Το κτίριο αποτελεί ένα από τα πρώτα δημόσια οικοδομήματα που χτίστηκαν το 1834, την περίοδο που η Πρωτεύουσα της Ελλάδος μεταφέρθηκε στην Αθήνα από το Ναύπλιο. Στέγασε το πρώτο Εθνικό Τυπογραφείο και λιθογραφείο, αργότερα στον ίδιο χώρο λειτούργησε το Πρωτοδικείο, ενώ από τις αρχές του 2000, παρέμενε κλειστό.
Με βάση την προγραμματική σύμβαση, το κτίριο παραχωρείται δωρεάν για 25 χρόνια από το Ταμείο Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων στον Δήμο Αθηναίων, που αναλαμβάνει και την υποχρέωση της αποκατάστασης και ανάδειξής του, προκειμένου να μετατραπεί σε χώρο φιλοξενίας εκθέσεων, πολιτιστικών και καλλιτεχνικών εκδηλώσεων, υπό την “ομπρέλα” του Οργανισμού Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας του Δήμου.
Σε δήλωσή του, ο , Κώστας Τσιάρας, τόνισε:
«Ένας ιστορικός χώρος στον οποίο γράφτηκαν πολλές σελίδες της δικαστικής μας ιστορίας περιέρχεται σήμερα στη χρήση του Δήμου Αθηναίων, ώστε να αποτελέσει, επίσημα πλέον, και με τη θεσμική προστασία που απαιτείται, αυτό που πραγματικά είναι: ένα μεγάλο τμήμα του πλούσιου ιστορικού και πολιτιστικού αποθέματος του Δήμου της Αθήνας. Το πρώτο Πρωτοδικείο Αθηνών του νεότερου Ελληνικού Κράτους στην πλατεία Σανταρόζα, περνά, σήμερα, από τα χέρια της Δικαιοσύνης στα χέρια του Πολιτισμού.
Στα χέρια των Αθηναίων πολιτών, ώστε να καταστεί ένα σύγχρονο εκθεσιακό κέντρο, ένα κέντρο παραγωγής πολιτισμού και καλλιτεχνικών εκδηλώσεων, διατηρώντας αναπόσπαστα και αναλλοίωτα τα ιδιαίτερα αρχιτεκτονικά, αισθητικά και μορφολογικά στοιχεία του διατηρητέου κτιρίου του Πρωτοδικείου της Σανταρόζα. Για την ίδια τη Δικαιοσύνη, η σημερινή μέρα είναι ιστορική. Διότι σε αυτό τον χώρο θα δημιουργηθεί το πρώτο Μουσείο Δικαιοσύνης, στο οποίο θα φιλοξενηθούν εκθέματα της πλούσιας δικαστικής μας ιστορίας. Ευχαριστώ προσωπικά τον Δήμαρχο Αθηναίων Κώστα Μπακογιάννη για την πολύτιμη συνεργασία του και τον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Δικαιοσύνης Πάνο Αλεξανδρή, ο οποίος ως Πρόεδρος του ΤΑΧΔΙΚ εργάστηκε συστηματικά για πολλούς μήνες, ώστε σήμερα να κάνουμε αυτό το σημαντικό βήμα για την πόλη των Αθηνών, για τη Δικαιοσύνη και για τον Πολιτισμό».
Από την πλευρά της η Λίνα Μενδώνη, υπογράμμισε:
«Η συμμετοχή του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού στη συγκεκριμένη Προγραμματική Σύμβαση Πολιτιστικής Ανάπτυξης υποδηλώνει την πολιτική μας προτεραιότητα, αυτή της αποκατάστασης, ανάδειξης και επανάχρησης εντός του αστικού ιστού ιστορικών κτηρίων, που προστατεύονται από τις διατάξεις της νομοθεσίας για την προστασία των Αρχαιοτήτων και γενικότερα της Πολιτιστικής Κληρονομιάς. Μία τέτοια χαρακτηριστική περίπτωση είναι το ιστορικό κτήριο του Βασιλικού Τυπογραφείου και Λιθογραφείου και εν συνεχεία του Παλαιού Εθνικού Τυπογραφείου, σε άμεση γειτνίαση με την πλατεία Δικαιοσύνης.
Στην καρδιά της πρωτεύουσας και σχεδόν απέναντι από την οικία Αλεξάνδρου Σούτσου, του ευεργέτη των εικαστικών τεχνών της Ελλάδας -επί της Σταδίου 47- της οποίας την αποκατάσταση και την επανάχρηση έχει ήδη δρομολογήσει το ΥΠΠΟΑ -για να φιλοξενήσει μέρος των Συλλογών του Θεατρικού Μουσείου- το κτήριο διαθέτει όλες τις προϋποθέσεις, προκειμένου να αναδειχθεί σε ένα μοναδικό πολιτιστικό τοπόσημο και πόλο έλξης για τους Αθηναίους και τους επισκέπτες της Αθήνας.
Με την αποκατάσταση του κτηρίου υπό την εποπτεία των αρμόδιων υπηρεσιών του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, συμβάλλουμε ουσιαστικά στη διάσωση και ανάδειξη των ιδιαίτερων αρχιτεκτονικών και μορφολογικών στοιχείων του κτηρίου, και στην απόδοση χώρων, με σκοπό να μπορούν να εξυπηρετήσουν τις λειτουργικές ανάγκες, για τις οποίες το προορίζει ο Δήμος Αθηναίων ως υποδομή για τη φιλοξενία εκθέσεων, πολιτιστικών και καλλιτεχνικών εκδηλώσεων».