Ελλάδα

Έντονη κριτική της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων επί του πολυνομοσχεδίου για την ενδοοικογενειακή βία

Έντονη κριτική ασκεί η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕΔΕ) στις παρατηρήσεις της που διαβίβασε στο υπουργείο Δικαιοσύνης επί των νέων νομοθετικών ρυθμίσεων που εισάγει το πολυνομοσχεδίο για την ενδοοικογενειακή βία, την αντιμετώπιση νέων μορφών βίας κατά των γυναικών, κ.λπ.

Ειδικότερα, η ΕΔΕ, μεταξύ των άλλων, στις 17σελιδες παρατηρήσεις της επισημαίνει ότι το πολυνομοσχέδιο «θέτει την Ελλάδα σε έναν δρόμο μοναχικό και δύσβατο, μακριά από την παρακαταθήκη του ΕΔΔΑ», καθώς «επαναφέρει τον κανόνα της προφυλάκισης και μάλιστα και για πλημμελήματα, παρατείνει το διάστημα κράτησης μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης στο ακροατήριο, απαγορεύει την μετατροπή ή την αναστολή της ποινής, παρακάμπτει την διαδικασία των δικαστικών συμβουλίων, επιτρέπει την εκδίκαση μιας υπόθεσης και την καταδίκη κατηγορουμένου χωρίς να του δοθεί η δυνατότητα να εξετάσει τον μηνυτή».

Παράλληλα, η ΕΔΕ «δηλώνει την αντίθεσή της στις νομοθετικές πρωτοβουλίες που θα εκθέσουν την Ελλάδα σε ευρωπαϊκό επίπεδο και θα αποτελέσουν αφορμή για νέα συρρίκνωση των ατομικών δικαιωμάτων».

Το πλήρες κείμενο των παρατηρήσεων της ΕΔΕ επί του πολυνομοσχεδίου του υπουργείου Δικαιοσύνης, έχουν ως εξής:

«Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων σταθερή στη θέση της ότι το Δικαστικό Σώμα και δικαιούται και οφείλει να συμμετέχει ενεργά στον επιστημονικό διάλογο κατά τη διαδικασία θέσπισης σημαντικών νομοθετικών αλλαγών καταθέτει σήμερα τις προτάσεις της για το κατατεθέν πολυνομοσχέδιο με τίτλο «Αντιμετώπιση νέων μορφών βίας κατά των γυναικών – Ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2024/1385 –Πρόσθετες ρυθμίσεις στον νόμο περί ενδοοικογενειακής βίας – Αναδιοργάνωση των ιατροδικαστικών υπηρεσιών – Ενίσχυση της λειτουργίας της Eurojust – Μέτρα για την προστασία των ανηλίκων και την καταπολέμηση της εγκληματικότητας – Δικονομικές διατάξεις αρμοδιότητας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και άλλες ρυθμίσεις».

Το πρώτο μέρος περιλαμβάνει καταρχήν γενικές και ακολούθως ειδικότερες παρατηρήσεις αναφορικά με τις διατάξεις που αφορούν τη βία κατά των γυναικών, την προσωρινή κράτηση, τις διατάξεις για τους ανηλίκους και τις σχετικές παρεμβάσεις στον ΠΚ, τον ΚΠΔ και τους ειδικούς ποινικούς νόμους. Το δεύτερο μέρος αφορά ρυθμίσεις που σχετίζονται με τον Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Δικαστικών Λειτουργών αναφορικά με τα κωλύματα των δικαστικών λειτουργών και την διαδικασία περικοπής μισθού δικαστικού λειτουργού, καθώς και τον Ν. 5108/2024 για τη διαδικασία εισαγωγής στη γενική επετηρίδα των πρωτοδικών ειδικής επετηρίδας.

Όπως αναλυτικά εκτίθεται παρακάτω, εκφράζουμε τον έντονο προβληματισμό μας για την διαφαινόμενη νομοθετική επιμονή στη θέσπιση αυστηρότερων διατάξεων που διασπούν την ενότητα του δικαίου, ως απάντηση στην αντιμετώπιση προβλημάτων που έχουν χαρακτηριστικά κοινωνικής παθογένειας και χρήζουν ενίσχυσης των δομών πρόνοιας (βία κατά γυναικών, ανήλικοι). Τέλος, εκφράζουμε την απορία μας για την αναγκαιότητα και ταχύτητα θέσπισης διατάξεων που αφορούν στον Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων (αλλαγές στα κωλύματα, περικοπή μισθού), τη στιγμή που υφίσταται σε λειτουργία ειδική επιτροπή συσταθείσα από το Υπουργείο Δικαιοσύνης αρμόδια για την επεξεργασία αλλαγών στον Κώδικα αυτόν.

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

Διατάξεις σχετικά με αντιμετώπιση νέων μορφών βίας κατά των γυναικών –Πρόσθετες ρυθμίσεις στον νόμο περί ενδοοικογενειακής βίας –- Μέτρα για την προστασία των ανηλίκων και την καταπολέμηση της εγκληματικότητας. Ενίσχυση της λειτουργίας της Eurojust.

