Το καθεστώς φορολόγησης των συνταξιούχων που απασχολούνται και το νέο πλαίσιο λειτουργίας των επαγγελματικών ταμείων, θα περιλαμβάνονται στα δύο πρώτα νομοσχεδια του υπουργείου Εργασίας.
Όπως επισημαινει σε πρόσφατη συνέντευξή του ο υφυπουργός Εργασίας, Παναγιώτης Τσακλόγλου όσον αφορά την επαγγελματική ασφάλιση με νομοσχέδιο που θα τεθεί σε διαβούλευση το φθινόπωρο, πρώτον, θα διευκολυνθεί η δημιουργία πολυεργοδοτικών επαγγελματικών ταμείων και θα αλλάξει ο εποπτικός τους φορέας, ενώ διαφοροποιήσεις θα υπάρξουν και στη φορολόγησή τους.
Η πρώτη από τις διατάξεις, δηλαδή αυτή που αναφέρεται στην απασχόληση συνταξιούχων θα μπει κατά πάσα πιθανότητα στο πρώτο νομοσχέδιο του υπουργείου που προβλέπει κύρωση Ευρωπαϊκής οδηγίας την οποία θα πρέπει να υιοθετήσει και η χώρα μας. Το δεύτερο νομοσχέδιο για την επαγγελματική ασφάλιση θα προωθηθεί εντός του φθινοπώρου.
Όπως τονίζει ο κ. Τσακλόγλου, το σενάριο που εξετάζεται για τους εργαζόμενους συνταξιούχους είναι να καταργηθεί το πέναλτι 30% και αντί αυτού να θεσπιστεί κάποια επιπρόσθετη παρακράτηση υπέρ ΕΦΚΑ, στο εισόδημα το οποίο λαμβάνει ο συνταξιούχος είτε από απασχόληση, είτε από αυτοαπασχόληση.
Το σχεδιο ωστόσο προβλέπει τη θέσπιση κόφτη ώστε κανεις να μην υφίσταται ζημία σε σχέση με το προηγούμενο καθεστώς. Το πλαφόν θα αντιστοιχεί – αν και δεν έχει ληφθεί ακόμα οριστική απόφαση- στο ύψος του 12πλάσιου της εθνική σύνταξης για κάποιον ο οποίος δουλεύει 12 μήνες το χρόνο.
Για τους εγκλωβισμένους οφειλετες κυρίως ελευθερους επαγγελματίες που αδυνατούν να βγούν στη σύνταξη ο υφυπουργός εργασίας είπε : Για κάποιους από αυτούς, τα χρέη είναι μικρότερα από τα υφιστάμενα όρια (των 20.000 ευρώ για αυτοαπασχολούμενους ή ελεύθερους επαγγελματίες και 6.000 ευρώ για τους αγρότες) τα οποία παρακρατούνται από τη σύνταξή τους. Υπάρχουν, όμως, και εργαζόμενοι οι οποίοι θέλουν να γίνουν συνταξιούχοι και έχουν χρέη τα οποία είναι μεγαλύτερα από το ποσό αυτό. Ανάμεσά τους, πρέπει να κάνουμε μία διάκριση σε δύο μεγάλες κατηγορίες. Υπάρχει μία κατηγορία η οποία πραγματικά είναι αναξιοπαθούντες, επειδή δεν έχουν τους αντίστοιχους πόρους. Υπάρχει και μια δεύτερη κατηγορία όμως, η οποία πιθανόν να έχει σημαντικά περιουσιακά στοιχεία, είτε στη μορφή τραπεζικών λογαριασμών, είτε στη μορφή ακίνητης περιουσίας, την οποία πραγματικά δεν θα μπορούσε κανείς να την κατατάξει στην περίπτωση των αναξιοπαθούντων. Αυτό το οποίο σκεφτόμαστε να κάνουμε, είναι να θέσουμε ένα δεύτερο όριο πάνω από το υφιστάμενο (20 ή 6 χιλιάδες ευρώ). Αν το χρέος του υποψήφιου συνταξιούχου προς τον ΕΦΚΑ βρίσκεται στην περιοχή μεταξύ του υφισταμένου και του νέου ορίου και αυτός αποδείξει ότι έχει ανεπαρκή περιουσιακά στοιχεία, τότε θα υπολογίζεται η μηνιαία σύνταξη την οποία θα έπρεπε να λαμβάνει, για τους πρώτους μήνες και μέχρι την εξάντληση του ποσού μεταξύ των δύο ορίων θα λαμβάνει μηδενική σύνταξη, για τους επόμενους 60 μήνες θα ισχύει ότι και σήμερα, δηλαδή, αναλογική περικοπή της σύνταξής του ώστε να εξαλειφθεί το χρέος του προς τον ΕΦΚΑ και, κατόπιν, καταβολή της πλήρους σύνταξης που του αναλογεί.
