Με τον θρίαμβο του Στέφανου Κασσελάκη στον πρώτο γύρο των εκλογών του ΣΥΡΙΖΑ κορυφώνεται ένα πρωτοφανές φαινόμενο στην πολιτική σκηνή της χώρας: Ένας άνθρωπος – περίπου – άγνωστος ως τις 19 Αυγούστου τόσο στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης όσο και στο ευρύ κοινό, «εκτοξεύεται» 30 ημέρες αργότερα στην θέση του προέδρου ενός κόμματος στο οποίο έγινε μέλος πριν από κανα δυο μήνες.
Αν δεν αλλάξει κάτι δραματικά μέσα στις επόμενες ημέρες, το 45% που έλαβε στην κάλπη και τη διαφορά 9 μονάδων από την Έφη Αχτσιόγλου, που ήταν το απόλυτο φαβορί ως την πρώτη εβδομάδα του Σεπτεμβρίου, αρκεί για να τον καταστήσει απόλυτο κυρίαρχο στον ΣΥΡΙΖΑ.
Απόλυτο; Η φράση «με τον Αλέξη και για τον Αλέξη» που εκστόμισε όταν πήγε να ψηφίσει θα μπορούσε να είναι μία απλή παρόλα με στόχο τους άλλοτε «προεδρικούς» ψηφοφόρους, αν δεν είχε βουήξει η πολιτική πιάτσα ότι ο πρώην πρωθυπουργός δεν ήταν ένας απλώς συμπαθών της υποψηφιότητας του 35χρονου.
Παρά την επικοινωνιακή καταιγίδα που εξαπέλυσε από τις 21 Αυγούστου – η οποία συνοδεύτηκε από την προβολή κάποιων πολιτικών θέσεων, προτάσεων και ιδεών, ο Κασσελάκης παραμένει ένα «λευκό χαρτί» για την πολιτική μας σκηνή. Αντίθετα, οι συνυποψήφιοί του έκαψαν όλα τους τα χαρτιά – η νίκη του Κασσελάκη είναι πάνω από όλα ήττα των αντιπάλων του.
Με το 45% που του έδωσε, η βάση του ΣΥΡΙΖΑ έδειξε ότι μετά από τις ήττες του Μαΐου και του Ιουνίου επιθυμεί να «παραμερίσουν» και όλα εκείνα τα κομματικά στελέχη που ήταν στην «πρώτη γραμμή» του κόμματος τις καλές ημέρες του 2015 – 2019.
Ο Κασσελάκης δεν είχε καμία συμμετοχή στις νίκες του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αυτές έχουν πια ξεχαστεί. Δεν είχε όμως και καμία ευθύνη για τις ήττες – σε αντίθεση με τους συνυποψηφίους του. Επίσης, προσάρμοσε από την πρώτη στιγμή την καμπάνια του πάνω στον εαυτό του και την προσωπική και οικογενειακή διαδρομή του: παρά τις όποιες «γκρίζες ζώνες», που δεν είναι λίγες, κατάφερε να πείσει ότι είχε κάτι από τον Αλέξη Τσίπρα – ένας νέος άνθρωπος με επικοινωνιακό χάρισμα που δεν έχει σχέση με το «κομματικό μαυσωλείο» της Κουμουνδούρου.
Αλλά και σε αυτό, ήταν οι αντίπαλοί του που του έδωσαν έδαφος: Την ώρα που εκείνοι διαφωνούσαν αν ο ΣΥΡΙΖΑ θα έπρεπε να γίνει κόμμα δομών ή αρχών, εκείνος έβαλε απέναντί του τον Κυριάκο Μητσοτάκη και δήλωσε μάλιστα ότι μπορεί να τον νικήσει. Ήταν το μόνο που ήθελαν να ακούσουν οι ψηφοφόροι του κόμματος – και δεν είναι τυχαίο ότι έτρεξαν την Κυριακή να εγγραφούν στον ΣΥΡΙΖΑ καμιά 40αριά χιλιάδες άνθρωποι. Οι περισσότεροι πήγαν μόνο και μόνο για να ψηφίσουν τον Κασσελάκη, όπως θα πήγαιναν για τον Αλέξη Τσίπρα, είτε είχε, είτε δεν είχε αντίπαλο.
Βεβαίως, η ιστορία του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει τελειώσει – το «φαινόμενο Κασσελάκη» θα κριθεί εκ του πολιτικού και όχι του εκλόγικού αποτελέσματος: οι προτάσεις του είναι περισσότερο ευχές, που περιλαμβάνουν μόνον αυξήσεις μισθών και μειώσεις φόρων «για τους πολλούς», με ολίγον από επαγγελματικό στρατό και ισότητα για τις μειοψηφίες, μαζί με τις απαραίτητες για έναν πολιτικό που διατηρεί φιλία με τον Παύλο Πολάκη ιαχές για τα τηλεοπτικά κανάλια, τα ΜΜΕ και τη Δικαιοσύνη. Και είναι μία κουβέντα το «θα νικήσω τον Μητσοτάκη» – αλλά αυτό δεν πρόκειται να συμβεί επειδή ο Κασσελάκης μιλά καλύτερα αγγλικά από τον πρωθυπουργό, όπως λέει.
Τις τελευταίες προεκλογικές ημέρες πριν από τη νίκη Κασσελάκη, στον ΣΥΡΙΖΑ μύριζε διάσπαση – άλλωστε, επώνυμα στελέχη, όπως η Όλγα Γεροβασίλη και ο Ευάγγελος Αποστολάκης είπαν δημόσια ότι κάτι τέτοιο δεν θα είναι οπωσδήποτε αρνητικό. Βεβαίως μετά τις δηλώσεις εκείνες μεσολάβησε ένα σημαντικό γεγονός – οι εκλογές. Αλλά από την επόμενη Κυριακή τα ψέματα τελειώνουν – η κομματική γραφειοκρατία αποδοκιμάστηκε στην κάλπη και πρέπει να ή να συμβιβαστεί ή να συνωσιστεί στην έξοδο…