Αν «η αγωνία του τερματοφύλακα πριν από το πέναλτι» είναι ο τίτλος που αναφέρεται στο κλασικό μυθιστόρημα του Νομπελίστα Πίτερ Χάντκε, ο τελικός στο Κατάρ το 2022 αξίζει να μπει σε πολλά βιβλία αφού θεωρείται πλέον κλασικός από κάθε άποψη. Γιατί, πέρα και πάνω απ’ όλα, ήταν ένας τελικός που δικαίωσε το όνομά του και ανέδειξε την ύψιστη και αιώνια τέχνη του ποδοσφαίρου: απόλυτες ανατροπές, έξι γκολ, παρατάσεις, κορυφαίες συγκινήσεις και δύο σπουδαίους αντιπάλους, σαν ήρωες από μυθιστόρημα, τον Λιονέλ Μέσι και τον Κιλιάν Εμπαπέ να επιβεβαιώνουν πανηγυρικά τη φήμη τους και να μοιάζουν να βγαίνουν από κεφάλαια επικού αναγνώσματος όπως αυτά όπου ο Ηρόδοτος εξιστορούσε τις φευγαλέες εκείνες στιγμές που άλλαξαν τον ρου της Ιστορίας.
Κανείς, άλλωστε, δεν ήξερε μέχρι τέλους ποιος από τους δύο -ο ανοιχτόχρωμος Εκτορας των Λατινοαμερικανών και ο πιο μελαψός Αχιλλέας της νέας γενιάς των Γάλλων- θα υπερτερούσε, αφού ο καθένας τους έπαιζε, με τον τρόπο του το παιχνίδι της ζωής του -έως ότου χρειάστηκε.. η μεταφυσική παρέμβαση του θεού, δηλαδή του Μαραντόνα, προς τον οποίο έστρεψε καθοριστικά ο Μέσι το βλέμμα, για να μπορέσει να στοχεύσει το τελευταίο κρίσιμο πέναλτι στην αρχή της οριστικής διαδικασίας.
Η Αργεντινή θα στεφόταν νικήτρια ύστερα από 36 ολόκληρα χρόνια, χρίζοντας ουσιαστικά έναν άλλο θεό, μετά τον Μαραντόνα, στην επίγεια θέση του 10ου ο οποίος έμελλε να στείλει την Αργεντινή στα ουράνια σπάζοντας την… κατάρα. Εχοντας, προηγουμένως, σπάσει αντίστοιχα όλα τα ρεκόρ που μπορούσε να φανταστεί στην επική καριέρα του, ο Λιονέλ Μέσι είχε αφήσει έξω μονάχα ένα: το τρόπαιο ενός Παγκοσμίου Τελικού και την αίσθηση πως πλέον είναι εκείνος ο απόλυτος Goat, όπως έγραψε χαρακτηριστικά ο σπουδαίος Λεμπρόν σε σχετικό του Twitter.
Μια βίντατζ Αργεντινή, βγαλμένη απ’ τα παλιά
Αναμφίβολα αυτή η Αργεντινή είχε έναν αέρα απ’ τα παλιά και αυτό δεν είχε να κάνει μόνο με το γεγονός ότι μετά από μια παρατεταμένη πολιτική κρίση, όπως ήταν το 1986 για τη νικηφόρο τότε Αργεντινή ο πόλεμος των Φόκλαντς, που έμελλε αμέσως μετά να τη βρει αντιμέτωπη απέναντι στην Αγγλία και να μετατρέψει τον Μαραντόνα στον εθνικό γκάουτσο της χώρας, έδειξε να παίρνει με τον Μέσι πίσω το αίμα της για τις απανωτές πτωχεύσεις και διεθνείς ταπεινώσεις που υπέστη η χώρα τα τελευταία χρόνια.
