Δεν πρόκειται για ένα φρικιαστικό θρίλερ που φαντάστηκε κάποιο «γεράκι του πολέμου», που τρέφεται με αιματοχυσίες. Δεν είναι σενάριο για παρακμιακή ταινία τρόμου που εκπόνησε κάποιος ψυχωτικός πολεμοχαρής ρήτορας, από αυτούς που τα δεινά των ένοπλων συρράξεων «δικαιώνουν» το παραλήρημά τους. Κάθε άλλο. Εν προκειμένω, ο 76χρονος Ζοζέπ Μπορέλ δεν είναι κανένας έμπορος όπλων που χρησιμοποιεί εκφοβιστικά τεχνάσματα μάρκετινγκ για να πουλήσει την πραμάτεια του. Είναι ένας διαλλακτικός, μετριοπαθής και ψύχραιμος Ισπανός Σοσιαλιστής πολιτικός.
Με καθήκον σε έναν ταραγμένο κόσμο να προσγειώνει τους αιθεροβάμονες από τα σύννεφα των ψευδαισθήσεών τους. Ως εκ τούτου, έχοντας επίγνωση του τι λέει, το ξεφούρνισε. Με ανατριχιαστική απλότητα. Από το πόστο του ύπατου εκπρόσωπου της Ευρωπαϊκής Ενωσης για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Ασφαλείας, εξέδωσε την περασμένη Τρίτη μια αυστηρή προειδοποίηση: «Ενας συμβατικός πόλεμος πλήρους κλίμακας στην Ευρώπη δεν είναι πλέον φαντασίωση», δήλωσε σχεδόν εφιαλτικά, με συνέπεια η Γηραιά Ηπειρος να αναρριγήσει σύγκορμη. Δικαίως.
Η αμείλικτη πραγματικότητα
Εδώ και περίπου 80 χρόνια, από το 1945, η Ευρώπη δεν έγινε ποτέ ξανά αυτόπτης μάρτυρας της συμφοράς ενός μεγάλου φονικού πολέμου. Τρεις και πλέον γενιές Ευρωπαίων πολιτών δεν βίωσαν ποτέ οδυνηρά και εκ του σύνεγγυς ένα τέτοιο καταστροφικό τοπίο. Επιβίωσαν σχετικά ανώδυνα από τη πυρηνική απειλή του Ψυχρού Πολέμου. Και ανάσαναν ανακουφισμένοι όταν αυτός τέλειωσε με την πτώση του Τείχους του Βερολίνου. Εμελλε, όμως, την τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα να σημαδευτεί το ευρωπαϊκό έδαφός τους από την αιματηρή εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Μια αμείλικτη πραγματικότητα που έχει μπει κιόλας στον τρίτο χρόνο και την οποία κανείς Ευρωπαίος δεν μπορεί να αρνηθεί. Ούτε να σφαλίσει ερμητικά τα μάτια του απέναντι στην ωμή ρωσική βία. Λογικά οι άνθρωποι ανησυχούν. Από τη στιγμή που ο πόλεμος τριγυρίζει στη γειτονιά τους, γιατί να μη χτυπήσει σκληρά και τη δική τους πόρτα;
Πόσο μάλλον που η κρούση του κώδωνα του κινδύνου από τον επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας ήρθε να συντονιστεί με την ομιλία της πρόεδρου της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στην Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου. Εκεί όπου, διόλου στο άσχετο, σημείωσε ότι «η απειλή του πολέμου μπορεί να μην είναι επικείμενη, αλλά δεν είναι αδύνατη». Προφανώς η επισήμανσή της δεν έφερε κατακλυσμιαίο πανικό, ικανό να δημιουργήσει υπαρξιακή κρίση για την κατάσταση ασφάλειας της Ευρώπης. Οσο να ’ναι, ξεσήκωσε θύελλα ανεκδήλωτης, για την ώρα, καχυποψίας. Σε στυλ απορίας «μην τυχόν και μας προετοιμάζουν για σύρραξη και δεν μας το λένε στα ίσα;».
Στο ίδιο μοτίβο ξεφύτρωσε και το ερώτημα: «Μήπως πρόκειται για αναγνώριση της εύθραυστης αμυντικής θέσης της Ευρώπης και την έλλειψη επαρκών πολεμικών μέσων εάν προκύψει δυνητικά ευρύτερη σύγκρουση;». Το πρόλαβε κι αυτό ο Μπορέλ. Τόνισε ευθαρσώς ότι «η αμερικανική ομπρέλα, στην οποία βασιζόμαστε από τον Ψυχρό Πόλεμο, μπορεί να μην είναι συνεχώς ανοιχτή». Αυτομάτως, ένα γενικότερο μούδιασμα ήρθε να προστεθεί στη μεγάλη αμηχανία που προκάλεσαν οι δηλώσεις του. Παρ’ όλα αυτά, στο στρατηγείο του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες το επίσημο επίπεδο συναγερμού δεν έχει αναβαθμιστεί σε υψηλότερη κατάσταση ετοιμότητας. Τίποτε, όμως, δεν μπορεί να αποκλειστεί προσεχώς, ψιθυρίζουν οι αξιωματούχοι της Συμμαχίας. Ευλόγως. Διότι όταν μιλά κανείς για πόλεμο στην Ευρώπη περιγράφει δυσοίωνα την έναρξη ενός Γ’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η γερμανική ταξιαρχία
Ηδη από τη μεριά τους αρκετοί Ευρωπαίοι ανώτατοι στρατιωτικοί με την τσεκουράτη γλώσσα τους ενημερώνουν προκαταβολικά τις κυβερνήσεις και τον λαό των χωρών τους για την επερχόμενη απειλή που μπορεί δραματικά να ενεργοποιηθεί. Ο ανώτατος διοικητής των σουηδικών Ενόπλων Δυνάμεων απευθύνθηκε δημοσίως στους συμπατριώτες προτρέποντάς τους να «προετοιμαστούν ψυχικά για πόλεμο». Ο Πολωνός ομόλογός του διακήρυξε ανοιχτά ότι «η Ρωσία αψηφά τη λογική, άρα πρέπει να είμαστε έτοιμοι για οποιοδήποτε επιθετικό εκ μέρους της σενάριο». Ο μπαρουτοκαπνισμένος σε Ιράκ και Αφγανιστάν στρατηγός Πάτρικ Σάντερς, ο αρχηγός του Στρατού του Ηνωμένου Βασιλείου, κάλεσε την κυβέρνηση να «κινητοποιήσει το έθνος» για να προετοιμαστεί για πόλεμο με τη Ρωσία.