Μοναδικός σε όλα του. Διαβασμένος όσο δεν έπαιρνε, σε θέματα πολιτισμού, κινηματογράφου, μουσικής, θεάτρου και τηλεόρασης. Μια κινητή εγκυκλοπαίδεια. Αυστηρός, και αιχμηρός στις κινηματογραφικές και τηλεοπτικές κριτικές του, διατηρώντας πάντα το θάρρος της γνώμης του ακόμη κι όταν αυτή ήταν κάθετα αντίθετη με το συνάφι του ή την κοινή γνώμη και έμοιαζε προκλητική, ενοχλητική. Ο Ιάσονας δεν μάσαγε ποτέ τα λόγια του. Τα «έχωνε» άγρια όταν το ένιωθε, δημοσίως, αδιαφορώντας για τα σχόλια και τις εντυπώσεις.
Αυτό εξάλλου έκανε από την αρχή της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας. Δεν επέτρεπε σε κανέναν να τον φιμώσει, να τον αποκλείσει, έκανε πάντα αυτό που του άρεσε, αυτό που πίστευε. Το προσπάθησαν κάποιοι κατά το παρελθόν, με αφορμή την ιδιαιτερότητα στην ομιλία του, εκείνο το «ρ» που τόσο χαριτωμένα πρόφερε «γ», μετατρέποντας, δυναμικά και ακομπλεξάριστα αυτήν την κατά πολλούς «αδυναμία» του, σε ένα δυνατό σήμα – κατατεθέν του: «Έχουν γραφτεί τέρατα για τον τρόπο ομιλίας μου. Εκείνη την εποχή δεν έβγαιναν στην τηλεόραση και στο ραδιόφωνο άνθρωποι που δεν έλεγαν το “ρ”. Αν είχα ακούσει αυτά που μού έλεγαν στην αρχή θα έπρεπε να μονάσω σε κάποια σκήτη του Αγίου Όρους» είχε εξομολογηθεί ο ίδιος.
Ήταν τέτοια όμως η ευφυία του και τόσο ιδιαίτερη η αίσθηση του χιούμορ του που δεν του επέτρεπαν να δίνει ιδιαίτερη βάση στα λόγια του κόσμου. Κι από την άλλη, όσο αυστηρός, και κάθετος και φωνακλάς έμοιαζε άλλο τόσο τρυφερός και γλυκός ήταν. Ένα πλάσμα με καρδιά μικρού παιδιού που αγαπούσε με πάθος, πρόσφερε πάντα απλόχερα τη βοήθειά του σε όποιον την χρειαζόταν και γελούσε δυνατά, πολύ δυνατά καλύπτοντας τα πάντα γύρω του.
Επί 40 ολόκληρα χρόνια ο Ιάσονας Τριανταφυλλίδης άφηνε το έντονο αποτύπωμά του με την πένα ή τον λόγο του ως δημοσιογράφος, κριτικός κινηματογράφου και τηλεόρασης, σε πλήθος εντύπων, εφημερίδων και περιοδικών αλλά και στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση, μέσα στα οποία επίσης εργάστηκε.