Μετά από τρία χρόνια στο Μπέργκαμο ο Γιόακιμ Μέλε αποχαιρέτησε την Αταλάντα για λογαριασμό της Βόλφσμπουργκ, έχοντας αποτελέσει βασικό μέλος της άκρως επιτυχημένης «Dea» που είναι πλέον «θαμώνας» στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις.
Εκτός αγωνιστικού χώρου και πίσω από τα φώτα της δημοσιότητας, όμως, η ζωή δεν κυλούσε ιδανικά για τον Δανό διεθνή κι αυτό είχε να κάνει σε μεγάλο βαθμό με τον προπονητή του, Τζαν Πιέρο Γκασπερίνι.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στο πλαίσιο της μεταγραφής του στον γερμανικό σύλλογο, ο Μέλε προέβη σε αποκαλύψεις κι έκανε λόγο για δικτατορική προσέγγιση από τον πολύπειρο allenatore καθώς και διαχείριση δυναμικού βασισμένη στο φόβο. Τον κατηγόρησε χαρακτηριστικά μεταξύ άλλων για περιορισμένη ελευθερία προς τους ποδοσφαιριστές, τονίζοντας επίσης πως αντιμετώπιζε τους παίκτες του ως αριθμούς κι όχι ως ανθρώπους, ενώ δεν τον άφηνε καν να πηγαίνει στην προπόνηση μαζί με συμπαίκτη του γιατί δεν ήθελε τους ποδοσφαιριστές του να διασκεδάζουν!
«Χρειαζόμουν μια νέα πρόκληση αυτή τη στιγμή στην καριέρα μου. Μια ομάδα στην οποία μπορώ να έχω διαφορετικό ρόλο από αυτόν που είχα στην Αταλάντα, όπου πάντα κινδυνεύεις να είσαι στον πάγκο. Στη Βόλφσμπουργκ νιώθεις περισσότερο σαν να είσαι μέρος μιας ομάδας και υπάρχει περισσότερη ενότητα και καλό χιούμορ στα αποδυτήρια. Είναι αυτό που έψαχνα εδώ και καιρό. Είμαι χαρούμενος που έφτασα σε μια ομάδα όπου νιώθεις ότι όλα είναι υπό έλεγχο.”
Στην Αταλάντα πάντα προπονούμασταν βράδυ. Ήταν απόφαση του προπονητή και πραγματικά δεν υπήρχε ελευθερία. Ακόμα κι αν ζούσες σε ένα ωραίο μέρος και ο καιρός ήταν καλός, δεν είχες χρόνο να το απολαύσεις, γιατί περνούσαμε τόσες μέρες και ώρες στο αθλητικό κέντρο».
Είναι σχεδόν η δικτατορική προσέγγιση του Γκασπερίνι: κάναμε διπλή προπόνηση, έπρεπε να κοιμηθούμε στις εγκαταστάσεις το βράδυ, δεν μας επέτρεπε να πάμε σπίτι τότε.
Η διαχείρισή του ήταν βασισμένη στον φόβο. Μπορείς να το πεις κακή διαχείριση ή οτιδήποτε άλλο, δεν ξέρω. Τουλάχιστον προετοίμασα τον εαυτό μου για τις μετέπειτα εμπειρίες της καριέρας μου».
Με τον Γκασπερίνι δεν νιώθεις άνθρωπος, νιώθεις ένας αριθμός. Δεν έχεις σχέση με τον προπονητή. Μπορεί να γκρινιάζει διαρκώς για περίεργα πράγματα. Για παράδειγμα, ο Χοϊλουντ και εγώ πηγαίναμε μαζί στην προπόνηση. Αλλά δεν ήθελε να οδηγούμε μαζί. Γιατί έτσι θα μπορούσαμε να καθίσουμε, να συζητήσουμε μαζί στο δρόμο για την προπόνηση, να διασκεδάσουμε. Δεν το ήθελε και γι’ αυτό με επέπληττε. Παρόλο που ο σύλλογος μου είπε ότι μπορούσα να πάρω τον Ράσμους μαζί μου στην προπόνηση, γιατί δεν του παρείχαν οδηγό. Δεν ξέρω αν αυτό είναι χαρακτηριστικό των Ιταλών, αλλά είναι απλώς μερικά πράγματα που σε θυμώνουν και σε κουράζουν μακροπρόθεσμα».
Πηγή: gazzetta.gr