Ούτε αυτός ο αέρας από τα παλιά εξηγείται από την αφόρητη νοσταλγία που κατέτρυχε τους Αργεντινούς για εκείνη την ομάδα που πριν από 36 χρόνια με τον απίστευτο Μαραντόνα, αλλά και τους κορυφαίους Μπουρουσάγα και Ολαρτικοετσέα θα τους χάριζε την ευτυχία. Είναι ότι η Αλμπισελέστε του Μέσι, στον τελικό της Κυριακής, έμοιαζε με την ομάδα που μπορεί να χαρίζει γκολ σαν αυτά που βλέπουμε στα αξέχαστα ντοκιμαντέρ του Netflix, που είχε ένα στυλ παιχνιδιού που σφράγισε το λατινοαμερικανικό ποδόσφαιρο και το έκανε να ξεχωρίζει όχι σαν αυτό της απόλυτης τεχνικής -όπως μας συνήθιζαν ομάδες της Γερμανίας, της Ολλανδίας, αλλά και της Γαλλίας, οι οποίες κάποιες στιγμές μοιάζουν βγαλμένες από το κομπιούτερ-, αλλά με παιχνίδια για πραγματικούς ποδοσφαιριστές με πάθος και ψυχή, οι οποίοι δείχνουν στο γήπεδο να χορεύουν ταγκό -γιατί πώς αλλιώς να παρομοιάσεις τα 1-2 του Μέσι;- και που έκαναν ό,τι μπορούσαν για να μη γυρίσουν στην πατρίδα τους με άδεια χέρια.
Ηταν προφανές ότι εκείνη τη στιγμή δεν έπαιζαν γι’ αυτούς, αλλά για τα εκατομμύρια κόσμου που τους περίμεναν όλοι έξω στις πλατείες, στο σπίτι του Μαραντόνα και τη συνοικία του Μέσι, στην πλατεία του Μαΐου όπου στη χούντα μαζεύονταν οι μανάδες και οι γιαγιάδες αναζητώντας τα χαμένα τους παιδιά και τώρα τα πιτσιρίκια θα κρατάνε την ανάσα τους κοιτώντας με αγωνία τα πόδια του Μέσι. Γιατί σε αντίθεση με τους Γάλλους που έχουν κάπως… συνηθίσει να είναι πρωταθλητές, οι παίχτες της Αργεντινής και κυρίως ο Μέσι είχε άλυτους λογαριασμούς με το τρόπαιο. Και σε αυτό το πλαίσιο της νοσταλγικής ανασύστασης μιας ομάδας που ξέρουμε ότι βρέθηκε στο γήπεδο να γράψει Ιστορία, έδειξαν να θέλουν να πάρουν το παιχνίδι σαν τρελοί εξ αρχής, από τη στιγμή που ο Ανχελ Ντι Μαρία αψήφησε τους κάπως αφ’ υψηλού Γάλλους και κατάφερε να περάσει τον Ντεμπέλ και να πάρει πέναλτι, το οποίο εκτέλεσε με τη χαρακτηριστική ψυχραιμία ο Μέσι (ίσως αυτός είναι ο λόγος που έκανε αλλαγή, μόλις στο 40’ ο Ντεσάν τον Ντεμπέλ μαζί με τον Ζιρού, ο οποίος δεν έμοιαζε να είναι ο παθιασμένος επιθετικός όπως μας είχε συνηθίσει).
Από κει και πέρα όλα κυλούσαν όπως έπρεπε για τους Αργεντινούς: ο Μακάλιστερ, που η εμφάνισή του ήταν να την πιει κανείς στο ποτήρι όπως προστάζει και το όνομά του που μοιάζει με σπάνιο, ωραίο, ιρλανδεζικο ουίσκι -στο 36’ έκανε τα γνωστά του κόλπα μαζί με τον Ντι Μαρία και εκείνος «εκτέλεσε» τον καλό, μέχρι πρότινος, Γιορίς, στέλνοντας την Αλμπισελέστε στα ουράνια. Ολα έμοιαζαν τόσο καλά για τους παίχτες του Μέσι, που προφανώς μάλλον δεν ήταν.
Ο ψυχρός εκτελεστής Εμπαπέ
Κάπου εκεί, πάνω στην τρελή χαρά αρχίσανε, σχεδόν αναίτια, τα λάθη: για μια ακόμα φορά και για εντελώς αψυχολόγητους λόγους ο Σκαλόνι, ήσυχος ότι η ο ομάδα του ελέγχει το παιχνίδι και ότι πρέπει να κρατήσει άμυνα, βγάζει μόλις στο 65’ τον καλύτερο παίχτη της βραδιάς, τον Ντι Μαρία, καθιστώντας ευάλωτο το κέντρο και αφήνοντας τον Μέσι μόνο του στο γήπεδο χωρίς τον μόνιμο φύλακα άγγελό του.