπλέκεται από τους πυκνούς καπνούς που προκαλούν οι μεγάλες φωτιές, οι οποίες περιορίζουν δραστικά την ορατότητα των πιλότων, καθιστώντας αδύνατη την προσέγγιση του μετώπου.
Ωστόσο, ακόμα κι αν ένα αεροσκάφος καταφέρει να ρίξει το φορτίο του, είναι πολύ πιθανό το νερό να εξαερωθεί προτού καν μία στάλα φτάσει τις φλόγες, εξαιτίας των πολύ υψηλών θερμοκρασιών που αναπτύσσονται σε τέτοιου τύπου πυρκαγιές.
Όπως χαρακτηριστικά ανέφεραν ανώτατοι αξιωματικοί της Πυροσβεστικής, αλλεπάλληλες ρίψεις νερού από Canadair που υπό κανονικές συνθήκες θα τιθάσευαν μια φωτιά δεν είχαν αποτέλεσμα σε πολλές περιπτώσεις στη Ρόδο, καθώς η τελείως ξερή βλάστηση επιτρέπει στις φλόγες να ανακάμπτουν.