Ειδικότερα, στη συνεδρίαση της Τρίτης (19/11) ο Γενικός Δείκτης υποχωρεί για πέμπτη διαδοχική ημέρα και καταγράφει «βουτιά» -1,65% στις 1.369,35 μονάδες, με υψηλό ημέρας τις 1.397,53 μονάδες και χαμηλό ημέρας τις 1.367,53 μονάδες. Πρόκειται για τη χαμηλότερη τιμή από τις 6 Αυγούστου (1367,78 μονάδες), ενώ ακολουθούν οι 1.341,23 μονάδες της «Μαύρης Δευτέρας» 5 Αυγούστου. Ισχυρές απώλειες καταγράφουν οι περισσότερες μετοχές στο ταμπλό, με την Alpha Bank και τη ΔΕΗ να οπισθοχωρούν κατά -3%. Στο επίκεντρο βρίσκεται η Cenergy Holdings -λόγω των ισχυρών οικονομικών μεγεθών που παρουσίασε στο εννεάμηνο- η οποία χάνει πάνω από -2% παρά το ανοδικό ξεκίνημα.
Στο μέτωπο του πολέμου Μόσχας-Κιέβου, ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν προωθεί ένα πυρηνικό δόγμα που επιτρέπει στη χώρα του να επεκτείνει τη χρήση ατομικών όπλων σε περίπτωση που δεχθεί πυραυλική επίθεση. Αυτό ήρθε αμέσως μετά το «πράσινο φως» που άναψαν οι ΗΠΑ στην Ουκρανία για χρήση πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς.
Στην περιοχή του Μπριάνσκ στη Ρωσία φαίνεται να έχει γίνει η πρώτη χρήση των αμερικανικών βαλλιστικών πυραύλων ATACMS, όπως μεταδίδουν ουκρανικά μέσα ενημέρωσης τα οποία επικαλείται το Bloomberg. Οι εξελίξεις αυτές έχουν ως αποτέλεσμα το ράλι στα ομόλογα, ενώ τα ασφαλή επενδυτικά καταφύγια, όπως ο χρυσός, βγαίνουν κερδισμένα από την κλιμάκωση.
Σπεύδουν μαζικά οι πωλητές στο Χρηματιστήριο Αθηνών
«Βουτιά» -1,77% καταγράφουν σήμερα οι τράπεζες, με τον κλαδικό δείκτη να διαπραγματεύεται στις 1.163,59 μονάδες. Ο FTSE 25 (υψηλής κεφαλαιοποίησης) κινείται πτωτικά κατά -1,85% στις 3.316,15 μονάδες και ο Mid Cap (μεσαίας κεφαλαιοποίησης) χάνει -1,72% στις 2.191,07 μονάδες. Ισχυρότερο «πλήγμα» δέχεται ο ενεργειακός κλάδος, με τον FTSE EU να διολισθαίνει -2,3% στις 4.676,52 μονάδες.
Η αξία των συναλλαγών ανέρχεται στα 71,375 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων το 1,85 εκατ. ευρώ αφορά σε πακέτα. Τζίρο 18,541 εκατ. ευρώ κάνει η ΕΤΕ. Στα 97,254 δισ. ευρώ η κεφαλαιοποίηση της αγοράς. «Κόκκινο» το ταμπλό, με 90 μετοχές να υποχωρούν, μόλις 10 να ενισχύονται, ενώ 12 μένουν χωρίς μεταβολή.
Στις συστημικές τράπεζες, η Alpha Bank σημειώνει πτώση -3,64% στο 1,507 ευρώ και έπονται η Πειραιώς (-2,39% στα 3,511 ευρώ), η Eurobank (-1,45% στο 1,977 ευρώ) και η Εθνική (-0,46% στα 6,856 ευρώ).
Στην υψηλή κεφαλαιοποίηση, ισχυρές πιέσεις δέχονται η ΔΕΗ, η Lamda Development, η Metlen, η Aegean, η Cenergy Holdings, η Ελλάκτωρ, η Autohellas και ο ΟΤΕ. Υποχωρούν πέριξ ή πάνω από -1% η Viohalco, ο ΟΠΑΠ, η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, η ElvalHalcor, η Jumbo, η Titan, η HELLENiQ ENERGY, ο ΔΑΑ και η Motor Oil. Από την άλλη πλευρά, η Σαράντης κερδίζει σχεδόν +1%.
Στη μεσαία κεφαλαιοποίηση, απώλειες -2% με -4,5% καταγράφουν η Κρι Κρι, η Intracom Holdings, η Τεχνική Ολυμπιακή, η Intralot, η Austriacard, η ΑΒΑΞ, η Aktor, η Lavipharm, η Fourlis, η Profile και η Dimand. Ακολουθούν με πτώση άνω του -1% η Quest, η Optima Bank, η Ideal και η ΕΧΑΕ. Στον αντίποδα, ο ΟΛΠ ενισχύεται κατά +2,25% και πλησιάζει εκ νέου τα 30 ευρώ, τα οποία ανοίγουν τις «πύλες» για τα πολυετή ρεκόρ.
Πέμπτο διαδοχικό limit down για την Attica Bank, η οποία διολισθαίνει κατά -29,7% στο 1,065 ευρώ. Άξια αναφοράς η «βουτιά» της Performance Technologies πάνω από -10%, με αποτέλεσμα να διαπραγματεύεται υπό των 5 ευρώ, «σβήνοντας» τα φετινά κέρδη.
Τράπεζες, πολιτικές εξελίξεις και αποτελέσματα στο επίκεντρο
Διατηρείται σε υψηλά επίπεδα η διάθεση των επενδυτών για κατοχύρωση κερδών (profit taking), με τις ελκυστικές αποτιμήσεις αρκετών τίτλων να αφήνουν προς το παρόν ασυγκίνητους τους buyers. Σημειώνεται ότι η εγχώρια αγορά επέκτεινε χθες το καθοδικό σερί της για τέταρτη συνεχή ημέρα, με τις απώλειες να «αγγίζουν» αθροιστικά το -2,69%, χάνοντας μάλιστα τη στήριξη των 1.400 μονάδων για τρίτη φορά μέσα σε ένα μήνα.
«Βαρίδι» οι τράπεζες με πτώση -5,64% στο 4ήμερο. Η Morgan Stanley μείωσε για δεύτερη φορά τις τιμές στόχους των ελληνικών τραπεζών σε διάστημα ενός μήνα. Ταυτόχρονα, υποβάθμισε τις συστάσεις της ΕΤΕ και της Πειραιώς (οι δύο μεγάλοι χαμένοι της χθεσινής συνεδρίασης) σε equal-weight από overweight, διευκρινίζοντας ωστόσο πως οι αποτιμήσεις τους παραμένουν ελκυστικές. «Οι μελλοντικές αποδόσεις μπορεί να είναι χαμηλότερες λόγω μιας πιθανής οικονομικής επιβράδυνσης στην Ευρώπη και των χαμηλότερων επιτοκίων της ΕΚΤ», εξηγεί ο αμερικανικός οίκος.