Παράλληλα οι κυριότερες αλλαγες που σχεδιάζονται στο καθεστώς λειτουργίας των επαγγελματικών ταμείων είναι τρεις:
Ο πρώτος τομέας έχει να κάνει με την διευκόλυνση της δημιουργίας πολυεργοδοτικών επαγγελματικών ταμείων. Γιατί το κάνουμε αυτό; Το κάνουμε γιατί το κύριο χαρακτηριστικό των ελληνικών επιχειρήσεων είναι το μικρό μέγεθός τους. Ως αποτέλεσμα, υπάρχει μεγάλη δυσκολία στο να βρεθούν τα μέλη που απαιτεί η νομοθεσία μας (είναι τουλάχιστον 100) ώστε να δημιουργηθεί το αντίστοιχο ταμείο. Θα πάρουμε πρωτοβουλία λοιπόν να διευκολυνθεί η δημιουργία πολυεργοδοτικών ταμείων.
Το δεύτερο είναι ότι για να λειτουργήσουν καλά αυτοί οι θεσμοί πρέπει να υπάρχει εμπιστοσύνη. Η εμπιστοσύνη αποκτάται κυρίως όταν υπάρχει μια πολύ καλή εποπτεία στο σύστημα αυτό. Πράγματι η εποπτεία η οποία υπάρχει αυτή τη στιγμή και είναι τριμερής, από το υπουργείο Εργασίας, την Εθνική Αναλογιστική Αρχή και από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, φαίνεται να έχει δείξει αρκετά σημάδια δυσλειτουργίας, ενώ αντίθετα η εποπτεία που ασκεί για παράδειγμα η Τράπεζα της Ελλάδος προς την ιδιωτική ασφαλιστική αγορά φαίνεται να είναι πολύ περισσότερο αποτελεσματική. Αυτός είναι και ο λόγος που ως προς την εποπτεία κατά πάσα πιθανότητα και τα επαγγελματικά ταμεία θα πάνε στην Τράπεζα της Ελλάδος.
Το τρίτο σημείο έχει να κάνει με τη φορολογία. Αυτή τη στιγμή παραβιάζεται μία βασική αρχή της φορολογίας εισοδήματος που λέει ότι το εισόδημα θα πρέπει να φορολογείται μία φορά, είτε για παράδειγμα στην περίπτωση αυτή με τη μορφή των φορολογημένων εισφορών όπως γίνεται με την ιδιωτική ασφάλεια σήμερα, είτε με την φορολογία των αποδόσεων. Εδώ έχουμε ότι είναι αφορολόγητες και οι εισφορές και οι αποδόσεις. Ακριβώς επειδή θέλουμε να μην βάλουμε μεγάλα εμπόδια στη δημιουργία ασφαλιστικής αποταμίευσης, θα βάλουμε μεν φορολογία η οποία όμως θα είναι αρκετά χαμηλή και θα διαφοροποιείται μεταξύ της πληρωμής εφάπαξ και της πληρωμής σύνταξης. Θα είναι χαμηλότερη στην περίπτωση της σύνταξης και ο λόγος γι’ αυτό είναι επειδή θέλουμε τα ταμεία αυτά να δίνουν κυρίως συντάξεις, ώστε να ενισχύεται το εισόδημα των συνταξιούχων στη διάρκεια του συνταξιοδοτικού τους βίου, παρά να έχουμε αυτές οι συμπεριφορές που βλέπουμε πολύ συχνά με το εφάπαξ, που συχνά πηγαίνει σε αγορά καταναλωτικών αγαθών κυρίως όχι του συνταξιούχου αλλά άλλων μελών της οικογενείας του, συνήθως των παιδιών του.