Όμως, πίσω από τη λαμπερή εικόνα των ηλιοβασιλεμάτων και των κατάλευκων σπιτιών, κρύβεται μια σκοτεινή πραγματικότητα: η ανεξέλεγκτη διάθεση απορριμμάτων, που απειλεί το περιβάλλον, την υγεία των κατοίκων και το ίδιο το τουριστικό προϊόν του νησιού.
Η πρόσφατη μελέτη των Κώστα Αντωνιάδη, γεωλόγου-περιβαλλοντολόγου M.Sc. και Δήμητρας Μαυρομμάτη, γεωλόγου-περιβαλλοντολόγου M.Sc., καταγράφει με επιστημονική ακρίβεια τη σοβαρότητα της κατάστασης, αναδεικνύοντας τη χρόνια αδράνεια των αρχών. Παρά το γεγονός ότι η Σαντορίνη αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους τουριστικούς προορισμούς της Μεσογείου, η διαχείριση των απορριμμάτων της παραμένει σε τριτοκοσμικό επίπεδο, με την ανεξέλεγκτη χωματερή στη θέση «Αλωνάκι» να λειτουργεί χωρίς καμία περιβαλλοντική πρόβλεψη. Μια χωματερή στη σκιά της καλντέρας – Ένα παράδοξο με παγκόσμιο ενδιαφέρον. Η εικόνα της χωματερής της Σαντορίνης αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα περιβαλλοντικά παράδοξα: απορρίμματα κάθε είδους απορρίπτονται – θάβονται – στοιβάζονται ακριβώς δίπλα σε έναν από τους πιο πολυφωτογραφημένους τουριστικούς προορισμούς παγκοσμίως. Οι τουρίστες που κατακλύζουν το νησί, ξοδεύοντας εκατοντάδες ευρώ για μία μοναδική εμπειρία, βρίσκονται μόλις λίγα λεπτά μακριά από έναν χώρο που περισσότερο θυμίζει σκηνικό περιβαλλοντικής καταστροφής. Η χωματερή λειτουργεί χωρίς καμία υποδομή:
• Δεν υπάρχει σύστημα διαχείρισης στραγγισμάτων, με αποτέλεσμα τα υγρά απόβλητα να διεισδύουν στο έδαφος.
• Δεν υπάρχει στεγανοποίηση της βάσης, κάτι που αυξάνει τον κίνδυνο ρύπανσης του υπόγειου υδροφόρου ορίζοντα.
• Δεν υπάρχει έλεγχος εκπομπών βιοαερίων, τα οποία είναι ιδιαίτερα επιβλαβή τόσο για την ατμόσφαιρα όσο και για τη δημόσια υγεία.
• Δεν υπάρχει επί της ουσίας σωστή περίφραξη ή έλεγχος πρόσβασης, με αποτέλεσμα η περιοχή να είναι εκτεθειμένη σε ανεξέλεγκτη ρίψη απορριμμάτων.
• Η δυσοσμία από τη χωματερή είναι αισθητή από μεγάλη απόσταση, ιδίως τους καλοκαιρινούς μήνες, όταν η θερμοκρασία ανεβάζει τους ρύπους σε επικίνδυνα επίπεδα.
• Οι κάτοικοι και οι επισκέπτες συχνά διαμαρτύρονται για την κατάσταση, αλλά οι τοπικές αρχές φαίνεται πως αδυνατούν –ή δεν θέλουν– να βρουν μια λύση.
Η μελέτη επισημαίνει ότι η Σαντορίνη χρειάζεται επειγόντως έναν Χώρο Υγειονομικής Ταφής Υπολειμμάτων (ΧΥΤΥ), ο οποίος θα μπορούσε να μειώσει την περιβαλλοντική επιβάρυνση του νησιού. Υφίσταται δηλαδή άμεση ανάγκη για χωροθέτηση και λειτουργία ενός οργανωμένου ΧΥΤΥ, που είναι μια δύσκολη υπόθεση η οποία απαιτεί «γενναίες» αποφάσεις για να αποφευχθεί αδιέξοδο λόγω γεωγραφίας, χρήσεων γης πολεοδομίας κλπ. Γίνεται επομένως αντιληπτό ότι η χωροθέτηση ενός τέτοιου έργου αποτελεί τεράστια πρόκληση.
Η Σαντορίνη δεν είναι ένα τυπικό νησί. Το ηφαιστειογενές της έδαφος, οι απότομες κλίσεις, η έλλειψη μεγάλων επίπεδων εκτάσεων και η έντονη τουριστική ανάπτυξη δυσκολεύουν την εξεύρεση κατάλληλης περιοχής. Επίσης, η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας για την προστασία του περιβάλλοντος, καθώς και οι πιθανές αντιδράσεις των κατοίκων, εφόσον δεν υπάρξει διαβούλευση και απρόσκοπτη επιλογή, καθιστούν την κατασκευή ενός ΧΥΤΥ εξαιρετικά δύσκολη.
Μία από τις προτάσεις που εξετάστηκαν ήταν η αξιοποίηση παλαιών λατομείων, όπως εκείνο στην περιοχή του Προφήτη Ηλία. Ωστόσο, η υφιστάμενη χρήση του, οι τεχνικές και γεωλογικές δυσκολίες καθιστούν αυτή τη λύση πολύπλοκη και ίσως προβληματική. Παρουσιάζει σοβαρούς περιορισμούς και ανάγκη ενδελεχούς διερεύνησης των περιβαλλοντικών και υδρογεωλογικών συνθηκών, με ιδιαίτερη έμφαση στην προστασία των υπόγειων υδάτων και του τοπίου. Θα πρέπει να επιλυθούν τα προαναφερόμενα, σχετικά δύσκολα, ζητήματα για να μπορέσει να ληφθεί υπόψη η περιοχή για πιθανή χωροθέτηση ΧΥΤΥ.