Α. Γενικές παρατηρήσεις

Μέχρι τον Ν. 1128/1981 η προφυλάκιση διατάσσονταν σε κάθε περίπτωση στα κακουργήματα αλλά και σε ορισμένα πλημμελήματα στις περιπτώσεις εκείνες που υπήρχαν σοβαρές υπόνοιες ενοχής του κατηγορουμένου. Θεωρήθηκε στροφή στον ευρωπαϊκό νομικό πολιτισμό η αντικατάσταση του θεσμού εκείνου με την προσωρινή κράτηση ως έσχατου μέσου διασφάλισης της παρουσίας του κατηγορουμένου στο ακροατήριο. Έκτοτε γράφηκαν εκατοντάδες επιστημονικές μελέτες και έγιναν αργά αλλά σημαντικά βήματα μέχρι σταδιακά η νομολογία να υιοθετήσει ως έσχατο μέσο την προσωρινή κράτηση που πρέπει να επιβάλλεται μόνο σε εντελώς εξαιρετικές περιπτώσεις και να δώσει προβάδισμα στα περιοριστικά μέτρα. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου συνεπές στην προάσπιση θεμελιωδών δικαιωμάτων επαναλαμβάνει σταθερά τον παραπάνω κανόνα ως μια κοινή συνισταμένη των αξιών της ηπείρου. Στην υπόθεση Cirstea κατά Ρουμανίας (23-7-2019) διαπίστωσε ότι η προφυλάκιση πρέπει να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της ποινικής έρευνας και όχι σε μια πιθανή δίψα για εκδίκηση και τιμωρία από το ευρύ κοινό, διαχωρίζοντας ξεκάθαρα τους σκοπούς που οφείλει να επιδιώκει ένα κράτος δικαίου το οποίο δεν λειτουργεί με όρους επικοινωνιακής δημαγωγικής πολιτικής, ενώ στην υπόθεση Nerattini κατά Ελλάδας (18-12-2008) έκρινε ότι οι δικαστικές αρχές είναι υποχρεωμένες να εξετάζουν εναλλακτικά μέτρα (περιοριστικούς όρους) για την εξασφάλιση της παρουσίας του κατηγορουμένου στη δίκη.

Το σχέδιο νόμου που εξήγγειλε ο Υπουργός Δικαιοσύνης, αποτελώντας επικίνδυνη νομοθετική οπισθοδρόμηση, θέτει την Ελλάδα σε έναν δρόμο μοναχικό και δύσβατο, μακριά από την παρακαταθήκη του ΕΔΔΑ. Επαναφέρει τον κανόνα της προφυλάκισης και μάλιστα και για πλημμελήματα, παρατείνει το διάστημα κράτησης μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης στο ακροατήριο, απαγορεύει την μετατροπή ή την αναστολή της ποινής, παρακάμπτει την διαδικασία των δικαστικών συμβουλίων, επιτρέπει την εκδίκαση μιας υπόθεσης και την καταδίκη κατηγορουμένου χωρίς να του δοθεί η δυνατότητα να εξετάσει τον μηνυτή. Με δεδομένο μάλιστα πως θεωρείται a priori ως «παλαβή» μια απόφαση που θέτει περιοριστικούς όρους στον κατηγορούμενο, η προφυλάκιση όχι απλά μετατρέπεται σε κανόνα αλλά γίνεται έμμεσα προτροπή στους δικαστικούς λειτουργούς να την εφαρμόζουν ως το μοναδικό μέσο δικονομικού καταναγκασμού.

Η θέσπιση των παραπάνω μέτρων συγκυριακά ταυτίζεται με το αδίκημα της ενδοοικογενειακής βίας το οποίο χρησιμοποιείται ως μια βολική πρόφαση για την διαρκή απομείωση των δικαιωμάτων των πολιτών και την καταστρατήγηση των κανόνων μιας δίκαιης δίκης. Η σκληρή ποινική καταστολή με την εγκατάλειψη ευρωπαϊκών νομοθετικών προτύπων είναι μια μέθοδος ατελέσφορη για να επιφέρει μείωση της εγκληματικότητας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η αντίφαση μεταξύ των ακραίων κύριων και παρεπόμενων ποινών (δήμευση περιουσίας) που επέβαλε ο νομοθέτης στους δράστες των εμπρησμών και η κατακόρυφη αύξηση των πυρκαγιών στη χώρα από πέρσι το καλοκαίρι.

Το Υπουργείο Δικαιοσύνης έδειξε και πριν τις τροποποιήσεις των Ποινικών Κωδίκων πως δεν υπολογίζει τις επισημάνσεις του νομικού κόσμου της χώρας, ακροβατώντας μεταξύ κράτους δικαίου και κράτους αποφάσεων, ανάμεσα στον θετικισμό με την ιδεαλιστική αίρεση ότι ο νόμος δεν παραβιάζει θεμελιακές αρχές των δικαιωμάτων και στην στεγνή έννοια της νομοκρατίας.

Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων δηλώνει την αντίθεσή της στις νομοθετικές πρωτοβουλίες που θα εκθέσουν την Ελλάδα σε ευρωπαϊκό επίπεδο και θα αποτελέσουν αφορμή για νέα συρρίκνωση των ατομικών δικαιωμάτων.

Β. Κριτική επιμέρους διατάξεων

1) Αυστηροποίηση των διατάξεων για την προσωρινή κράτηση- σταδιακή επαναφορά του θεσμού της προφυλάκισης.

Δημοφιλέστερα

To Top